Κυριακή, 6 Οκτωβρίου, 2024

Διαχρονική αξία τα “παπάκια”

Οικονομικό και αθάνατο! Αυτά τα δύο χαρακτηριστικά, οδήγησαν το παπί στην κορυφή της λίστας του με τα δημοφιλέστερα δικύκλα που φτιάχτηκαν ποτέ.
Σε μια εποχή (αρχές δεκαετίας του ’60) που οι μοτοσικλέτες ήταν δίκυκλα οχήματα με άπειρα μηχανικά προβλήματα, θορυβώθη και πολλές φορές με εικόνα που προμύνυε τη σύντομη καταστροφή τους, παρουσιάστηκε μια κομψή μικρή μοτοσικλέτα, που  η χαμηλή τιμή της ήταν για πολλούς το εισιτήριο για τον χώρο των δυο τροχών. Ηδη από τις πρώτες χρονιές της κυκλοφορίας του το παπάκι αγαπήθηκε από τους ανθρώπους που ήθελαν ένα οικονομικό και πρακτικό μέσο μεταφοράς. Η αξιοπιστία του με τα χρόνια άρχισε να γίνεται διάσημη και όσοι εκείνη την εποχή είχαν σαν πρότυπό τους άλλα δίκυκλα,  άρχισαν να αναθεωρούν τις απόψεις τους…
Επιχειρούμε να μάθουμε τους λόγους που ορισμένοι ιδιοκτήτες διατηρούν και κυκλοφορούν ακόμα και σήμερα με το παπάκι τους, που απόκτησαν στη νεανική τους ηλικία…

Νίκος Γαλάνης: «“Αξιόπιστο” πάνω απ’ όλα»
«Πρωτοοδήγησα παπάκι από την ηλικία των 14 ετών και συνεχίζω μέχρι και σήμερα. Το παπάκι που οδηγάω τώρα και αρκετά χρόνια το είχε αγοράσει η γυναίκα μου όταν συμπλήρωσε την ηλικία των 19 χρόνων. Μην πούμε και την ηλικία της, δεν είναι σωστό, όμως λειτουργεί ακόμα χωρίς προβλήματα. Μόνο στα χέρια μου έχει κάνει 60.000 χιλιόμετρα ενώ του έχω αλλάξει μέχρι στιγμής ένα μόνο πιστόνι. Αυτό θεωρώ ήταν και ο λόγος που γνώρισε τόση μεγάλη επιτυχία στη χώρα μας και όπου αλλού κυκλοφόρησε ανά τον κόσμο: απλότητα κατασκευής, ελάχιστα χρήματα για συντήρηση , δεν κάνει θόρυβο, ελαφρύ και μανιτζέβελο μέσα και έξω από την πόλη», μας λέει ο κ. Γαλάνης προσθέτοντας ότι «είναι ένα δίκυκλο που θα πάρει μπροστά βρέξει-ξηλιάσει, ενώ μπορεί να “γράψει” εκατοντάδες χιλομέτρα χωρίς στάση και  χωρίς προβλήματα. Εγώ προσωπικά με το παπάκι έχω φτάσει μέχρι και το Ηράκλειο. Για όλα τα παραπάνω, δεν πρόκειται να το αλλάξω. Δεν είναι μόνο ότι έχω ένα συναισθηματικό δέσιμο μαζί του, αφού εκτός των άλλων προτερημάτων του, μου  θυμίζει όμορφες στιγμές του παρελθόντος. Η δύναμη της συνήθειας είναι μεγάλο πράγμα τελικά», σημειώνει ο ίδιος ενώ τονίζει ότι «είναι το δεξί μου χέρι από το σπίτι στο μαγαζί αλλά το χρησιμοοποιώ και για κοντινές εξορμήσεις, καφέ, θάλασσα, αφού είναι και πολύ οικονομικό. Με περίπου, πέντε ευρώ βενζίνη στο τεπόζιτο κυκλοφορώ πάνω από μια εβδομάδα», αναφέρει ο κ. Γαλάνης.

 Θόδωρος Χναράς: «Φιλικό σ’ όλα του»…
«Το παπάκι το είχε ένας σύντεκνός μου που ήθελε να το δώσει γιατί του έπιανε το χώρο. Το αγόρασα λοιπόν του έκανα μια μικρή συντήρηση στον κινητήρα, άλλωστε οι κινητήρες των παπιών δεν θέλουν και πολύ για να λειτουργήσουν, πήρα και ένα πινέλο και το έβαψα. Από τότε δεν το αποχωρίζομαι ποτέ όταν κατεβαίνω για δουλειές στην πόλη και όχι μόνο. Είναι το πιο ευέλικτο, οικονομικό και ευκολοδήγητο αλλά και σταθερό δίκυκλο, που μπορεί
να αποκτήσει κάποιος. Όσο για την κατανάλωση βενζίνης, απλά δεν καίει τίποτα». Ο κ. Χναράς τόνισε ότι «επειδή  είμαι και λάτρης της κλασικής μοτοσικλέτας, κάποια στιγμή θα ξεκινήσω την πλήρη αναπαλαίωσή του για να το κάνω όπως πρωτοβγήκε από το εργοστάσιο το 1978». Για το λόγο που το παπί γνώρισε μεγάλη επιτυχία, μας είπε ότι «εκτός από την ευκολία κίνησης και συντήρησής του, το κόστος ήταν επίσης ένα από τα στοιχεία που έδωσαν την αφορμή στον κόσμο να έρθει σε επαφή με το παπί και να αγαπήσει τα προσόντα του. Δεν ήταν μόνο ο κινητήρας που ήταν απλά σχεδιασμένος. Η υψηλή τεχνολογία ήταν κάτι που δεν άγγιξε το παπί, όμως η προσεγμένη του σχεδίαση από ήδη υπάρχουσες λύσεις εφαρμοσμένες με την απαραίτητη προσοχή κατάφεραν να κάνουν το παπί μία κατασκευή, με γνώμονα πάνω απ’ όλα την “ολική ποιότητα”».

Γιώργος Κάτσικας: «Δεν γνώριζε από βλάβες»…
«Το συγκεριμένο παπάκι το αγόρασα καινούργιο το 1979. Το κυκλοφορούσα καθημερινά μέχρι και το 2006. Ομως επειδή είχε αρχίσει να “γερνάει”, ο γιος μου ο Αντώνης αποφάσισε να το ανακατασκευάσει από την αρχή, με τη βοήθεια του φίλου και μηχανικού του Μανώλη Τσολάκη. Στη τελική συναρμολόγηση καθώς και στην εύρεση των γνήσιων ανταλλακτικών που χρησιμοποιήσαμε βοήθησα κι εγώ».
Ο κ. Κάτσικας επεσήμανε ότι «το πρώτο μου παπάκι το απόκτησα 1972 και μετά από κάποια χρόνια το πούλησα. Ηταν ένα από τα πρώτα που εισήγαγε η αντιπροσωπία στη Ελλάδα. Τα χρόνια εκείνα τα έζησα στη Αθήνα. Το παπάκι το χρησιμοποιούσα για βόλτες αλλά και για την εργασία μου, αφού τότε εργαζόμουν ως διανομέας στη εφημερίδα “Εξπρές”. Τα χιλιόμετρα λοιπόν που έκανα καθημερινά ήταν πάρα πολλά, όμως ποτέ δεν με “άφησε” στον δρόμο από κάποια μηχανική βλάβη». «Χειμώνα καλοκαίρι, με βροχή ή ζέστη λειτουργούσε χωρίς προβλήματα. Αθάνατο δίκυκλο που ακόμα και σήμερα στην εξελιγμένη του μορφή, παραμένει ένα τίμιο μέσο μεταφοράς,
αφού συνδυάζει ευκολία χειρισμού, ελάχιστα καύσιμα, καλή και γερή κατασκευή», κατέληξε ο κ. Κάτσικας.

Παύλος Σουβλάκης: «Αντοχή στον χρόνο»…
«Το παπάκι το αγόρασα καινούργιο το 1983. Είμαι συναισθηματικά δεμένος μαζί του, γιατί μου θυμίζει τα νεανικά μου χρόνια και γι’ αυτό το έχω κρατήσει μέχρι σήμερα. Το 2011 όμως αποφάσισα να το αναπαλαιώσω ώστε να το επαναφέρω στην αρχική του κατάσταση. Ολα αυτά τα χρόνια αν και έχω διανύσει χιλιάδες χιλιόμετρα ποτέ δεν με άφησε στον δρόμο από μηχανική βλάβη. Ο λόγος που το έκανε τόσο δημοφιλές στη χώρα μας είναι ότι είχε πολύ καλή ποιότητα κατασκευής, ενώ όλα τα εξαρτήματα επάνω του ήταν μεταλλικά εκτός από το μπροστινό φτερό και τα πλαϊνά καπάκια του. Επίσης δεν ήθελε ιδιαίτερη συντήρηση, μόνο αλλαγή λαδιών και αυτή αν τη θυμόσουν. Τα παπάκια κατασκευάστηκαν με σκοπό να αντέξουν στον χρόνο, όπως και έγινε. Ετσι ακόμα και σήμερα σε ολόκληρη τη χώρα βλέπουμε να κυκλοφορούν στους δρόμους παπάκια
από τη δεκαετία του ’80 και πιο παλιά ακόμα». Ο κ. Σουβλάκης υπογράμμισε επίσης ότι «ένα ακόμα στοιχείο που το έκανε να ξεχωρίσει ήταν ότι, σε σχέση με διάφορα βεσποειδή που κυκλοφορύσαν τότε, διέθετε μεγάλους τροχούς που το έκανε πιο σταθερό και ξεκούραστο στην οδήγησή του. Περνούσε άνετα από τους κακούς δρόμους και τα σαμαράκια, ενώ ήταν και παραμένει το πιο φιλικό μικρό δίκυκλο στο κόσμο».


Το “παπί” στην Ελλάδα
To σύνδρομο του “παπιού” στην Ελλάδα, επηρέασε όχι μόνο τους οδηγούς αλλά και τους μηχανικούς και γενικότερα τον κόσμο της μοτοσικλέτας στη χώρα μας. Το πρώτο παπί ήρθε στη χώρα το 1962 και γνώρισε αμέσως επιτυχία, ενώ οι πωλήσεις του χρόνο με τον χρόνο σημείωναν ανοδική πορεία. Καθημερινό και απλό μέσο μετακίνησης, αξιόπιστο για κάθε χρήση, τη δουλειά ή τη βόλτα. Τα παπάκια αγόρασαν άνθρωποι κάθε ηλικίας και ανεξαρτήτου κοινωνικής τάξης. Βέβαια το παπί αποτέλεσε και ένα πεδίο αμέτρητων βελτιώσεων των “παπιόβιων”, που δεν περιορίζονταν ούτε από τη  φαντασία.
Τεράστιο βάρος της δημιουργικότητας των νέων γενιών των Ελλήνων έχει αναλωθεί στη βελτίωση του παπιού, και έχει επεκταθεί σε όλους τους τομείς.
Κινητήρες υπερκυβισμένοι με νέα συστήματα τροφοδοσίας, με νέα φρένα, μέχρι και νέα πλαίσια έχουν δημιουργήσει μια πολύ ενδιαφέρουσα παράδοση. Περνώντας, λοιπόν, τα χρόνια, πολλά άλλαξαν αλλά το παπί μένει το ίδιο.
Μάλιστα οι περισσότεροι κατασκευαστές έχουν και ένα στη γκάμα των μοντέλων τους.
Οι κινητήρες πλέον μεγάλωσαν οι αναρτήσεις βελτιώθηκαν, η κεντρική όμως ιδέα παραμένει η ίδια.
Είναι δε μια ιδέα διαχρονική που σίγουρα θα μας συντροφεύει για πολλά χρόνια ακόμα.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα