GODZILLA
(2014 ΕΓΧ 123’) Φαντασίας, νιοστή έκδοση, της πασίγνωστης σειράς Σκην.: Γκάρεθ Έντουαρντς Μουσ.: Αλεξάντρ Ντεσπλά Ηθ.: Ελίζαμπεθ Όλσεν, Μπράιαν Κράνστον, Άαρον Τέιλορ Τζόνσον, Βίκτορ Ράζουκ, Ζιλιέτ Μπινός, Σάλι Χόκινς, Κεν Βατανάμπε, Ντέιβιντ Στράδερν
Η αλαζονεία… της ανθρώπινης ύπαρξης… Μια επική αναγέννηση. Ο Γκοτζίλα, το πασίγνωστο τέρας που έγινε κινηματογραφική αναφορά, τόσο για την μυθική του παρουσία, όσο και για το συμβολισμό της καταστροφικής πλευράς της ανθρωπότητας, επανέρχεται σε μια εντυπωσιακή τρισδιάστατη εκδοχή. Ο Γκάρεθ Έντουαρντς, επανεξετάζει ένα μύθο 60 χρόνων και παρουσιάζει ‘επί σκηνής’ ένα νέο Γκοτζίλα, ο οποίος όμως διατηρεί την ακεραιότητα και τον ηρωισμό του προγόνου του. Πρόκειται για μια νέα, σύγχρονη επική μορφή, βασισμένη ωστόσο στα χαρακτηριστικά του τέρατος από το 1954, με στόχο η απεικόνισή του στην οθόνη, να είναι όσο πιο ρεαλιστική γίνεται(;)…
Ο σκηνοθέτης της ταινίας και μαζί του η ομάδα των οπτικών εφέ, έχουν κάνει εξαιρετική δουλειά στη διατήρηση του ρεαλιστικού αυτού στοιχείου στη μορφή του μύθου, όσο κι αν η αληθοφάνεια, αποτελεί συναίσθημα πηγής ενθουσιασμού. Ο Γκοτζίλα πρωτοεμφανίζεται, ως σύμβολο καταστροφής της ανθρωπότητας, στην Ιαπωνία. Το 1954, σε μια ήπειρο που ακόμα υποφέρει από τα δεινά του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και τα σημάδια του δείχνουν ανεξίτηλα, το στούντιο Τόχο αναλαμβάνει την παραγωγή της, πρωτοποριακής -για την εποχή της- ομότιτλης ταινίας, σε σκηνοθεσία, του Ισίρο Χόντα.
Η ταινία, χαρακτηριστική του «genre kaiju eiga» (monster movie), εξελίσσεται στη συνέχεια, σε μία από τις αγαπημένες και πιο δημοφιλείς ηρωικές ταινίες των δυο τελευταίων αιώνων. Αμφίβιο ύψους 355 ποδιών, με αιχμηρά πτερύγια, απειλητική ουρά και τρομακτικά ηχητικά εφέ, είναι τα χαρακτηριστικά με τα οποία ‘φοβούνται τέσσερις γενιές πίσω μας. Ο μοναδικός και αναγνωρίσιμος βρυχηθμός του, σήμα κατατεθέν, είναι ίσως ένα από τα δημοφιλέστερα ηχητικά εφέ στην ιστορία του κινηματογράφου, μαζί με την περίφημη κραυγή του Ταρζάν.
Πέρα από τα τρομακτικά του, όμως χαρακτηριστικά, ο Γκοτζίλα πάντοτε κρύβει και μια άλλη πλευρά, η οποία αποκαλύπτεται σχεδόν σε όλες τις ταινίες που πρωταγωνιστεί και αποτελεί τον αλληγορικό συμβολισμό, προς αποκατάσταση της φυσικής τάξης, της ισορροπίας. Κάτι σαν την τιμωρία της ανθρωπότητας και την εκδίκηση της φύσης, για την κακοποίηση που έχει υποστεί από τους ίδιους τους κατοίκους του, αυτός ο πλανήτης. Έτσι, ο Γκοτζίλα κατοχυρώνεται στη συνείδηση των θεατών, ως μια από τις ηρωικές μορφές του σινεμά. Ο Γκοτζίλα είναι ανέκαθεν μυστηριώδες και αμφιλεγόμενο πλάσμα. Τα κινηματογραφικά τέρατα, συνήθως είναι μεταφορικές φιγούρες, προς κάτι διαφορετικό, παραπέμποντας με την οπτική σωματική τους δυσπλασία, στις πιο σκοτεινές πλευρές της φύσης και τους ενδόμυχους φόβους μας. Ωστόσο, παράλληλα, κρύβουν μια απίστευτη δύναμη κάθαρσης. Ιστορίες σαν του Γκοτζίλα, λειτουργούν με πρόθεση, την κατανόηση της ανθρώπινης φύσης, των παράγωγων συναισθημάτων, αλλά και με μια απειροελάχιστη, πλην ενδόμυχη αυτοκριτική προς το σύνολο της φύσης, με την ακρίβεια της εννοιολογικής έκφρασης.
Η ταινία δεν είναι λοιπόν, μια ακόμη απλή ταινία καταστροφής. Εστιάζει στις ανθρώπινες σχέσεις και συγκεκριμένα στο θάρρος και τη συμφιλίωση, καθώς η φυλή μας, βρίσκεται ανυπεράσπιστη, με κύριο τρομοκράτη τη φύση. Ποια φύση όμως; Μήπως αυτή με την ερμαφρόδιτη φορεσιά που της έχουμε φορέσει; Μήπως αυτή που της έχουμε κλωνοποιήσει όλο της το μεγαλείο; Ή μήπως αυτήν, που ακούει στους νόμους της ουτοπιστικής ηθικής για τα ακριβά μας δεδομένα; Τα νοήματα είναι πολλά και ακόμα περισσότεροι οι προβληματισμοί.
Θα μου πείτε, ότι η ανθρωπότητα θα κλυδωνιστεί και εμείς ως εκπροσωπευτικά μοντέλα – στελέχη της θα αφυπνιστούμε από μια χολιγουντιανή ταινία εμπορικής συναλλαγής; Ασφαλώς και όχι. Οπότε δε μένει, παρά να την απολαύσουμε, κρύβοντας για ακόμη μια φορά τα αγαθά της αδιαφορίας μας, στο τριπλο-κλειδωμένο ντουλαπάκι του σώματός μας, εκτελώντας απλά και μόνο την υποχρέωση του δικαιώματος στη διασκέδαση της θέασης…
SNOWPIERCER
(2013 ΕΓΧ 126’) Επιστημονικής φαντασίας, εμπνευσμένη από γαλλικό graphic novel «Le Transperceneige», των Μπενζαμίν Λεγκράν, Ζαν Μαρκ Ροσέτ και Ζακ Λομπ (1984) Σκην.: Τζουν Χο Μπονγκ Μουσ.: Μάρκο Μπελτράμι Ηθ.: Κρις Έβανς, Άλισον Πιλ, Τζέιμι Μπελ, Σονγκ Κανγκ-χο, Τζον Χερτ, Τίλντα Σουίντον, Εντ Χάρις, Γιούεν Μπρέμνερ, Οκτάβια Σπένσερ, Λιουκ Πασκουαλίνο
Ενα τρένο… μια απρόβλεπτη διαδρομή… ένα αποκαλυπτικό μέλλον… 2031 μ.Χ. Μετά από ένα αποτυχημένο πείραμα, για να ανακοπεί το φαινόμενο της υπερθέρμανσης του πλανήτη, μια νέα εποχή παγετώνων έχει ξεκινήσει, εξοντώνοντας σχεδόν κάθε ζωντανό οργανισμό πάνω στη Γη. Οι μόνοι που έχουν καταφέρει να επιζήσουν, είναι οι ταξιδιώτες του «Snowpiercer», ενός τρένου με κινητήρα αέναης κίνησης.
Οι επιβαίνοντες της «οικονομικής θέσης», αδυνατώντας να ανεχθούν πλέον τις κακές συνθήκες διαβίωσης, επαναστατούν και επιχειρούν να πάρουν τον έλεγχο του κινητήρα που η ελίτ της «πρώτης θέσης» θεωρεί «ιερό»… Φουτουριστικό φιλμ, υψηλών αποδόσεων, η ταινία του Μπονγκ, μια ειρωνική ματιά του μέλλοντος, μια διαφορετική εκδοχή, με παραμένουσα ωστόσο σταθερά, το άλλοθι της ‘πάλης των τάξεων’. Το μοναχικό ταξίδι ενός τρένου και των επιβατών του, χωρισμένων σε δυο κατηγορίες: στους προύχοντες που το διοικούν και στους εξαθλιωμένους προλετάριους, που δεν έχουν στον ήλιο μοίρα, ακόμη και στο μέλλον, ακόμη και μέσα στο σώμα μιας κοινωνίας, που απεικονίζεται με τα βαγόνια μιας μεγάλης και σύγχρονης κιβωτού. Ο Νώε; Οι πρώτοι… Τα ζώα; Οι δεύτεροι… Μια ταινία πρόκληση τόσο ηθικά, όσο και καλλιτεχνικά, καθώς η εικονοποίησή της, αποτελεί έναν ιδιότυπο συνδυασμό art-house και blockbuster. Η ατμόσφαιρα;
Με μια ασιατική (λόγω καταγωγής του σκηνοθέτη) παραδοξότητα, δομημένη με την τεχνική του ‘video-game’, με εξαιρετικά ανεπτυγμένη δράση σε κλειστοφοβικούς χώρους και αξιοποίηση των απαραίτητων συμβολισμών σε όλη τη δύσκολη διαδρομή των ηρώων του. Τα κλισέ τύπου ‘matrix’ είναι αρκετά και ευανάγνωστα, αλλά διαχειρίσιμα με μεγάλη προσοχή και ευφυέστατο τρόπο, διατηρούν την επικοινωνιακή ισορροπία της ταινίας σε ικανοποιητικά επίπεδα. Αποκάλυψη; Η ολιγόλεπτη συμμετοχή της Τ. Σούιντον, που και αυτή τη φορά μεταλλαγμένη σε ‘κάτι άλλο’… με τη σκηνική της παρουσία, κλέβει τα βλέμματα. Τέλος, ομολογουμένως είναι αξιοπαρατήρητη η σκοτεινή και ενδιαφέρουσα ερμηνεία του δημοφιλούς Κρις Έβανς, ο οποίος πρωταγωνιστεί αυτή τη φορά χωρίς τη στολή του ‘Κάπτεν Αμέρικα’ και την εύπλαστη εικόνα του ζεν πρεμιέ, σε μια ταινία που η εικόνα του τσακίζεται σε κάθε πλάνο…
Δείτε την και επωμιστείτε με το μέγεθος των ευθυνών σας, σε μια κατάσταση υπερ-χρέωσης της ανθρώπινης φυλής. Το σινεμά μπορεί και προβλέπει; Εμείς;
ΑΝΥΠΟΦΟΡΟΙ ΓΕΙΤΟΝΕΣ
(2014 ΕΓΧ 97’) Κωμωδία Σκην.: Νίκολας Στόλερ Μουσ.: Μάικλ Άντριους Ηθ.: Σεθ Ρόγκεν, Ρόουζ Μπερν, Ζακ Έφρον, Ντέιβ Φράνκο, Τζέικ Τζόνσον, Λίζα Κούντρο, Κρίστοφερ Μιντζ – Πλας, Κάρλα Γκάλο
Οικογένεια… εναντίον… αδελφότητας… Ο Μακ Ράντνερ, συντηρητικός οικογενειάρχης, μαζί με τη γυναίκα του, Κέλι, μεγαλώνουν ήσυχα και ωραία το μικρό τους μωρό και ζουν στο έπακρο το Αμερικανικό Όνειρο, ώσπου αποκτούν γείτονες τα μέλη μιας ανεξέλεγκτα φασαριόζικης φοιτητικής αδελφότητας, με ηγέτη τον Τέντι Σάντερς. Σύντομα, ξεκινάει ένας ανελέητος πόλεμος ανάμεσα στους θερμόαιμους φοιτητές και το φιλήσυχο ζευγάρι, με πολλά χτυπήματα, κάτω από τη μέση… Ο Νίκολας Στόλερ, οδηγεί ακόμη μια ταινία σειράς, με έντονο το στερητικό σύνδρομο του χιούμορ, όπως εξάλλου και κάθε αντίστοιχη κωμωδία, που εξυπηρετεί τη διάδοση του ονείρου και της δήθεν εύπλαστης, ευκατάστατης αστικής οικογένειας. Γραμμικό και προβλέψιμο σενάριο, χωρίς εξάρσεις, ρόλοι που αναπτύσσουν την ανοησία και σκηνικός χώρος, η αμερικάνικη αστική τάξη.