Ένας μεγαλουργός Έλληνας
Ο Δημήτριος Αινιάν γεννήθηκε στις 21 Νοεμβρίου 1800 στο Μαυρίλο Τυμφρηστού, με καταγωγή από το Πατρατζίκι (Υπάτη) και πέθανε στις 25 Σεπτεμβρίου 1881 στη Στυλίδα. Πατέρας του ο Ζαχαρίας Αινιάν, ιερέας και διδάσκαλος, ο οποίος μετώκησε με την οικογένειά του στην Πόλη στις αρχές του 19ου αιώνα. Έγινε ο πατέρας του Διευθυντής της Μεγάλης του Γένους Σχολής και το 1818 έγινε Φιλικός. Το σπίτι του Αινιάν ήταν η φωλιά της Φιλικής Εταιρίας στην Πόλη. Εκεί ο Σκουφάς και ο Ξάνθος έπαιρναν τις σοβαρές αποφάσεις για τον επικείμενο αγώνα του Γένους.
Ο πατέρας του Αινιάν, Ζαχαρίας, συνέγραψε το επιτύμβιο της πλάκας του τάφου του Νικολάου Σκουφά, που πέθανε στην Πόλη: «Είμ’ υπό γαν φθισίμβροτον…», εφυλακίσθη και ετυραννίσθη υπό των Τούρκων. Αδέλφια του ο Χριστόδουλος Αινιάν και ο Γεώργιος Αινιάν. Ο τελευταίος υπήρξε Φιλικός, αγωνιστής του 1821, λόγιος και πολιτικός (διετέλεσε και Υπουργός), Σύμβουλος Επικρατείας και Γερουσιαστής, περιπεσών το 1844 στη δυσμένεια του Όθωνος.
Ο Δημήτριος Αινιάν φοίτησε στη Σχολή του Γένους στα Θεραπειά και στη Σχολή της Ξηράς Κρήνης (Κουρού Τσεσμέ). Νέος πήγε στην Οδησσό, για να αποφύγει τις διώξεις των Τούρκων και ήταν σε συνεχή επικοινωνία με τον φίλο του Γρηγόριο Δικαίο (Παπαφλέσσα), που τον γνώρισε στο πατρικό σπίτι του στην Πόλη. Πολέμησε στο πλευρό του Γεωργίου Καραϊσκάκη, του οποίου υπήρξε γραμματέας και πρώτος βιογράφος. Πληγώθηκε στη μάχη της Δόμβραινας. Έγινε γραμματέας του Εκτάκτου Επιτρόπου Αχαΐας, στα χρόνια του Καποδίστρια, μέλος του Εφετείου των Νήσων και επίσης Πρόεδρος Πρωτοδικών Λαμίας μέχρι το 1835, οπότε παραιτήθηκε λόγω δυσπιστίας σ’ αυτόν της Οθωνικής Κυβέρνησης. Ζούσε στην Υπάτη, στο σπίτι του.
Πρωτοπόρος της προόδου βοήθησε στη σύσταση «εταιρίας προς φωτισμόν του λαού». Αγωνίστηκε να ιδρυθούν λαϊκές κοινοτικές βιβλιοθήκες, να γίνει η παρακολούθηση του Σχολείου υποχρεωτική και να λειτουργούν τα Σχολεία παντού, να μορφωθούν οι Έλληνες! Αντιδρά στο σφιχταγκάλιασμα της Οθωνικής τυραννίας και του λογιοτατισμού, που έφερνε ασφυξία στους Έλληνες και τους έδενε χειροπόδαρα στην καθυστέρηση και στον σκοταδισμό.
Ένθερμα το 1848 προσχωρεί στην Επανάσταση κατά της τυραννίας και μετά την αποτυχία της διαφεύγει στο τουρκικό έδαφος. Στη συνέχεια μετά την χορήγηση αμνηστίας γυρίζει στην Υπάτη, αλλά βρίσκει το σπίτι του καμένο!, την βιβλιοθήκη του διαρπαγμένη!, το τυπογραφείο του καταστραμμένο! και την παρουσία του δημευμένη! Εκλέγεται βουλευτής το 1850, αλλά ο Όθων ακυρώνει την εκλογή αυτή. Μετώκησε ακολούθως στην Αθήνα όπου εξέδωσε το περιοδικό «Βιβλιοθήκη του Λαού» και συνεργάστηκε με τις εφημερίδες «Αθηνά» και «Το Πανελλήνιον» παράλληλα με την εργασία του ως Πάρεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου και ως τμηματάρχης στο Υπουργείο Εσωτερικών. Το 1862 εξελέγη στη Β΄ Εθνική Συνέλευση πληρεξούσιος Φθιώτιδος. Πέθανε στη Στυλίδα (κατ’ άλλους στην Υπάτη) στις 25 Σεπτεμβρίου 1881.
Ο μεγάλος πατριώτης και διαφωτιστής Δημήτριος Αινιάν γυρνούσε τους τόπους με τη φουστανέλλα κι αποζητούσε το καλό των Ελλήνων. Κτυπούσε την αμάθεια και την δεισιδαιμονία, που ήταν διάχυτη τότε. Στο διήγημά του «Ο Βρυκόλακας» διαγράφεται η αγωνία του κατά του φόβου που έρχεται ως συνέπεια της αμαθείας του λαού. Θέλει κι επιζητεί παιδεία παντού!
Το 1855 σημειώνει για την αμάθεια: «Διατί δεν υπάρχουσι σχολεία; Διατί δεν προώδευσεν ουδέ εν βήμα ο λαός ούτος προς την εκπαίδευσιν και την δι’ αυτής βελτίωσιν των ηθών του; Δεν έχει μέσα; Ή δεν έχει θέλησιν; Εάν το πρώτον, πρέπει να σπεύση η Κυβέρνησις να χορηγήσει ταύτα. Εάν το δεύτερον, πρέπει όχι μόνον να πράξη νόμους επιβάλλοντας εις τους ολιγωρούντας την εκπαίδευσιν πολίτας την υποχρέωσίν του να εκπαιδεύωσι τα τέκνα των, αλλά και να φροντίση διά την πλήρη εφαρμογή αυτών… Εις τα διάφορα χωρία της Αττικής δύο μόνον έχουσι δημοτικούς διδασκάλους… Αι γυναίκες, τα παιδία, οι γέροντες, και οι άνδρες ακόμη δεν εννοούν την Ελληνικήν και ομιλούν την Αλβανικήν!… Εάν λοιπόν εις την Πρωτεύουσαν του Κράτους υπάρχει τοιαύτη πραγμάτων κατάστασις, δεν είναι επόμενον ότι μακρύτερον υπάρχει πολύ έτι χειροτέρα;…».
Ο Δημήτριος Αινιάν μαζί με τον Τερτσέτη είναι ο πρώτος μετά την μετεπαναστατική περίοδο, που έγραψε διηγήματα, ζωντανεύοντας και χρωματίζοντας το δράμα του λαού.
Έργα του: 1/ Ο Καραϊσκάκης ή του Καραϊσκάκη βιογραφία και λεπτομερής έκθεσις της τελευταίας εκστρατείας αυτού υπέρ των Αθηνών. Χαλκίδα, 1834 (ανώνυμη έκδοση) – Α’ έκδοση. Περί του Ανατολικού ζητήματος / Υπό Δ. Αινιάνος, 1977/ Χριστιανική ηθική υπό Δ. Α.[ινιάνος], 1859, Κατά μήνα Δεκέμβριον, / Αγρονομικά. Χαλκίδα, 1833 (ανώνυμη έκδοση)/ Πραγματεία περί συκαμινοφυτείας και μεταξοσκωληκοτροφίας. Αθήνα, 1857/ Αγρονομία στοιχειώδης. Αθήνα, 1861/ Γραμματική της ομιλουμένης ελληνικής γλώσσης. Αθήνα, 1853/ Γερμανός ο Παλαιών Πατρών. Αθήνα, 1854/ Ρακίνα, Ιφιγένεια. Λαμία, 1837 (ανώνυμη έκδοση) (μετάφραση)/ Χρονολόγιον του έτους 1857. Αθήνα, 1856./ Χριστιανική Ηθική. Αθήνα, 1857/ Υπόμνημα προς την εν Αθήναις Β’ Εθνικήν Συνέλευσιν διαθέτου των εθνικών γαιών. Αθήνα, 1863/ Αναμνήσεις θερινής νυκτός εν Υπάτη. Αθήνα, 1870. Εκδότης και συντάκτης στα περιοδικά : “Βιβλιοθήκη του Λαού Α’, αρ.1-12, 1-12/1852”, “ Βιβλιοθήκη του Λαού Β’, αρ.1-12, 1-12/1855”. Η αρθρογραφία του Δημητρίου Αινιάνος, ανυπόγραφη, στην «Αθηνά» του Αντωνιάδη, άφησε αληθώς εποχή. Δημιούργησε το κίνημα των «Σκιαδιστών», προδρομικό των κοινωνικών αναταράξεων που ακολούθησαν. Ο Π. Σοφιανόπουλος σημειώνει για τον συντάκτη των πύρινων αυτών άρθρων: «Κίνει χείρα, εφάρμοζε τα πράγματα, τας θεωρίας και ωφέλει τον λαόν και την πατρίδα, δημόσιε διδάσκαλε, δημοσιογράφε τίμιε και απούλητε…».
Με το σπαθί, αλλά και με τη γραφίδα η οικογένεια των Αινιάνων, ωφέλησαν την πατρίδα και το λαό της. Ο αγωνιστής Φιλικός πατέρας, Ζαχαρίας, οι τρεις γιοί του, Γεώργιος, Χριστόδουλος και Δημήτριος. Η κόρη του Γεωργίου, ποιήτρια Αγανίκη Μαζαράκη, ο φιλελεύθερος γιος της στρατηγός Αλέξανδρος Μαζαράκης και ο αδελφός του Μακεδονομάχος Κων/νος Μαζαράκης (Καπετάν Ακρίτας).
Πρώτος, όμως, και πάνω απ’ όλους ο Δημήτριος Αινιάν, αληθινός φάρος και ασταμάτητος μαχητής, για το καλό του απλού λαού, αγωνιστής για την πνευματική και εθνική αναγέννηση, για το σπάσιμο των δεσμών της φεουδαρχίας, και τροφός του αναβαθμού του λαού.