«Τί στενή ἡ πύλη καί τεθλιμμένη ἡ ὁδός ἡ ἀπάγουσα εἰς τήν ζωήν, καί ὀλίγοι εἰσίν οἱ εὑρίσκοντες αὐτην!»
(Πόσο στενή είναι η πύλη και γεμάτος δυσκολίες, κινδύνους και πιέσεις ο δρόμος που μας οδηγεί στην αιώνια ζωή και γι’ αυτό είναι λίγοι που βρίσκουν το δρόμο αυτόν!)
(Ευαγγέλιον κατά Ματθαίον Κεφ. Ζ’, 14).
– Εδώ στο γραφικό χωριουδάκι μου, όπου φτωχοπρόδρομος κοσμοκαλογερεύω, έλαβα τις προάλλες το, όπως ανωτέρω επιγράφεται, εξαιρετικό βιβλίο, που με στοχασμό, τέχνη, χριστιανική αγάπη, πίστη και σοφία έγραψε ο Πρωτοπρεσβύτερος και Ιερατικός Προϊστάμενος του Ιερού Καθεδρικού Ναού των Εισοδίων της Θεοτόκου και διακεκριμένος θεολόγος, ο από Χαιρεθιανά Κισάμου ορμώμενος Αιδεσιμότατος Στυλιανός Εμμ. Θεοδωρογλάκης.
Αλλά πριν προχωρήσω, δυο λόγια παρενθετικά για τη σταθερή στάση και θέση μου απέναντι στους κάθε βαθμίδας Ρασοφόρους: Από οικογενειακή ανατροφή (η Μάνα μου ήταν θρήσκα, μα όχι θεούσα) αλλά και από ψυχοπνευματική ιδιοσυγκρασία, από μικρό παιδί (μαθητής Δημοτικού – Γυμνασίου) επιθυμούσα σφοδρά να καλογερέψω, να Ρασοφορεθώ και να γίνω Ιερέας. Αργότερα όμως και κυρίως όταν φοιτούσα στο Παν/μιο και συνάμα υπηρετούσα στην Ελληνική Χωρ/κη, (όπου ως ορφανός πατρός κατατάχτηκα για να μπορέσω να σπουδάσω), άλλαξα γνώμη, για δυο κυρίως λόγους: α) Ως Αστυνομικός στη Θεσ/νίκη έγινα αυτόπτης και αυτήκοος μάρτυς ανήκουστων και κατάπτυστων πράξεων και βιολογικών διαστροφών πολλών Ιερωμένων, κυρίως όμως Αρχιερέων. β) Μελετώντας τους «Περί Ιεροσύνης» Λόγους του Ιωάννη του Χρυσοστόμου, έκρινα τον εαυτό μου ανάξιο να γίνει Κληρικός.
Έκτοτε δε συνηθίζω να διαχωρίζω και να ταξινομώ τους ρασοφόρους, ανάλογα με τις πράξεις των («τα ράσα δεν κάνουν τον παπά») και σύμφωνα μ’ αυτά που η λαϊκή σοφία μ’ ένα γνωμικό δίστιχο λέει:
«είναι και άντρες του ριαλιού, είναι και τρεις το ριάλι,
είναι να τσι ζυγιάζουνε με το μαργαριτάρι»
Τώρα αν κανείς αντικαταστήσει τη λέξη άντρες με τη λέξη παπάδες, θ’ αποδώσει κάλλιστα την εικόνα και την ηθική κατάσταση που κυρίαρχη είναι στην κοινωνική ομάδα όλων των Ρασοφόρων, όπως βέβαια το ίδιο συμβαίνει και σε κάθε άλλη κοινωνική τάξη και κάστα.
Αλλά ο αξιοσέβαστος Πρωτοπρεσβύτερος Στυλιανός Εμμ. Θεοδωρογλάκης δεν ανήκει στη μερίδα εκείνων των κερδαλεοφρόνων, των βιτσιόζων, υποκριτών και ανήθικων Ιερωμένων, αλλά στη μερίδα εκείνων των ολίγων και των εκλεκτών Κληρικών που ζυγιάζονται με το μαργαριτάρι. Και ως εκ τούτου εκείνος, μπορεί, γνωρίζει και θέλει να μας υποδείξει σαφώς και ασφαλώς τον αληθινό δρόμο και τη σωστή διάβαση από το μάταιο τούτο κόσμο στον άλλο τον υπερουράνιο, τον αληθινό: («Ο κόσμος σκηνή, ὁ βιος πάροδος ̇ ἧλθες, εἷδες, ἁπήλθες»).
Και η διάβαση αυτή της ζωής για Σωτηρία δεν είν’ εύκολη, αντιθέτως μάλιστα είναι πολύ δύσκολη δαιδαλώδης, ανηφορική και κοπιώδης, στη διαδρομή της οποίας ελλοχεύουν πειρασμοί, ανήθικες ορμές, αισχρές επιθυμίες και παράλογες κρίσεις… («Έν σκολιαῖς πορείαις τρίβολοι και παγίδες»).
Δυο λόγια όμως και για το θαυμάσιο αυτό βιβλίο. Το βιβλίο αυτό είναι κανονικού μεγέθους και εκτείνεται σε 247 καλογραμμένες σελίδες. Το λεξιλόγιο του είναι πλούσιο και το ύφος του σαφέστατο, γλαφυρό και ποικίλο. Το περιεχόμενο του είναι κατανοητό και από τον έστω μετρίας μορφώσεως αναγνώστη. Όλα τα γραφόμενα θεμελιώνονται και τεκμηριώνονται με εκλεκτές προτάσεις και Ευαγγελικές περικοπές, οι οποίες με το κύρος της αυθεντίας των πείθουν τον αναγνώστη και βεβαιώνουν του λόγου το αληθές («ού στεφανούται τίς, ἐάν μη νομίμως ἀθλήσῃ» σελ. 132).
– Η δοκιμασία της διάβασης είναι πράξη λόγου και λογικής σελ. 123. «Η προσευχή που γίνεται από το νου και την καρδιά και το στόμα οδηγεί σιγά – σιγά στη διάβαση. Ο προσευχόμενος βλέπει το ἄπειρον θείον και ακατάληπτον του Θεού». (σελ. 137), δηλαδή καθορά το, κατά τον Πλάτωνα, «ἀμήχανον κάλλος» (ανείπωτη εσωτερική ομορφιά). Και όλ’ αυτά καθώς και όλα τ’ άλλα που πραγματεύεται ο αξιοσέβαστος Πρωτοπρεσβύτερος Στυλιανός δε γίνονται υπό το Κράτος του εξαναγκασμού και της βίας, διότι η Θέωση και ο Αγιασμός επιτυγχάνονται αυτοβούλως και με απόλυτη ελευθερία επιλογής («Όστις θέλει οπίσω μου ἐλθεῖν ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν, ἀράτω τόν Σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθείτω μοι» σελ. 93).
– Η σχετική βιβλιογραφία είναι μεγάλη και εντυπωσιακή.
Για όλους λοιπόν τους παραπάνω λόγους συνιστώ σε κάθε καλοπροαίρετο αναγνώστη το πνευματικό αυτό άθλημα του καταξιωμένου Πρωτοπρεσβύτερου Στυλιανού Θεοδωρογλάκη.
Πάτερ Στυλιανέ, εκλεκτό της Εκκλησίας μας μαργαριτάρι, σ’ ευχαριστώ από καρδιάς γι’ αυτό το βιβλίο σου και εύχομαι να σου χαρίζει ο θεός υγεία και μακροζωία, για να μας προσφέρεις και άλλα παρόμοια έργα.