Στον Δημοτικό Κήπο Χανίων βρίσκεται η προτομή ενός από τους μεγαλύτερους Ελληνες λογοτέχνες, του Ιωάννη Κονδυλάκη.
Η προτομή του Ιωάννη Κονδυλάκη, έργο του γλύπτη Ν. Σοφιαλάκη, είναι από λευκό μάρμαρο και είναι τοποθετημένη πάνω σε λεπτή λευκή μαρμάρινη στήλη.
Στο βιβλίο του: “Τα υπαίθρια γλυπτά και μνημεία του Δήμου Χανίων” ο Αντώνης Μ. Βαρουχάκης σημειώνει ότι τα αποκαλυπτήρια είχαν γίνει στις 21 Μαΐου του 1962 από τον τότε δήμαρχο Ν. Σκουλά ενώ ομιλία είχε εκφωνήσει ο πανεπιστημιακός Νικ. Τωμαδάκης.
Ο Κονδυλάκης ο οποίος είχε γεννηθεί στη Βιάννο, ήταν λογοτέχνης, διηγηματογράφος, δημοσιογράφος και χρονογράφος με γνωστότερα έργα του τον “Πατούχα” και το “Οταν ήμουν δάσκαλος”.
Σε βιογραφικό του Ιωάννη Κονδυλάκη από το Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου σημειώνεται ότι ο Κονδυλάκης «γεννήθηκε στην Άνω Βιάννο της Κρήτης, γόνος γνωστής οικογένειας αγωνιστών του νησιού. Σε παιδική ηλικία κατέφυγε ως πρόσφυγας με την οικογένειά του στον Πειραιά και επέστρεψε στη γενέτειρά του το 1869. Εκεί έμαθε και τα πρώτα γράμματα. Στη συνέχεια ξεκίνησε τις γυμνασιακές σπουδές του στο Ηράκλειο και το 1884 αποφοίτησε από το Βαρβάκειο γυμνάσιο της Αθήνας. Μεσολάβησε διακοπή των σπουδών του από το 1877 και ως το 1883, περίοδος κατά την οποία πήρε μέρος στην επανάσταση της Κρήτης, εργάστηκε στο Εφετείο και το Ειρηνοδικείο Χανίων και στις λιμενικές Αρχές της Σητείας και ξεκίνησε τη δημοσιογραφική του δραστηριότητα σε εφημερίδες των Χανίων. Το 1884 διακρίθηκε στο διαγωνισμό διηγήματος του περιοδικού Εστία με το έργο του Η Κρήσσα ορφανή και εξέδωσε την πρώτη συλλογή διηγημάτων με τίτλο Διηγήματα. Γράφτηκε στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών, για λόγους οικονομικής ανέχειας όμως δε μπόρεσε να ολοκληρώσει τις σπουδές του. Ξανάφυγε για την Κρήτη, εργάστηκε ως δάσκαλος στο Μόδι της Κυδωνίας, σύντομα όμως παραιτήθηκε και ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία αρχικά στα Χανιά και στη συνέχεια στην Αθήνα, όπου κατέφυγε το 1889 διωγμένος από τις τουρκικές αρχές, εξαιτίας του πατριωτικού περιεχομένου των έργων του. Στην Αθήνα συνεργάστηκε με πολλές εφημερίδες (Άστυ, Εφημερίς, Σκριπ) και από το 1865 έγινε μόνιμος συντάκτης στο περιοδικό Εμπρός με το ψευδώνυμο Διαβάτης. Παράλληλα σύχναζε στο φιλολογικό καφενείο του Ζαχαράτου και ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής στους λογοτεχνικούς κύκλους. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος και πρώτος πρόεδρος της Ενωσης Ελλήνων Συντακτών. Βαθιά επίδραση στην ψυχοσύνθεσή του άσκησε ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος. Το 1918 έφυγε ξανά για την Κρήτη και επισκέφτηκε την Αλεξάνδρεια. Επέστρεψε στα Χανιά το 1919 σε πολύ άσχημη ψυχολογική κατάσταση και ένα χρόνο αργότερα προσβλήθηκε από ημιπληγία και πέθανε στο Πανάνειο νοσοκομείο του Ηρακλείου. Στο χώρο της δημοσιογραφίας ο Κονδυλάκης ασχολήθηκε κυρίως με το χρονογράφημα. Συνολικά δημοσίευσε περίπου 6000 χρονογραφήματα, καλλιεργώντας το είδος και προσδίδοντας του λογοτεχνική αξία».
Ο Ι. Κονδυλάκης έφυγε από τη ζωή το 1920.