«Κι αν βγω απ’ αυτή τη φυλακή
κανείς δεν θα με περιμένει
Οι δρόμοι θα ’ναι αδειανοί
κι η πολιτεία μου πιο ξένη
Τα καφενεία όλα κλειστά
κι οι φίλοι μου ξενιτεμένοι
Αγέρας θα με παρασέρνει…»
Ήταν προχθές που άκουγα αυτό το τραγούδι του Σαββόπουλου και προβληματίστηκα. Τι να πω, στίχοι προφητικοί, καραντίνας.
Επειδή η ηλικία μου των 65 ετών ανήκει στη γενιά του Σαββόπουλου, θα ήθελα να πω στους νεώτερους, ότι στο ξεκίνημα του μεγάλου συνθέτη και στιχουργού, οι νέοι τότε ήμασταν χωρισμένοι σε δυο ομάδες. Στους ροκάδες και στους λαϊκούς. Όταν παρουσιάστηκε ο (Μέγας) Διονύσιος, δημιουργήθηκε η ανάγκη ύπαρξης μιάς νέας ομάδας, αυτή των Διονυσιακών, των Σαββοπουλιακών!!!
Γιατί ήταν μια κατηγορία μόνος του, που τελικά δεν (απομονώθηκε) αλλά τον λάτρεψε όλη η Ελλάδα. Και όχι μόνο, αλλά μας ένωσε, μας φίλιωσε, με το ρεμπέτικο, το λαϊκό, το δημοτικό και το ροκ.
Συνθέτης, στιχουργός, ανατρεπτικός και προφήτης τελικά. Λατρεύτηκε, από άλλους αμφισβητήθηκε, αλλά δεν αφορίστηκε. Ο ίδιος αγάπησε, αμφισβήτησε, ξόρκισε αλλά δεν αφόρισε. Ας ευχηθούμε να μην αποκαλυφθούν προφητικά και άλλα του τραγούδια, όπως ΤΟ ΒΡΩΜΙΚΟ ΨΩΜΙ και δεκάδες άλλα. Ή οι στίχοι (φίδι, πίθηκος κι αητός για το δείπνο το μεγάλο), που ο δυνατός τρώει τον αδύνατο. Η ακόμα ακόμα να μην ζήσουμε τον ΠΑΛΙΑΤΣΟ ΚΑΙ ΤΟΝ ΛΗΣΤΗ πιο έντονα απ’ ό,τι το ζούμε.
Συνέχισε να γράφεις Διονύσιε, συνέχισε να προφητεύεις και να μας γοητεύεις, έτσι κι αλλιώς και για την ΠΑΡΑΓΚΑ προφητικός ήσουν και τελικά απ’ ό,τι δείχνει, ΘΑ ΚΡΑΤΗΣΟΥΝ ΟΙ ΧΟΡΟΙ. Το εικοσιδυό 2022 είναι κοντά και εκατό χρόνια μακριά από την Σμύρνη του εικοσιδυό 1922 και να ευχηθούμε ότι κάποια στιγμή θα ανοίξει και η αγορά και θα ξαναβγούν ΤΑ ΤΡΑΠΕΖΑΚΙΑ ΕΞΩ, θα χορέψουμε ξανά ΜΠΑΛΟ και θα υψώσουμε ΣΗΜΑΙΑ ΠΛΑΣΤΙΚΗ.
Χαίρε Διονύσιε