1. Εισαγωγή
Το νέο επιχειρηματικό περιβάλλον μετά την κρίση θα είναι πολύ διαφορετικό. Αλλάζουν οι προτιμήσεις του καταναλωτή και αναδύονται νέα πρότυπα. Το γεγονός αυτό έχει φέρει νέες ισορροπίες στην αγορά προϊόντων και υπηρεσιών στη λειτουργία των Ελληνικών Μεταποιητικών Επιχειρήσεων (ΕΜΕ). Κρίσιμης σημασίας είναι η στρατηγική των επιχειρήσεων αυτών. Δηλαδή το πώς θα προσφέρουν ελκυστικά και ποιοτικά προϊόντα στον πιεσμένο σήμερα καταναλωτή σε χαμηλότερα επίπεδα κόστους. Το πρόβλημα της ανταγωνιστικότητας των ΕΜΕ και του ελληνικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος εν γένει είναι δομικό. Έχει χαρακτηριστικά που έχουν καθιερωθεί εδώ και χρόνια. Ωστόσο, η οικονομική κρίση κάνει τις επιχειρήσεις να ανακαλύψουν τα όρια αντοχής τους. Για τις περισσότερες φέρνει ενώπιον τους τις χρόνιες αδυναμίες τους, την έλλειψη ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος, τα προβλήματα οργάνωσης και διαχείρισης πόρων, την έλλειψη εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού, την επιλογή παραγωγής προϊόντων χαμηλής προστιθέμενης αξίας κ.ά. Μερικές από αυτές, με ικανότητα προσαρμογής, αντιδρούν στις αρνητικές εξελίξεις της αγοράς, διακόπτοντας μη αποδοτικές δραστηριότητες, συμπιέζοντας το κόστος, τοποθετούμενες στις αγορές που υπάρχει ζήτηση, βελτιώνοντας την εξωστρέφειά τους, αναπτύσσοντας δραστηριότητα σε διεθνείς αγορές. Οι πιο διορατικές βρίσκουν ευκαιρίες στην κρίση. Ανοίγονται σε νέες δραστηριότητες διεθνώς, αντιμετωπίζοντας την έλλειψη ρευστότητας με διεθνείς προσβάσεις και συνεργασίες. Μαθαίνουν και αλλάζουν καθώς συναντούν νέους πελάτες και νέες συνθήκες σε άλλες αγορές.
Στην Ελλάδα την τελευταία δεκαετία και ιδιαίτερα μετά την έκρηξη της χρηματοοικονομικής κρίσης δίνεται όλο και μεγαλύτερη έμφαση στην ενίσχυση της επιχειρηματικής δραστηριότητας και της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων. Ο μεταποιητικός κλάδος της χώρας παρά τη σημαντική μείωση της συμβολής του στο εγχώριο ΑΕΠ, παραμένει ένας από τους σημαντικότερους κλάδους της Ελληνικής οικονομίας λόγω του μεγάλου αριθμού επιχειρήσεων και του εργατικού δυναμικού, που απασχολεί.
2. Έρευνα του Τ.Ε.Ι. Κρήτης για τις ΕΜΕ
Πρόσφατη έρευνα που πραγματοποιήθηκε από το ΤΕΙ Κρήτης, στα πλαίσια του ερευνητικού προγράμματος Αρχιμήδης ΙΙΙ, σε δείγμα 406 μεταποιητικών επιχειρήσεων, με στόχο την ανάλυση της ανταγωνιστικότητας και απόδοσης των ΕΜΕ και με ιδιαίτερη έμφαση στον αντίκτυπο των ποιοτικών χαρακτηριστικών των επιχειρήσεων, π.χ.: καινοτομία, δημιουργία συμπράξεων, διαχείριση γνώσης και ανάπτυξη εσωτερικών τεχνολογικών ικανοτήτων, απέδωσε σημαντικά αποτελέσματα. Μεταξύ των άλλων εντοπίζονται οι καθοριστικοί παράγοντες επιβίωσης, απόδοσης και ανάπτυξης των ΕΜΕ, ιδιαίτερα στη σημερινή δυσμενή οικονομική συγκυρία για τη χώρα.
Μεταξύ των βασικών συμπερασμάτων της εν λόγω έρευνας αναδεικνύεται η απαίτηση για βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των ΕΜΕ σε επίπεδο ποιότητας παραγόμενων προϊόντων. Επιπλέον, η καινοτόμος δραστηριότητα τους, η διαχείριση της γνώσης, η επαρκής χρηματοδότηση, η εξαγωγική δραστηριότητα, η δημιουργία συμπράξεων και η ενίσχυση και ορθολογική διαχείριση των εσωτερικών πόρων τους ενισχύουν την ανταγωνιστική τους θέση στην αγορά και προσδίδουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι των υπολοίπων.
Ειδικότερα, διαπιστώνεται ότι οι ΕΜΕ εμφανίζουν πολύ χαμηλά ποσοστά συνεργασίας με τα Ερευνητικά Κέντρα και τα Πανεπιστήμια της χώρας, ενώ και η διάχυση γνώσης στο προσωπικό των επιχειρήσεων (knowledge management) κυμαίνεται σε μέτρια επίπεδα. Επίσης, εντοπίζεται ότι η ανταγωνιστικότητα των ΕΜΕ επηρεάζεται σε σημαντικό βαθμό από τη διαφοροποίηση προϊόντος και ακόμη μεγαλύτερο από την καινοτομία των παραγόμενων προϊόντων τους, στοιχείο που αναδεικνύει την ανάγκη για βελτίωση των επιδόσεων τους σε θέματα έρευνας και ανάπτυξης προϊόντων και διαδικασιών. Επιπλέον, παρατηρείται εντός των ΕΜΕ έντονη η μεταφορά γνώσης από το πεπειραμένο ή υψηλού επιπέδου προσωπικό στους άλλους εργαζόμενους (knowledge sharing), στοιχείο που επηρεάζει θετικά την αποδοτικότητα τους.
Συνολικά, από τα στοιχεία που αναλύθηκαν γίνεται καταφανές ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των ΕΜΕ δεν προωθούν την ανάπτυξη της καινοτομίας σε αυτές. Επιπλέον, εκτός από την καινοτομία σε επίπεδο παραγωγής προϊόντων, χαμηλά επίπεδα παρουσιάζει και η ανάπτυξη ή/και η υιοθέτηση καινοτομίας σε επίπεδο Marketing, όπως π.χ. νέες μέθοδοι προώθησης, συσκευασίας και προβολής προϊόντων.
3. Μέλλον και προοπτικές για τις ΕΜΕ
Η καινοτομία αποτελεί αρωγό στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων, καθώς υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι η επιχειρηματική καινοτομία δίδει τη δυνατότητα στις ίδιες τις ΕΜΕ να αποκτήσουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Στη χώρα μας, οι επενδύσεις σε έρευνα και καινοτομία βρίσκονται σε επίπεδο χαμηλότερο του μέσου όρου της ΕΕ και η χώρα παρόλο που παρουσιάζει υψηλά ποσοστά στην εμπλοκή επιχειρήσεων σε δραστηριότητες καινοτομίας, ανήκει στην ομάδα των χωρών με μέτρια επίδοση καινοτομίας (EE, 2014).
Από την έρευνα αναδεικνύεται επίσης η απαίτηση για συνεργασία των ΕΜΕ με κέντρα/φορείς έρευνας (π.χ.: ΑΕΙ και ΤΕΙ, ερευνητικά κέντρα), η οποία δύναται να αποφέρει στις ίδιες προβάδισμα στη διαφοροποίηση και την καινοτομία των προϊόντων τους έναντι των ανταγωνιστών τους, καθώς και βελτίωση της παραγωγικότητάς τους μέσω της υιοθέτησης και χρήσης πατεντών στην καθημερινή λειτουργία τους. Η καινοτομία, η διαχείριση της γνώσης και η ανάπτυξη των εσωτερικών τεχνολογικών ικανοτήτων αποτελούν τα κλειδιά για τη σταθερή δυναμική ενίσχυση και την ορθολογική λειτουργία των ΕΜΕ. Επομένως, κίνητρα που ενισχύουν τη διασύνδεση μεταξύ των παραγωγικών μονάδων και των ερευνητικών κέντρων/ΑΕΙ-ΤΕΙ, προάγουν την μεταφορά τεχνογνωσίας από τα εργαστήρια στην παραγωγική διαδικασία και ενισχύσουν την παρουσία καινοτομίας στον Ελληνικό παραγωγικό τομέα.
Το Ευρωπαϊκό πρόγραμμα “HORIZON 2020” αποτελεί το νέο χρηματοδοτικό εργαλείο για την Έρευνα και την Καινοτομία, για την περίοδο 2014-2020, παρέχοντας δυνατότητες βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων.
Με τις διαφαινόμενες τάσεις, οι Ελληνικές Μεταποιητικές Επιχειρήσεις (ΕΜΕ) θα αντιμετωπίσουν, εφεξής, εντονότερο ανταγωνισμό στις αγορές που στοχεύουν. Ευκαιρίες θα υπάρξουν, κυρίως σε παραδοσιακούς, αλλά και σε άλλους κλάδους. Αλλά το πόσες και ποιες επιχειρήσεις θα τις αξιοποιήσουν είναι αβέβαιο. Από την επιτυχή προσαρμογή των επιχειρήσεων στα νέα δεδομένα θα κριθεί τελικά η διεθνής ανταγωνιστικότητα της χώρας. Πίσω από κάθε υγιή ανάπτυξη κρύβεται η διάθεση και η ικανότητα των ατόμων να αναλάβουν δράση και να επιχειρήσουν να διακριθούν με πρότυπα σύγκρισης διεθνή.
*Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής ΤΕΙ Κρήτης
**Distinguished Research Professor, Audencia Nantes School
of Management Πρόεδρος της
Επιστημονικής Εταιρείας Χρηματοοικονομικής Μηχανικής και Τραπεζικής
***Ερευνητικός Συνεργάτης
ΤΕΙ Κρήτης
****Ερευνητικός Συνεργάτης,
ΤΕΙ Κρήτης
H παρούσα έρευνα έχει συγχρηματοδοτηθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο – Ε.Κ.Τ.) και από εθνικούς πόρους μέσω του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Εκπαίδευση και Διά Βίου Μάθηση» του Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Αναφοράς (Ε.Σ.Π.Α.) – Ερευνητικό Χρηματοδοτούμενο Έργο: ΑΡΧΙΜΗΔΗΣ ΙΙΙ. Επένδυση στην κοινωνία της γνώσης μέσω του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου.