Χώροι, άνεση, ακόμα και ποιότητα έχουν πάρει τα πάνω τους, οπότε εδώ, στην έκδοση με το βενζινοκινητήρα του 1,5 λίτρου, αναμενόμενα κανείς εστιάζει στις επιδόσεις.
Η ΔΕΥΤΕΡΗ γενιά του γερμανικού crossover αναμφίβολα ήρθε να επιβεβαιώσει ότι το καλό μπορεί να γίνει καλύτερο. Το ότι ο προκάτοχός του, που παρουσιάστηκε το 2009, σήκωνε βελτιώσεις, δε χωρούσε αμφιβολία, και γεγονός είναι ότι οι Βαυαροί, παρά την τεράστια επιτυχία εκείνου του μοντέλου (σ.σ.: 730.000 πωλήσεις παγκοσμίως – το τρίτο πιο επιτυχημένο μοντέλο BMW), άκουσαν, εκτίμησαν και εντέλει υλοποίησαν, πατώντας για δεύτερη φορά στην προσθιοκίνητη πλατφόρμα του Mini. Έτσι, μετά την Active Tourer, η Χ1 εκμεταλλεύεται ένα πλαίσιο που, πέρα από σπορτίφ συμπεριφορά -κάτι που έτσι κι αλλιώς δεν της έλειπε ήδη από την προηγούμενη γενιά-, εγγυάται και την άνεση τεσσάρων ή και πέντε πλέον επιβατών, αφού οι διαστάσεις έχουν πάρει τα πάνω τους.
Έχοντας ήδη δοκιμάσει τις εκδόσεις με τα 2λιτρα σύνολα βενζίνης και ντίζελ με τους 192 και τους 190 ίππους, αντίστοιχα, κυριολεκτικά στάθηκε αδύνατο να βρούμε ένα μείον άξιο αναφοράς για αυτό το μοντέλο. Αν πάλι κανείς το εξετάσει σφαιρικά, τα 2,0 λίτρα από μόνα τους μπορούν να σταθούν τροχοπέδη στις πωλήσεις της X1, και αυτό όχι απλώς εξετάζοντας τη δική μας ή και κάποιων άλλων χωρών φορολογία, αλλά και λόγω του αυξημένου κόστους αυτών των εκδόσεων, που φέρνει το μικρότερο SUV της BMW απέναντι σε μοντέλα μεγαλύτερων κατηγοριών. Η λύση εν προκειμένω έρχεται από την ενσωμάτωση στην γκάμα των 3κύλινδρων συνόλων βενζίνης και ντίζελ της εταιρείας, κάτι που συνεπάγεται και πολύ πιο ανταγωνιστικό κόστος κτήσης για την Χ1. Για την ώρα στη διάθεσή μας έχουμε το βενζινοκινητήρα των 136 ίππων, που, όπως και να έχει, καλείται να αντεπεξέλθει στα σχεδόν 1.500 κιλά του αμαξώματος.
Κατ’ αρχάς θα σημειώσουμε ότι το M Sport πακέτο του αυτοκινήτου της δοκιμής (επιπλέον 5.400 ευρώ), που περιλαμβάνει διαφορετικούς προφυλακτήρες και απολήξεις, σπορ καθίσματα και τιμόνι, αλλά και τροχούς 18 ιντσών και σπορ ανάρτηση, λόγω της τελευταίας, είναι εκείνο που κρύβεται πίσω από τις σχεδόν ανύπαρκτες κλίσεις αυτής της X1. Η οποία, όπως και η προκάτοχός της, αλλά και οι μεγαλύτερου κυβισμού εκδόσεις της νέας γενιάς που έχουμε οδηγήσει, διακρίνεται για το κορυφαίο πλαίσιο στην κατηγορία, το επίσης κορυφαίο σε επίπεδο πληροφόρησης τιμόνι (σ.σ.: καλύτερο σε αίσθηση και από της Active Tourer) και την υποδειγματική θέση οδήγησης. Αυτά σε ό,τι έχει να κάνει με το οδηγικό μέρος, το ρυθμό του οποίου εδώ καθορίζει ο 3κύλινδρος βενζινοκινητήρας που έκανε το ντεμπούτο του στο Mini, πριν περάσει στις Σειρές 1 και 2 Active Tourer της BMW, αλλά και στην ανανεωμένη «3άρα».
Το αυτοκίνητο της δοκιμής είναι εξοπλισμένο με το αυτόματο Steptronic των 6 σχέσεων της εταιρείας, που εκ του αποτελέσματος ταιριάζει γάντι στο σύνολο, αν και, ως έξτρα, ανεβάζει το κόστος κατά 2.197 ευρώ. Η μεγαλύτερη συμβολή του κιβωτίου γίνεται αισθητή εντός πόλης, εκεί όπου σε συνδυασμό με την υποδειγματική απόσβεση της ανάρτησης παίζει το ρόλο του στην απρόσκοπτη μετακίνηση υπό όποιες συνθήκες, αλλά και στον ανοιχτό δρόμο, που είναι και το αγαπημένο πεδίο αυτής της X1.
Πέραν αυτών, οφείλουμε να καταγράψουμε ότι ο κινητήρας σε καμία περίπτωση δεν μπορεί ούτε να ταιριάξει με το γενικότερα σπορτίφ ύφος του μοντέλου, ούτε και να υποστηρίξει ένα σβέλτο ρυθμό οδήγησης. Η λειτουργία του είναι μεν απαράμιλλα γραμμική σε όλο το εύρος των στροφών, η ισχύς όμως, όπως και η ροπή των 220 Nm, δεν αρκούν για το κάτι παραπάνω σε ένα αυτοκίνητο αυτού του βάρους. Το ξέσπασμα που δεν έχει λείπει από τον οδηγό, ο οποίος σε διαδρομή με διαδοχικές στροφές σε καμία περίπτωση δεν έχει στη διάθεσή του δύναμη ικανή να τον βοηθήσει να τοποθετήσει το αμάξωμα. Ως αποτέλεσμα, χαρακτηριστικό αυτής της Χ1 είναι η έντονα υποστροφική τάση, που απλώς διορθώνεται με άνοιγμα της τροχιάς των κινητήριων τροχών, και τελικά με την… επιβολή ενός πιο χαλαρού ρυθμού, με το κιβώτιο πάντα στην αυτόματη λειτουργία, αφού η ταχύτητα αλλαγών στη χειροκίνητη δεν ικανοποιεί. Τα παραπάνω κατά έναν τρόπο επιβεβαιώνονται και από την κατανάλωση, που εντός πόλης μπορεί να «κάτσει» στα 9-9,5 λίτρα/100 χλμ., σε επαρχιακό δίκτυο όμως και υπό πίεση θα ξεπεράσει τα 11 λίτρα. Πολύ μακριά από τα 5,1 λίτρα της εργοστασιακής τιμής…
Από τη στιγμή που η γκάμα της νέας Χ1 από τα 1.500 κυβικά της βασικής έκδοσης «πηδάει» σε 2λιτρα σύνολα, είναι σχεδόν σίγουρο ότι αυτή η έκδοση θα βρει το κοινό της. Ωστόσο, ο μεγάλος της αντίπαλος με τα σημερινά δεδομένα δε φαίνεται να είναι άλλος από την εξοπλισμένη με τον 3κύλινδρο ντίζελ X1, η οποία μπορεί να υπολείπεται σε ισχύ (116 ίπποι), όμως με λίγο πιο τσουχτερή τιμή (29.350 η 18i, 31.850 η 16d) έχει αισθητά υψηλότερη ροπή (220 Nm/1.250 σ.α.λ. η 18i, 270/1.750 η 16d) και σίγουρα αρκετά καλύτερη κατανάλωση (σ.σ.: δεν έχει διατεθεί προς το παρόν για δοκιμή). Στοιχείο που καλώς ή κακώς μετράει πριν από την επιλογή ακόμα και σε premium μοντέλα, πόσω μάλλον σε ένα αυτοκίνητο που, χάρη στους ικανοποιητικούς του χώρους και στα εν γένει χρηστικά χαρακτηριστικά του, μπορεί να παίξει το ρόλο του καθημερινού, του οικογενειακού και του εκδρομικού μέσου._ 4Τ
ΥΠΕΡ/ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΚΥΛΙΣΗΣ/ΑΥΞΗΜΕΝΟΙ ΧΩΡΟΙ/ΠΛΑΙΣΙΟ
ΚΑΤΑ/ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ/ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ
ΤΟ ΧΡΩΜΑ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ
Στα 31.550 ευρώ της βασικής έκδοσης, η X1 διαθέτει περισσότερα από τα απαραίτητα, μεταξύ των οποίων Active Cruise Control, έξτρα αποθηκευτικούς χώρους κάτω από τα εμπρός καθίσματα, ζάντες αλουμινίου 17 ιντσών, τιμόνι πολλαπλών λειτουργιών, σύστημα υποβοήθησης στάθμευσης κ.ά. Παραδοσιακά, βέβαια, ο κατάλογος των έξτρα είναι μακρύς…
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΘΑΝΟΣ ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ
ΠΗΓΗ: 4troxoi.gr