ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ » Στο δεύτερο εξάμηνο του 2014 τοποθετεί ο πρόεδρος του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ τη συζήτηση για την ελάφρυνση του δημοσίου χρέους της Ελλάδας δείχνοντας ότι δεν είναι καλά ενημερωμένος από την Γερμανία για τις προθέσεις της.
Σύμφωνα με άλλους αναλυτές, φαίνεται ότι πιστεύουν ότι το στυλ των δηλώσεων του Ολλανδού προέδρου του Eurogroup αναπέμπει στ’ ότι θέλει να καλυφθεί ο ίδιος και το κόμμα του από το ακραίο ευρωσκεπτικιστικό κόμμα της συγκυβέρνησης στη χώρα του. Αυτό βέβαια, γεννά πολλές αμφιβολίες ως προς την αξιοπιστία των δηλώσεών του.
Για μία ακόμη φορά χθες ο κ. Ντάισελμπλουμ απαντώντας σε ερωτήσεις των μελών της εξεταστικής επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τον ρόλο της τρόικας στις μνημονιακές χώρες ,μπερδεύτηκε αρκετά.
Οι σχετικές συζητήσεις για το πότε θα γίνουν δείχνει μία έντονη δυσχέρεια και δυσαρμονία στις σχέσεις των δανειστών μας και οι πολλοί πιστεύουν ότι πρέπει να γίνει αμέσως μετά τις επιβεβαιώσεις για το περίφημο πρωτογενές πλεόνασμα, που αναμένεται να ανακοινωθεί στις 23 Απριλίου.
Πάντως οι εταίροι της χώρας, ως δανειστές δείχνουν τον χειρότερο εαυτό τους και οι δηλώσεις τους για το πότε το μόνο που κάνουν είναι να δημιουργούν ένα κλίμα αβεβαιότητας για το οικονομικό μέλλον της Ελλάδας.
Στη χθεσινή συζήτηση στο Ευρωκοινοβούλιο για τον ρόλο της τρόικας ο κ. Ντάισελμπλουμ απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις, είπε πως όταν αποφασίστηκε το δεύτερο πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας (17 Νοεμβρίου 2012) είχε εκτιμηθεί, μαζί με το Δ.Ν..Τ, ότι, για να παραμείνει το χρέος βιώσιμο, θα έπρεπε να κυμαίνεται το 2022 στο 124% του Α.Ε.Π. της χώρας. Είχε γίνει αποδεκτό τότε πως βραχυπρόθεσμα μπορεί αυτό να είναι υψηλότερο, αλλά μακροπρόθεσμα η πρόβλεψη ήταν να μειωθεί στο 124% του Α.Ε.Π.».
Επιπλέον, είχαμε αποφασίσει, συνέχισε ο ίδιος, ότι εάν η Ελλάδα πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα το 2013 και αφού θα είχε τηρήσει μαζί και τις προϋποθέσεις του προγράμματος της, θα επανεξετάσουμε τη βιωσιμότητα του χρέους της. Αυτό ακριβώς θα το δούμε το δεύτερο εξάμηνο εφέτος ,κρίνοντας μαζί, αν χρειάζεται νέο πρόγραμμα καθώς και τη μορφή που αυτό θα έχει».
Και πρόσθεσε ο ίδιος ότι υπάρχουν κάποιες αισιόδοξες φωνές στην Ελλάδα που υποστηρίζουν ότι δεν θα χρειαστεί νέο πρόγραμμα. Μακάρι να είναι έτσι. Θα το δούμε και θα πράξουμε ανάλογα.
Πάντως, σχετικά με την πορεία της ελληνικής οικονομίας, ο ίδιος είπε ότι αυτή έχει, ακόμη, μακρύ δρόμο μπροστά της, όμως, εμφανίζει και κάποια πολύ σημαντικά επιτεύγματα όπως είναι το πρωτογενές πλεόνασμα το οποίο, βεβαίως, θα πρέπει να επιβεβαιωθεί από την κοινοτική στατιστική υπηρεσία.
Ο κ. Ντάισελμπλουμ δήλωσε ότι δεν είναι σε θέση να απαντήσει σήμερα για μία μελλοντική βοήθεια επειδή όλα θα εξαρτηθούν από τη πορεία των μακροοικονομικών δεικτών και την ανάπτυξη με βάση πάντα τη σχετική αξιολόγηση της τρόικας.
Για τις ελληνικές τράπεζες ο κ. Ντάισελμπλουμ υπογράμμισε ότι αυτό το μέρος του ελληνικού προγράμματος υλοποιείται σταθερά και κανονικά ενώ, αναφερόμενος στο απόθεμα των 10 δισ. ευρώ, διευκρίνισε ότι θα εξετάσουμε αν αυτές έχουν ανάγκη νέας, επιπλέον χρηματοδότησης για την ανακεφαλαιοποίησή τους, μετά την δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων των τεστ αντοχής τους (στρες τεστ).
Ο πρόεδρος του Eurogroup απέρριψε κατηγορηματικά την κατηγορία ότι η τρόικα και οι εταίροι της Ελλάδας είναι μπλεγμένοι στη διαδικασία ιδιωτικοποίησης των εταιρειών ύδρευσης της χώρας. «Οι εταιρείες υδάτων, εξήγησε ο ίδιος, αποτελούν τμήμα του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων, αλλά, κανείς δεν υποχρεώνει την Ελλάδα να ιδιωτικοποιήσει το νερό, αυτή το επέλεξε για να έχει έσοδα με τα οποία θα μειώσει το δημ. χρέος της. Οι επιχειρήσεις που εντάχθηκαν στο πακέτο των ιδιωτικοποιήσεων είναι αποκλειστικό θέμα της ελληνικής κυβέρνησης».
Τέλος για την ανάγκη καταπολέμησης της φοροδιαφυγής, τόνισε ότι είναι αδύνατο να έχουμε υγιή οικονομία και δημοσιονομικά χωρίς ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα στο οποίο όλοι θα συνεισφέρουν. «Εάν δεν βελτιωθεί η κατάσταση , τόνισε, θα εμποδίζεται η ανάπτυξη γιατί οι ιδιώτες επενδυτές που επιθυμούν να δραστηριοποιηθούν στην Ελλάδα, θέλουν να γνωρίζουν μέσα σε ποιο φορολογικό σύστημα θα κινηθούν».
Θεωρώ, κατέληξε ο ίδιος, ότι υπάρχει ένα ποσοστό πολιτών που αποφεύγει να καταβάλει τους φόρους του σκοπίμως.