Κυριακή, 1 Σεπτεμβρίου, 2024

Δυο κουζουλοί εσμίξανε τσι ρίμες τους να πούνε, των γνωστικών τα όνειρα αληθινά να βγούνε.

Η κρίση το παρατραβά
δε λέει να τελειώσει
σάματις έβαλε σκοπό
να μας αποτελειώσει.

Σ’ εμφύλιο μας έβαλε
η ξένη προπαγάνδα
λίγο μετά την κατοχή
ως το ‘κανε και πάντα

‘Νιαχωριανός

Ο ’Νιαχωριανός που ανησυχεί
κι όλο για κρίση ομιλεί
Καθημερινώς αδερφοχτέ, την κρίση συλλογούμαι
κι αν δεν περάσει σύντομα, λέω τι θα γενούμε.
Ποτέ μου δεν περίμενα, η ένδοξη Ελλάδα,
να πέσει τόσο χαμηλά, να σκουντουφλά στη σιάδα.
Να μη μπορεί στα πόδια τση, να σταματήσει μόνη
κι οι ξένοι να της στρίβουνε, ως θέλουν το τιμόνι.
Αυτή που μεγαλούργησε, σ’ αιώνες περασμένους
κι έδωκε δείγματα γραφής, του ανθρωπίνου γένους.
Σήμερα να κατρακυλά, να πέφτει στη συμπόνια,
αυτών που ήταν πίσω της, αιώνες κι όχι χρόνια.
Ελλάδα που μετέδωσες, σ’ άλλους λαούς τα φώτα,
σήμερα να αγκομαχείς, με λαβωμένα νώτα.
Εσύ π’ ανέδειξες σοφούς, μεγάλους νομοθέτες,
σήμερα να αιμορραγείς, να ‘χεις πληγές σ’ τσι μπέτες.
Στους δανειστές να ξεπουλάς, τα πάτρια εδάφη,
που πάνω τους ευρίσκονται, ηρώων σου οι τάφοι.
Να κάνεις τα παιδάκια σου, να φεύγουνε στα ξένα
και να στερούνται μια ζωή, τη μάνα που τα γέννα.
Ας όψονται οι αίτιοι, αυτής σου της κατάντιας,
για να σταθείς στα πόδια σου, χρειάζεται …ιμάντας.
Σε τούτο το κατάντημα κι αυτό το ρεζιλίκι,
όσοι χεράκι βάλανε, εισπράξανε σα λύκοι.
Γιατί εκατομμύρια, έχουν μαζέψει όλοι,
μα του λαού αδειάσανε, σχεδόν το πορτοφόλι.
Τα μετρητά τους έχουνε, στερέψει στη γωνία
και δανεικά γυρεύουνε, από τη Γερμανία.
Που δεν μας έδωσε ποτέ, τις αποζημιώσεις,
εκείνες τις πολεμικές, ή έστω κάποιες δόσεις.
Και μας δανείζ’ υπέρογκα, ποσά για να μας σώσει,
μ’ αύριο απ’ τους δανειστές, ποιος θε να μας γλυτώσει;
‘Νιαχωριανός

Και Σφηναριώτικ’ ορμηνιά
Να βγούμ’ ’π’ την κρίση μια βολά
Το κάτεχα αδερφοχτέ, πως ριμαδόρος είσαι
και πως το μάντη κάνεις τον, τα μάγια άμε λύσε..
Μάτι κακό θαρ’ έπεσε, πάνω στους κυβερνώντες,
όλα σωστά τα πράξανε τους λένε μπαγαπόντες.
Κι εσύ στην πράξη το ‘μαθες, που τους χοχλιούς μαζώνεις,
ελάβωσάν σε και εδά, θωρείς και μαραζώνεις.
Μα πού μυαλό να εύρεις το, π’ αντί για τηγανίτες,
μες την πολλή ανυδρία, παγαίνεις γι αμανίτες.
Μα έμαθα πως άφθονα, μαζώνεις και ροδίκια,
μονάχος τρως τα καθ’ αργά, και κατεβάζεις ξίγκια.
Μάθε πως ούλα τούτα φέρανε, τη κρίση των καιρών μας
και στη Βουλή είν’ ολοι τους, σωτήρες των παιδιών μας.
Φυτοζωούν πασκίζουνε, όλοι οι βουλευτές μας,
και πέψε τους δύο χοχλιούς, που ‘ναι οι δουλευτές μας.
Προχτές θαρρώ πως άκουσα, το Σαμαρά να λέει,
‘π’ τη κρίση πως εβγήκαμε κι ένα μονάχα καίει.
Πως άμε έλ’ απ’ τα Χανιά, τρόικας δόλος είναι,
γι αυτό σου λέω μη λαλείς κι εκεί, στο Βλάτος μείνε.
Το χρήμα ρέει άφθονο, σ’ ανάπτυξη, δα, πάμε,
είμαστ’ οι πρώτοι σ’ αγαθά, στη Μέργκελ τα πουλάμε.
Κι αν στείλαν τα χαράματα, η τρόικα χαμπέρι,
είναι π’ εδά καραδοκούν, για τα δικά μας μέρη.
Κοντεύουν να πουλήσουνε, μισή μας την Ελλάδα,
να τρων’ και να μας δίνουνε, δυο πιάτα φασουλάδα.
Μα πρέπ’ εδά να σου ειπώ, για κρίση φταίμε όλοι,
που κλέβαμε και είχαμε, γεμάτο πορτοφόλι.
Μα κι απ’ το κράτος που ‘πρεπε, ελέγχους, ποιος να κάνει
που θέλαν φτοί τα πιο πολλά και γίναμε χαρμάνι;

Σφηναριώτης


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα