Χθες πήρα στο τηλέφωνο το συντεκνάκι μου το Στελιό στο χωριό για να του πω ότι κι εκεί κυκλοφορεί πολύς ιός και να γνοιάζεται να μην κολλήσει με τσι κρασοπαρέες που κάνει, αλλά μου φάνηκε πως ζούσε ακόμα την προ ιού εποχή… κι ήταν για τα καλά ψεκασμένο.
– Έλα μωρέ σύντεκνε καλημέρα ήντα κάνεις, πως τα πας απατός σου εδά με το λοκ ντάουν… δεν πιστεύω να πχιαίνεις στα οζά χωρίς να φορείς μάσκα και να μη βαστάς την βεβαίωση μετακίνησης για θα σε γράψουν οι χωροφυλάκοι ανέ σε πιάσουν και δεν φτάνουν δέκα αρνιά να τσι πλερώσεις.
– Μωρέ δεν με παρετάς πρωί πρωί με τα αλιμπουρνέζικα σου και τσι μουράγιες σου λες κι είμαστε πράμα βούγια… όπου νάναι θα μας σε βάλουνε και στ’ αυτιά σκουλαρίκια σαν τα οζά ετσά που το πάνε οι ρουφιάνοι… μόνο πες μου στα γλήγορα ίντα θέλεις γιατί ίσα ίσα που στέκω στα πόδια μου και δεν μ’ ακούει μηδέ να σου μιλώ.
-Ντα πόσο καιρό είσαι ετσιδά αρωστάρης μωρέ Στελή;
-Εδά 5-6 μέρες μέρες με βαστά ένα ατιμασμένο βηχαλάκι και βήχω ούλο το βράδυ, με πονεί κι ο λαιμός μου και δεν μπορώ να καταπιώ το σάλιο μου, γκρούγομαι κιόλας και δε μ’ ακούει ούτες ν’ αναπνέψω καλά-καλά, άσε που πονούνε κι ούλα μου τα κομμάτια λες και μ’ έχουνε κοπανισμένο με την κατσούνα… άσε χάλια σου λέω.
-Κι επήγες μωρέ τροζέ στο νοσοκομείο να σε ξανοίξουν οι γιατροί να σου κάνουνε το τεστ του ιού… γή κάνεις τση κεφαλής σου.
-Όι δεν επήγα κι ούτε πρόκειται να πάω ’γω εκειδά να μου βάλουνε εκείνα να τα μουσουλούκια στη μύτη… επαέ στο σπίτι με γιατροπορεύει η γυναίκα μέχρι να γιάνω, με τρίβει με τσικουδιά στη ράχη, μου κόβει βεντούζες με ποτήρες και μου κάνει βραστάρια με μαλοτύρες και μέλια, σήμερο θα μου σφάξει και μια γρά όρθα είπε για ζουμί… που θα πάει ένα γριπαλάκι είναι και θα περάσει… ετσά μού ’πε κι ο γαλατάς οψές που με είδε δρωμένο στο δρόμο, το ίδιο κι ο κασάπης που με ρώτηξε ίντα διάολο ’χω και βήχω… θά ’ρθει αύριο κι ο παπάς να με διαβάσει μπας και μ’ έχουνε ματιασμένο.
-Δεν είναι κακομοίρη μου αυτό που έχεις εσύ ούτε γριπαλάκι ούτε μάτιασμα, μονό πολύ το φοβούμαι πως σου έει αναγκωληθεί εκείνος σας ο διαολοϊός, γι’ αυτό να πας στο νοσοκομείο ίδια δα μοναχός σου να σε αναλάβουν οι γιατροί, για θα σε ξεβγάλει καπετάνιο μου αν δεν πας κι είναι αμαρτία.
– Ντα ήντα θα μου κάνουνε μπρε σύντεκνε οι γιατροί παραπάνω από την κερά… κι οπέρυσις εκρίγιανα και σε 5-6 μέρες μ’ έκαμε περδίκι… δεν υπάρχει μωρέ μπουνταλά ετούτος σας ο γκολονοϊός που διαλαλούνε εκείνοι να οι Χαρδαλιάδες, άκου που σου το λέω εγώ που κατέω καλιά απ’ εσένα… Είδες εσύ ποτές σου κιανένα τέτοιο αρωστάρη, κιανένα ποθαμένο, ετσά σας το λένε οι κερατάδες οι γιατροί τσι τελεοράσεις ψώματα για να σε φοβερίζουν και σας σε βάνουνε με το ζόρε εκείνες σας τσι μασκάρες να σας σε πνίξουνε… ε μα γω σου το λέω, δεν πρόκειται να γενώ μασκαράς σαν εσάς.
-Καλά -καλά μην βάνεις εσύ κι άκουγε το γαλατά και τον κασάπη αυτά που σου λένε πως δεν υπάρχει ο ιός κι όχι τσοι γιατρούς που είναι η δουλειά τους, μα λίγο καιρό θα μας σε πειράζεις με την κεφαλή που βαστάς..
-Όι εσένα θ’ ακούω που σ’ έχουνε χαρτζιλικώσει να τα λέεις ετουτανά… όπου νά ’ναι θα μου πεις να κάμω και το εμβόλιο να γεμίσω μικρόβια μέσα μου… μωρέ δεν με παρετάς επαέ στην ψοφέ μου… και να ψάξεις αλλού να βρεις κορόιδα γιατί εγώ δεν είμαι.
Ε κακομοίρη σύντεκνε και να κάτεχες πόσο κουζουλός είσαι..!!!
Η καλλίτερη κρητική συνομιλία που διάβασα τα τελευταία χρόνια γραμμένη στο τύπο. Περαστικά του συντέκνου και σε όλους μας, και μπράβο στο συγγραφέα. Αθάνατη κρητική κουλτούρα.
ΦΙΛΙΚΑ
ΜΙΧΑΛΗΣ ΦΡΑΓΑΚΗΣ