Πέμπτη, 19 Δεκεμβρίου, 2024

Διήγημα: Ένας παράξενος ταξιδιώτης…

Είχαν κάνει µια µικρή παράκαµψη σε κάποια συνοικία της µεγαλούπολης για τον πάρουν. Σταµάτησαν σ’ ένα µίζερο ισόγειο, φόρτωσαν τη παλιά, ριγέ βαλίτσα του, ανέβηκε ο άνθρωπος στο πούλµαν κι όλα τα µάτια στράφηκαν πάνω του.

Μια οµάδα µεσοαστοί µεσήλικες από διαφορετικές πόλεις ήταν όλοι τους. Είχαν από καιρό κάνει τις σχετικές συνεννοήσεις για το ταξιδάκι στο εξωτερικό, τη µέρα της αποχώρησης φόρεσαν τα καλά τους, πήραν τις αποσκευές τους, ταξίδεψαν στην Αθήνα, τους παρέλαβε το εκδροµικό, έκατσαν στις θέσεις τους και ξεκίνησαν όλο προσδοκίες το ταξίδι. Ρίχνοντας που και που κι ένα βλέµµα ολόγυρα για να διαλέξουν ποιους θα προσέγγιζαν στην πρώτη στάση, για να εξασφαλίσουν καλή  παρέα στο ταξίδι. 

Και   να ‘τους τώρα να κοιτούν µε απορία τον… καινούργιο επιβάτη!

Μα από πού ξεφύτρωσε αυτός ο άνθρωπος που µπήκε απ’ τη πίσω πόρτα, προχώρησε µε αργό, διστακτικό βήµα, έκατσε σε µια άδεια θέση  κι ούτε καληµέρα δεν τους είπε; Και πως το άντεχε  να εµφανιστεί µε ζαρωµένο πουκάµισο κι  ένα βρώµικο παντελόνι, σκισµένο στις κάτω άκρες; Άσε τώρα τα στραβοπατηµένα παπούτσια του! Τι το ήθελε το ταξιδάκι κι αυτός, που πιο  πολύ µε…κουρελή ζητιάνο έµοιαζε,  παρά µε εκδροµέα σε πόλη του εξωτερικού;

Αυτά σκέφτηκαν οι εκδροµείς, αλλά µόνο για λίγο, διότι στην επόµενη στάση γνωρίστηκαν, συστήθηκαν κι άρχισαν σιγά-σιγά να δηµιουργούνται οι πρώτες παρέες. Μόνο ο παράξενος ταξιδιώτης δε ταίριαξε µε κανέναν! Εξάλλου απέφευγε συστηµατικά τους πάντες! Βάδιζε µόνος πίσω απ’ τους άλλους και  µε καµιά δύναµη δεν µπορούσες  να τον  προσεγγίσεις!

Την τρίτη ηµέρα κάποιοι αποφάσισαν να του µιλήσουν. Χωρίς αποτέλεσµα βέβαια, καθώς ο αδύναµος άνθρωπος δεν σήκωσε και πολλές κουβέντες.  Με το που τον πλησίασαν χλόµιασε, και µια ανεξήγητη ανησυχία απλώθηκε στο λιγνό του πρόσωπο. Σίγουρα φοβόταν τους ανθρώπους…Τον άφησαν λοιπόν στην ησυχία του, µα στα πηγαδάκια που δηµιουργούσε η οµήγυρης κάθε που έφταναν σε καινούργια  πόλη και ξαπόσταιναν σε κάποιο καφέ, η συζήτηση γύριζε σ΄ αυτόν. 

«∆εν νοιώθω καθόλου καλά!» έλεγε  ένας απ’ αυτούς.  «Αυτός ο άνθρωπος έχει αξιοπρέπεια, παρά την εµφάνιση του  που απωθεί! Κάτι πολύ σοβαρό  πρέπει να του έχει συµβεί! Κάποιος θάνατος δικού του ανθρώπου, ας πούµε…Κάποια επαγγελµατική αποτυχία… Τόσα και τόσα αναπάντεχα και δυσάρεστα µπορούν να βρουν τον καθένα µας! Νοµίζω, πως πρέπει να τον αγκαλιάσουµε όλοι µας!» «Εµένα πιο πολύ µου φαίνεται  σαν να είναι φυγόδικος; Αν είναι  επικίνδυνος;», µπήκε στη µέση ένας δύσπιστος. «Όχι επέµενε ο άλλος. Ο άνθρωπος αυτός…δεν είναι ικανός να βλάψει κανέναν! Κάποιο µαράζι τον  τρώει σίγουρα! Να ξανά προσπαθήσουµε! Έχουµε ακόµα µερικές ώρες  ταξιδιού µέχρι την πρώτη διανυκτέρευση! Λέω να τον καλέσω  στη παρέα µας στο βραδινό δείπνο! Συµφωνείτε;»

Αυτά είπε, ουδείς απ’ τους κοντινούς του έφερε αντίρρηση, και δια του λόγου το αληθές, όταν µπήκαν ξανά στο πούλµαν και ξεκίνησαν γ’ αλλού, αυτός -δίνοντας το καλό παράδειγµα- προχώρησε εµπρός,  έκατσε δίπλα στον άτυχο άνθρωπο και του έπιασε τη κουβέντα. Τον κάλεσε µάλιστα να φάνε µαζί το βράδυ. Λίγα τα λόγια του, µα µε µεγάλη έκπληξη  τον άκουσε ν’…αποδέχεται την πρόσκληση! 

Τέτοιος ήταν ο ενθουσιασµός του φίλου µας και τόσο πρόθυµος ήταν να βοηθήσει, που όταν αργά το βράδυ έφθασαν στο ξενοδοχείο, έτρεξε µπροστά, φορτώθηκε  τη βαλίτσα του δύστυχου ανθρώπου και του την πήγε µέχρι και τη πόρτα του δωµατίου του…

Οι γυναίκες είχαν επίσης ενεργοποιηθεί κι είχαν αποφασίσει να ξεχωρίσουν κοµµάτια απ’ τα ρούχα των ανδρών τους και  να προσφέρει η καθεµιά κατιτί στον συνταξιδιώτη.  ∆εν χρειάστηκε όµως, καθώς την επόµενη ηµέρα ο…κουρελής δεν έµοιαζε σε τίποτα µε τον άνδρα που ήξεραν µέχρι τότε! Πέρασε την πόρτα του πούλµαν λουσµένος, καλοχτενισµένος, φορούσε κανονικό παντελόνι, καθαρό µπλουζί κι ολοκαίνουργια παπούτσια…

Αλλά κι η διάθεσή του είχε αλλάξει! 

Καληµέρισε τους πάντες, ψιλοκουβέντιασε µε όλους, έβγαλε απ’ την τσέπη του καραµέλες και µοίρασε σε µικρούς και µεγάλους…

Σίγουρα είχε φτιάξει το κέφι του κι είχε γίνει άλλος άνθρωπος….

Συνέχισαν το ταξίδι  ευχαριστηµένοι -µια µεγάλη παρέα πλέον όλοι τους-  µέχρι που πέρασαν οι µέρες, κάποτε µπήκαν στο πλοίο για την Ελλάδα κι έφτασαν στο τελωνείο, όπου τους ζήτησαν να βάλουν τις βαλίτσες τους πάνω σ’ έναν µακρύ πάγκο  και να τις ανοίξουν…

Ο καλός άνθρωπος έβαλε τη δικιά του, κι ύστερα σήκωσε και  τη  ριγέ βαλίτσα του καινούργιου του φίλου και την έβαλε παραδίπλα…

Τι… ελαφριά που ήταν αυτή τη φορά!

 Κι όπως είδε, όταν οι τελωνιακοί ανακάτευαν το περιεχόµενο, µέσα είχε τα προσωπικά του αντικείµενα κι άλλη µια καθαρή φορεσιά. Αλλά και την παλιά του, τη…κακορίζικη! «Όλα καλά…» σκέφτηκε ο αθώος άνθρωπος, «αλλά που πήγαν τα υπόλοιπα πράγµατά του, που  µερικά βράδια πριν έκαναν τη βαλίτσα του ασήκωτη; Κι αφού είχε κι άλλη αλλαξιά ο φίλος, γιατί κράτησε την παλιά, που έµοιαζε περισσότερο µε φτιαχτή στολή…γελωτοποιού; Και γιατί τη φορούσε στο µισό ταξίδι κι όχι σ’ ολόκληρο; Και πως άλλαξε συµπεριφορά και χαρακτήρα µέσα σε µια νύχτα;»

Ερωτήµατα χωρίς απάντηση! 

Έσκυψε το κεφάλι απογοητευµένος και προσπαθούσε να βγάλει άκρη…Οµολογουµένως είχε φτιάξει τη δική του, όµορφη ιστορία…Την αγνή! Μα τα πράγµατα µπορεί να ήταν εντελώς διαφορετικά! ∆ιότι στο πούλµαν µέσα, πιθανότατα να είχε παιχτεί  µια άκρως επιτυχηµένη…θεατρική παράσταση!

Έπαιξαν τον ρόλο τους µήπως, αρχαία, κλοπιµαία, πολύτιµες εικόνες, αντίκες, απαγορευµένες ουσίες ή παράνοµο χρήµα σε πάκα; Επικίνδυνες καταστάσεις που ήθελαν έξυπνο χειρισµό; Παρά τις δυσκολίες ωστόσο και το παρακινδυνευµένο του πράγµατος η δουλειά  τέλειωσε! Ο …µεταφορέας ηρέµησε κι  η στολή παραλλαγής του, που προφανώς λειτουργούσε σαν ασπίδα και τον κρατούσε µακριά από ενοχλητικές παρέες, είχε παίξει επάξια το ρόλο της…

Είχε καταλάβει τώρα  ο καλός µας άνθρωπος, ο προδοµένος, τα πάντα! Τίποτα όµως δεν  µπορούσε να κάνει! Ήταν πλέον αργά….Κι έπειτα χωρίς αποδείξεις πως να µιλήσει, που θα τον έβγαζαν  όλοι τρελό! 

 Ακόµα χειρότερα…συνεργό! 

Αµήχανος παρακολούθησε, καθώς µετά την έρευνα της ριγέ βαλίτσας που δεν περιείχε τίποτα επιλήψιµο, έφθασαν οι άλλοι…ευεργέτες του…φτωχού ανθρώπου και τη γέµισαν…ρούχα! 

Μια κυρία µάλιστα άπλωσε το χέρι της και του έδωσε µε τρόπο ένα µάτσο χαρτιά…

Τα πήρε ο…κακόµοιρος άνθρωπος τα…χρήµατα! 

Τα πήρε κι αυτά…

Και τι να πεις τώρα!


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα