Tο έργο αυτό ανήκει στην πρώιμη περίοδο του μεγάλου Ισπανού ζωγράφου. Πρόκειται για μια παράξενη σκηνή ως προς την αλληλεπίδραση των ατόμων που την απαρτίζουν. Η ξεδοντιασμένη πωλήτρια, μεγάλη σε ηλικία, όπως προδίδει το ζαρωμένο δέρμα της και τα σκαμμένα από το χρόνο, ιδιαίτερα επιτυχώς αποδοσμένα ζυγωματικά της, κοιτάζει στο κενό ενώ το παιδί που τη συντροφεύει κοιτάζει σκεφτικό στην αντίθετη κατεύθυνση. Εμφανής είναι η στενότητα στην απόδοση του χώρου, αλλά και η παράλληλη εμμονή του ζωγράφου στη χρωματική ενοποίηση της σύνθεσης (με τους γήινους τόνους να κυριαρχούν) και στην κατά το δυνατόν πιστή, νατουραλιστική απόδοση και των πιο μικρών και φαινομενικά ασήμαντων λεπτομερειών. Στην περίπτωσή μας πρόκειται για μια Bodegon, για μια ρωπογραφία, ήτοι ηθογραφική σκηνή εξειδικευμένης κατηγορίας (με τον όρο Bodega στην Ισπανία των αρχών του 17ου αιώνα αναφέρεται κανείς σε έναν τόπο όπου πουλά κανείς κρασί και φθηνό φαγητό στα κατώτερα κοινωνικά στρώματα). Δεν πρέπει να λησμονά κανείς άλλωστε ότι όταν ο Velazquez έγινε δεκτός στη συντεχνία των ζωγράφων στα 1617 ο Caravaggio μεσουρανούσε, αποτελώντας την τελευταία λέξη της μόδας, με το μεγάλο αντίκτυπο που τύγχαναν τα έργα του να οφείλεται στην απλότητα των θεμάτων του, στην αποφυγή της φλύαρης ρητορείας στην απόδοση θρησκευτικών σκηνών όπως και στην προβολή των αντικειμένων μέσα από το φώς που τα λούζει και αντιδιαστέλλεται στο σκοτάδι. Εκτός από τους Ολλανδούς και τους Φλαμανδούς και οι Ισπανοί θα επηρεαστούν έντονα από τα διδάγματα του ιταλού ζωγράφου. Ενώ ωστόσο στην Τέχνη του Caravaggio ενυπάρχει και το διακοσμητικό στοιχείο προσδίδοντας στις συνθέσεις του μια ιδιάζουσα αισθητική, οι Ισπανοί ακόλουθοί του θα υπάρξουν πολύ πιο ακραίοι, οδηγώντας τη ροπή του προς το ρεαλισμό σε ένα φετιχισμό της ύλης και ένα βίαιο νατουραλισμό, τάσεις που είναι διακριτές και στη “Γριά που ψήνει αυγά” και οι οποίες έμελλε να φθάσουν στο απόγειό τους στα πορτρέτα αποστεωμένων, λιπόσαρκων καθολικών αγίων που φιλοτεχνούσε την ίδια περίοδο ο Juseppe Ribera