Στο συνορισιό το ρίξανε τη φετινή χρονιά τ’ ακραία καιρικά φαινόμενα κι ανεμοδέρνουνε τσοι θάλασσες με τσοι μαϊστροτραμουντάνες, απου ξεσηκώνουνε τσοι φουρτούνες και τα κατακαίρια, απού φέρνουνε βροχές και καταιγίδες, μ’ αποτέλεσμα να φουσκώνουνε οι ποταμοί και να τρέχουνε με ορμή οι χείμαρροι, και τα ρυάκια και να πλημμυρίζουνε οι σιάδες και τα σώχωρα κι από ευλογία απου ‘ναι η βροχή, για τον τόπο μας να γίνεται κατάρα, με πολλές ζημιές και κιντύνους.
Κι είναι η γι αλήθεια πως τα καιρικά φαινόμενα δε τα κωλώνουνε οι γι οποιεσδήποτε αθρώπινες επεμβάσεις, παρά αναζητούνε τα περάσματά ντωνε κι ικανοποιούνε ετσιθελικά τσ’ απαιτήσεις τωνε. Κι αυτό δε το λέω εγώ ο ταπεινός και άσημος, το δασκαλεύει το ίδιο το φυσικό περιβάλλον. Γιατί κατά την ταπεινή κι ασπούδαχτη γνώμη μου, με τσ’ έντονες βροχοπτώσεις και με τσ’ ορμητικούς αέρηδες εμαγλινίσανε οι κορφές τω βουνώ και βαθύνανε τα φαράγγια, όπως και τση Σαμαριάς, διά μέσου των αιώνω, απου εμείς εδά καμαρώνομε. Κι είναι αλήθεια πως αυτή τη δύναμη ο υπερόπτης άθρωπος ουλωνώ των επιπέδω, κι οι σπουδαγμένοι δηλαδή κι οι γι ασπούδαχτοι, δείχνουνε πως την αγνοούνε. Γι’ αυτό και πολλές φορές βγάνομε τα μάθια μας με τα ίδια μας τα χέρια.
Σεβασμό, λοιπόν, άθρωπε στσοι φυσικούς νόμους απού σε αφορούνε, και σε κείνουσας απού αφορούνε το φυσικό περιβάλλο, και γενικά πάντα τα ορατά και αόρατα. Γιατί και πάλι, κατά τη ταπεινή μου γνώμη, κάθε εκτροπή από τσοι φυσικούς νόμους, οδηγεί σε ζημιές και καταστροφές, και όσο αφορά την αθρώπινη ύπαρξη, στη ραγδαία αυτοκραταστροφή κι ας το καταλάβουμε ούλοι. Εχω τη γνώμη ακόμη, πως πολλά είναι τα δασκαλέματα από τσ’ εμπειρίες τση καθημερινότητάς μας, ουλωνώ. Κι αναμφισβήτητος ο θαυμασμός μας για το περιβάλλο, απού το στολίζουνε πολλά είδη φυτώ, πουλιών και ζώω, βουνά και θάλασσες, ρεματιές, ποταμοί και κάμποι.
Το χάος του ουρανού, κι η γι απεραντοσύνη του σύμπαντος. Ετσα όμως από σιγά-σιγά, ο θαυμασμός μου με τα όσα θωρώ, και ο πεπερασμένος νους μου, μπορεί να καταλάβει, οδηγούμαι σε έκσταση, γιατί δεν είναι μόνο τα δημιουργήματα απου θωρώ ολόγυρά μου και το ορατό περιβάλλο, παρά είναι κι η γι αρμονία απού ρυθμίζουνε τσοι κινήσεις τωνε. Κι η γι ακρίβεια απού ανταποκρίνονται στσ’ υποχρεώσεις τωνε, πάντα τα ορατά και τ’ αόρατα. Με αποτέλεσμα, ύστερα από τσοι παραπάνω σκέψεις μου να βγαίνει αβίαστα το τρανό συμπέρασμα, πως η γι ύπαρξη του δημιουργού είναι αναμφισβήτητη. Μπορεί και με τούτεσας τσοι σκέψεις ο καθαρός νους του λαού μας να οδηγήθηκε στο συμπέρασμα πως «με το νου εβρέθηκε η Θεότης», γή τσ’ αρχαίους ημών προγόνους απου ο κατακάθαρος νους τωνε τσ’ οδήγησε στην απόφαση να σπάσουνε το φράγμα του δωδεκάθεου, γι’ αυτό κι είχανε βωμό απού λατρεύανε τον άγνωστο θεό, όπως αναφέρεται στο βιβλίο των πράξεων της Καινής Διαθήκης (κεφ. 17, 22, 23): «Ανδρες Αθηναίοι… διερχόμενος γαρ και αναθωρών τα σεβάσματα υμών, εύρον και βωμόν εν ω επεγέγραπτο, Αγνώστω Θεώ…».
Υστερα από τσ’ απλοϊκές σκέψεις μου αυτές, και με το θάρρος απου παίρνω από τα σοφά και ενθουσιώδη λόγια του προφήτη στσοι ψαλμούς 103, 24: «Ως εμεγαλύνθη τα έργα σου, Κύριε πάντα εν σοφία εποίησας, επληρώθη η γη της κτίσεώς σου» και 18, 2: «Οι ουρανοί διηγούνται δόξαν Θεού, ποίησιν δε χειρών αυτού αναγγέλλει το στερέωμα».
Αναντρανίζω και θαρρετά λέω το συμπέρασμα, που η σκέψη μου με τη βοήθεια του κοινού νου μου έβγαλε, πως το είμαι Αθεος, δεν αντέχει στη λογική. Παρά είναι έκφραση απερίσκεπτη, χωρίς κιανένα ελαφρυντικό, εκτός κι αν ειπώθηκε από συντροφιά, απού καληνωρίζουνε την αμπελοκουτσούρα, απου τσοι κάνει φτωχούς και τα ξεχνούνε ούλα, και σιγοπίνουνε τα κρασάκια ντων. Ομως όπως λέει ο λαός «το περίσσιο χαλά το ίσιο» και συνεχίζει με το νάκλι: Πως σα φτάξει περίσσιο οινόπνευμα εκειά πούναι ο νους, λέει ο νους στο οινόπνευμα, “εγώ φεύγω και κάτσε δα εσύ στη θέση μου να κάνεις κουμάντο από παέ κι ύστερα”.
Και κεια δα, μπορεί ν’ ακουστούνε πολλά και διάφορα που να ‘ναι άσχετα με κάθε είδος λογικής. Ομως τα ανεξήγητα και παράξενα φαινόμενα απού ερεθίζουνε το κοινό νου και τον αφήνουνε άναυδο, δεν είναι μόνο τα όσα έχω περιγράψει ως εδά. Παρά εκτός από αυτά και τσοι σεισμούς, τα τσουνάμια κι άλλα πολλά μικιότερα γή μεγαλύτερα είναι και τα με πολλά ερωτηματικά από τον εδικό μου νου, φοβερά ηφαίστεια. Στ’ αλήθεια, πού βρίσκεται τόσηνα πυρακτωμένη ενέργεια αποθηκευμένη στα έγκατα τση γης απού κατά καιρούς ξεχειλίζει από τσοι κρατήρες των ηφαιστείων με τη μορφή τση λάβας και κατακαίει στο πέρασμά τση ό,τι τσ’ απαντήξει; Μα κι ακόμη, γροικώ επαέ, στον καφενέ, τσοι σπουδαγμένους απού μπαινοβγαίνουν να μιλούνε και γι’ άλλους πολλούς ήλιους, κι αποστάσεις απού μετριούνται με έτη φωτός. Μ’ αποτέλεσμα, ο λιγοστός νους μου να θολώνει και να μην είμαι βέβαιος αν οι λέξεις χάος και απεραντοσύνη απού εγώ χρησιμοποιώ, είναι αντιπροσωπευτικές στη προκειμένη περίπτωση.
Αναλογιζόμενος τέλος τα όσα επαέ αναλιγαδιάζω, σκέφτομαι τον άθρωπο που ‘ναι τόσονα δυνατός απού δε κατέει το επόμενο τικ τσ’ ώρας αν θα είναι στη ζωή. Κι όμως τονε γροικώ να λέει: Είμαι άθεος. Στ’ αλήθεια σεβαστέ μου συνάθρωπε, από πού τη παίρνεις τούτηνα τη γνώση, αυτά απου θωρείς δε σε παραξενεύουνε, ούτε σε προβληματίζουνε! Και πού το ξέρεις αν ένας από τσοι πολλούς ήλιους, εκπέμπει το πυρ της θεότητας;
Το νου τον έδωκε ο Θεός για να τονε χρησιμοποιούμε σωστά κι όι να μα σε παρασέρνει η γι ασκιά μας σε απερισκεψίες. Με την ευκαιρία δα τούτηνε, να σας κάμω ένα νάκλι: Σ’ ένα γειτονικό χωριό ήτανε ένας γιδοβοσκός, απου δεν τον άφηκε η βοσκική να μάθει την αλφαβήτα. Μα η ζωή δεν είναι γράμματα κι ούτε η γνώση φέρνει τη μόρφωση κατά που γροίκουνα τσοι γερόντους επαέ στον καφενέ να λένε. Ετσα κι ο γεροντής τούτοσας ήτανε αγράμματος, μα τη φιλοσοφούσε τη ζωή. Κάθε φορά εδά απου εταίριασε σε συντροφιά στον καφενέ του χωριού ντου και τσουγκρίζανε τα ποτήρια ντωνε αναμεταξύ τωνε, εκείνος τόχε αντέτι κι αντί για εις υγεία ήλεγε: “Θεέ μου βλέπε μας το νου μας”!
Ωρα καλή σας αναγνώστες και αναγνώστριές μου.
Κι ο Θεός να μας σε βλέπει το νου μας.
Το γεροντάκι
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
Συνορισιό = Ανταγωνισμός
Κατακαίρι = Κακοκαιριά
Σιάδα = Ισιάδα εδάφους
Σώχωρο = Μικρό χωράφι περιτοιχισμένο
Μαγλινίζω = Λειαίνω
Αναντρανίζω = Ανασηκώνομαι
Καληνωρίζω = Ενθυμούμαι κάποιον και του εύχομαι την καλή ώρα
Αμπαντήχνω = Συναντώ
Αναλιγαδιάζω = Αναφέρομαι σε γεγονότα
Γροικώ = Ακούω
Ασκιά = Σκιά
Αντέτι = Συνήθεια
Νάκλι = Ιστορία
Χαλά = Γκρεμίζει