Ο “Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας” δεν σημαίνει, πιθανότατα, πολλά στο ευρύτερο κοινό. Είναι ωστόσο ένας θεμελιώδης νόμος που ρυθμίζει τη διαδικασία επίλυσης των ιδιωτικών διαφορών στα Δικαστήρια. Μοιραία, κάθε αλλαγή στις διατάξεις του έχει επίδραση στη δυνατότητα του πολίτη να προσφεύγει στη Δικαιοσύνη, στο κόστος των δικαστικών ενεργημάτων του, στην ευθυκρισία που είναι δυνατόν να αναμένει.
Χρόνια τώρα, παρόλες τις παθογένειες και τις ελλείψεις του, το δικαιοδοτικό σύστημα στην Ελλάδα αποτελούσε μια καταφυγή για τον μη ισχυρό, τον αδικημένο. Τον μέσο πολίτη δηλαδή, που με συγκριτικά χαμηλό κόστος μπορούσε να υπερασπίσει το δίκιο του στις δικαστικές αίθουσες. Η κεντρική ιδέα ότι η Δικαιοσύνη υπάρχει και λειτουργεί χάρη της κοινωνίας και όχι αποκλειστικά χάρη των οικονομικά ισχυρών, ιδέα που προέρχεται από τη Γαλλική Επανάσταση και περιβάλλεται στη χώρα μας με το κύρος συνταγματικών διατάξεων, αποτελούσε πάντοτε τη «διήκουσα γραμμή» των ελληνικών δικονομικών ρυθμίσεων.
Η κυβέρνηση προωθεί αυτές τις μέρες ένα νέο σχέδιο Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας μέσα από ένα ορυμαγδό αρνητικών γνωμών και βάσιμων κριτικών παρατηρήσεων σύσσωμου του δικαστικού κόσμου, αλλά και όλων των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας. Οι αλλαγές αφορούν κυρίως στη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης, δηλαδή τους πλειστηριασμούς. Με τις αλλαγές που προωθούνται περιορίζονται δραστικά τα δικαιώματα του οφειλέτη σε όλα τα στάδια της διαδικασίας. Μειώνονται μέχρι εξαφανίσεώς τους τα ένδικα βοηθήματα που έχει στη διάθεσή του. Αυστηροποιούνται οι προθεσμίες. Περιστέλλεται ακόμα και το δικαίωμα ενημέρωσής του πολίτη για την πορεία αναγκαστικής εκποίησης της περιουσίας του. Ταυτόχρονα, ο νέος ΚΠολΔ ικανοποιεί την απαίτηση της τρόικας να καταστούν δυνατοί οι πλειστηριασμοί στη βάση της εμπορικής αξίας των ακινήτων, παρά το γεγονός ότι το ελληνικό Δημόσιο φορολογεί την ιδιοκτησία επί της (εικονικής πλέον) αντικειμενικής τους αξίας.
Η πιο σκανδαλώδης ρύθμιση είναι η κατάργηση του προνομίου των εργατικών απαιτήσεων κατά το στάδιο της διανομής του εκπλειστηριάσματος. Με το σημερινό καθεστώς οι εργαζόμενοι έχουν προνόμιο για την είσπραξη των δεδουλευμένων τους. Αν δηλαδή πλειστηριαστεί το ακίνητο μιας οφειλέτριας εταιρείας, οι απλήρωτοι εργαζόμενοι θα μπορούσαν ως τώρα να ικανοποιηθούν πρώτοι. Στο εξής η ικανοποίησή τους θα γίνεται σε ποσοστό μέχρι 25% επί του εκπλειστηριάσματος. Το υπόλοιπο 65% θα πηγαίνει στις τράπεζες.
Οι επιχειρούμενες τροποποιήσεις συνδυαζόμενες με εκείνες που προηγήθηκαν και έχουν αλλάξει αποφασιστικά και επί το δυσμενέστερο το τοπίο στη Δικαιοσύνη. Θίγουν στον πυρήνα της τη δυνατότητα του μέσου πολίτη να καταφεύγει στα Δικαστήρια. Η απονομή της Δικαιοσύνης γίνεται ακόμα πιο δαπανηρή και, ασφαλώς, περισσότερο χρονοβόρα. Η «ελληνική ιδιαιτερότητα» σιγά – σιγά εξαφανίζεται, ισοπεδωμένη και προσαρμοζόμενη στα ευρωπαϊκά και αμερικανικά πρότυπα απονομής Δικαιοσύνης. Μιας Δικαιοσύνης που επιδαψιλεύει τα πάντα υπέρ των τραπεζών, των μεγάλων ασφαλιστικών εταιριών. Μιας Δικαιοσύνης για τους λίγους και τους έχοντες, αμείλικτης προς τους “αποτυχημένους” αυτής της κοινωνίας, που όχι σπάνια είναι και τα θύματα της κυρίαρχης οικονομικής πολιτικής.
Πρόκειται για την υλοποίηση μιας ακόμα μνημονιακής δέσμευσης που προκαθορίστηκε ως υποχρέωση των ελληνικών Κυβερνήσεων στην υποπαράγραφο 30 του παραρτήματος V_1 του δευτέρου μνημονίου (ν. 4046/2012). Ναι, αυτού του κειμένου – ποταμός που πολλοί εθνοπατέρες ούτε καν διάβασαν πριν το ψηφίσουν. Του ίδιου κειμένου που θα έσκιζε ο κ. πρωθυπουργός…