“Λάβετε φάγετε” την αδυναμία μου! Αυτό φαίνεται να μας λέει, κατ’ αρχάς, ύστερα από μια πρώτη ματιά στα έργα του, και στην τελευταία, την 13η ατομική έκθεσή του με θέμα “Μανόλια Δημοσιογραφική” που λειτουργεί από τις 3 Μαΐου τ.ε. στον υπέροχο χώρο του (Παπαναστασίου 59 – Χανιά), ο και τακτικός συνεργάτης της εφημερίδας μας, συμπολίτης μας, σφαιρικός καλλιτέχνης Γιάννης Π. Μαρκαντωνάκης. Μια ζωή της… έκθεσης σε κοινή θέα ο εκ του Σελινιώτικου Γύρου του Ομαλού ορμώμενος, φίλος μου.
Της υπερβολικής, σχεδόν παιδιάστικης, ευαισθησίας του, των εμμονών του, των καλλιτεχνικών, αλλά και κοινωνικών, ανησυχιών του, του έμφυτου ταλέντου του. Οχι μόνο δεν διστάζει, αλλά και το επιδιώκει να βγάζει τα σώψυχά του μέσα απ’ το έργο του ο Μαρκαντωνάκης, η άποψη μιας κοινής μας φίλης. Την ανάγκη του, πέραν των άλλων, να πει με τον δικό του μοναδικό τρόπο το “ευχαριστώ” του στην εφημερίδα μας και ιδιαίτερα στον ιδρυτή της Γιάννη Γαρεδάκη, με αφορμή την 45η επέτειο από τη γέννησή της, εν προκειμένω. Ενα το κρατούμενο!
“Πίετε” εκ της δυνάμεώς μου “πάντες”! Δεν αργεί ο επισκέπτης της εν λόγω έκθεσής του, στις ανάγλυφες συναρμογές της οποίας κατά την προσφιλή του τακτική συνυπάρχουν διαφορετικά στοιχεία, ν’ “ακούσει” και μάλιστα δυνατά τούτη τη φωνή, ωστόσο. Είμαι εδώ για να σας δείχνω δρόμους επιστροφής στις ρίζες μας, στα Λευκά Ορη της ψυχής μας, στον λύχνο των παιδικών μας χρόνων, μας λέει… Για να σας θυμίζω ότι μπορούμε να κάνουμε τέχνη ακόμα και με τα σκουπίδια, που μόνο για τα σκουπίδια δεν είναι… Για να υψώνω φωνή διαμαρτυρίας στην υπερκατανάλωση και να δηλώνω τον απόλυτο σεβασμό μου στο περιβάλλον… Για να επαναλαμβάνω ότι δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι πρωταρχική πηγή ζωής είναι η φύση…
Για να υπογραμμίζω την αξία που μπορεί να έχει ένας καρπός, ο καρπός της μανόλιας στην περίπτωσή μας, σαν επαναλαμβανόμενο στοιχείο, σαν κεντρικός θεματικός κώδικας…
Κοντολογίς για να τοποθετούμαι στον χρόνο και να χρονομετρώ τον τόπο, είμαι εδώ! Και, βέβαια, για να βλέπει ο καθένας τα έργα μου με τα δικά του μάτια και να τα ερμηνεύει όπως αυτός τα βλέπει…
Η “Δημοσιογραφική Μανόλια” του Γ. Μαρκαντωνάκη (2)
“Οι στίχοι μου έχουν το νόημα που τους δίνει ο καθένας. Αυτό που τους δίνω εγώ ταιριάζει μόνο σ’ εμένα. Ετσι δεν έρχεται σε αντίθεση με κανένα”. Αυτήν την απάντηση, στο περίπου, την οποία έδωσε ο P. Valery στο Allain, όταν ρωτηθηκε, αν η ερμηνεία που έδωσε στο ποίημά του “Air de semiramis” είναι σωστή, νομίζω ότι θα έδινε και ο Γιάννης Μαρκαντωνάκης σε γενικές γραμμές, στην περίπτωση που θα τον ρωτούσε κάποιος αν συμφωνούσε με την ερμηνεία που δίνει στις συναρμογές του. Ο καθένας έχει τις δικές του προσλαμβάνουσες και αν θέλετε, έχει και σε διαφορετικές στιγμές, ακριβώς γιατί η διάθεσή του είναι διαφορετική, διαφορετικές προσλαμβάνουσες. Πίνακας που μιλά το ποίημα, ποίημα που σωπαίνει ο πίνακας… Για να μείνω το πολύ μισή ώρα, πέρασα προ ημερών απ’ τον Χώρο Τέχνης του Μαρκαντωνάκη για να δω την έκθεσή του, όπως έγραψα και “στα πεταχτά” (βλ. “Χ.Ν.” 17 Μαΐου τ.ε.), αλλά πού να ξεκολλήσω. Φωτιά, τρόπος του λέγειν, είχε πάρει το μολυβάκι μου, έτσι όπως έγραφε στο μπλοκάκι τα που συνέλεγαν τα “ακρωτήρια της ύπαρξης”, για να χρησιμοποιήσω τον τίτλο μιας ποιητικής συλλογής του Γιώργη Μανουσάκη, περιδιαβάζοντας είτε μόνος είτε με ξεναγό τον δημιουργό, τους χώρους, αλλά και τους χρόνους της έκθεσής του, η οποία, ειρήσθω εν παρόδω, θα είναι ανοιχτή για το κοινό μέχρι και τις 25 Ιουνίου. Πολλές εύφημες μνείες θα μπορούσα να γράψω ακόμα, λοιπόν, χρησιμοποιώντας τις σημειώσεις μου. Μια απ’’ αυτές θα είχε σαν βάση τα ρήματα “ψάχνω, βρίσκω, κόβω, κολλώ, καίω, ζωγραφίζω”, που αναδεικνύουν τη συνθετική αρμονία, της δουλειάς που κάνει ο Μαρκαντωνάκης. “Είμαι ο καλύτερος πελάτης… του κάδου ανακύκλωσης” η φράση (δική του) με την οποία θα την ξεκινούσα… Μια άλλη θα ήταν για τον ρόλο που παίζει η φωτιά, όπως και τα υγρά υλικά στα έργα του και μια παράλλη για τα Λευκά Ορη (έμεινα πολύ σ’ αυτό του το έργο) στον ίσκιο των οποίων πορευόμαστε όπως τέλος πάντων πορευόμαστε στη ζωή μας… Εκ των ων ουκ άνευ βέβαια ότι μια απ’ αυτές θα αναφερόταν και στον χρόνο που επανέρχεται ως μνήμη και διατυπώνεται μέσα από τη συμμετοχή του κοινού, που συνεχίζει να φτιάχνει με ρολόγια το πελώριο πορτρέτο του Αντόνιο Ταμπούκι…