(Ο απόηχος των δραµατικών γεγονότων σε π έ ν τ ε πράξεις κι ένα όραµα)
ΠΕΡΑΣΕ κιόλας πάνω από µισός αιώνας! Κι όµως, ήταν σαν χθες που, έχοντας πάρει µετάθεση από το γλυκόπικρο νησί (Σύµη) στο Κιλκίς, έµενα στη Θεσσαλονίκη.
Η βαριά καθηµερινή χουντική ατµόσφαιρα σκίαζε την πόλη του Αγίου περισσότερο απ΄το χειµωνιάτικο καιρό. Κι όµως, µερικές επαναστατικές αναλαµπές, µέσα στο ΑΠΘ και στις boîtes της πόλης. Το νέο κύµα µε αµφίσηµους στίχους και υπονοούµενα, µε ανάλογη µουσική κι ανέκδοτα, συγκέντρωνε πλήθος φοιτητών και άλλου κόσµου. Γινόταν ο χαµός µε το ηµίφως, τα κεριά και το ξαναµµένο συλλογικό τραγούδι.
ΤΙΣ δυο κρίσιµες µέρες (16-17/11/1973), βρισκόµουν εναγώνιος και συχνός επισκέπτης στο σπίτι της -µελλοντικής- κουνιάδας µου, τότε φοιτήτρας της Νοµικής, Πόπης Π. Σε συνεχή δε τηλεφωνική επαφή µε Αθήνα, ακούγαµε τα δραµατικά νέα µε τους πυροβολισµούς, τα τανκς της χούντας και την καταστολή.
Το Πολυτεχνείο γεννιόταν… Γεννιόταν και η ποίηση γι αυτό µε τη διαχρονικότητά της.
-Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ, πάντα άγρυπνος κι αγωνιστής:
1.-“Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος δεν θα πάψεις ούτε στιγµή ν΄αγωνίζεσαι για την ειρήνη και για το δίκαιο. Θα βγείς στους δρόµους, θα φωνάξεις, τα χείλια σου θα µατώσουν απ΄τις φωνές/το πρόσωπό σου θα µατώσει από τις σφαίρες – µα ούτε βήµα πίσω. Κάθε κραυγή σου µια πετριά στα τζάµια των πολεµοκάπηλων/Κάθε χειρονοµία σου σα να γκρεµίζει την αδικία. Και πρόσεξε: µη ξεχαστείς ούτε στιγµή.
Έτσι λίγο να θυµηθείς τα παιδικά σου χρόνια/ αφήνεις χιλιάδες παιδιά να κοµµατιάζονται την ώρα που παίζουν ανύποπτα στις/ πολιτείες
µια στιγµή αν κοιτάξεις το ηλιοβασίλεµα/ αύριο οι άνθρωποι θα χάνουνται στη νύχτα του πολέµου/ έτσι και σταµατήσεις µια στιγµή να ονειρευτείς/ εκατοµµύρια ανθρώπινα όνειρα θα γίνουν στάχτη κάτω από τις οβίδες.
∆εν έχεις καιρό/ δεν έχεις καιρό για τον εαυτό σου
αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος…”(1)
-ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ, η εκποµπή, η σπαραχτική φωνή του φοιτητή:
2.-(1050 χιλιόκυκλοι)
«Εδώ Πολυτεχνείο, εδώ Πολυτεχνείο!»
Αυτή η φωνή που τρέµει στον αέρα,
δεν σου `στειλε ένα µήνυµα µητέρα,
αυτή η φωνή δεν ήτανε του γιου σου,
ήταν φωνές χιλιάδες του λαού σου.
«Εδώ Πολυτεχνείο, εδώ Πολυτεχνείο!»
Μιλάει ένα κορίτσι κι ένα αγόρι,
εκπέµπουνε τραγούδι µοιρολόι,
χίλιες πενήντα αντένες η λαχτάρα,
σε στόµατα µανάδων η κατάρα.
Και τα κορίτσια και τ’ αγόρια που µιλούσαν,
τρεις µέρες και τρεις νύχτες δεν µετρούσαν,
δοκίµαζαν τις λέξεις µε αγωνία,
κι αλλάζανε ρυθµό στην ιστορία.
«Εδώ Πολυτεχνείο, εδώ Πολυτεχνείο!»
Γραµµένα µένουν τα ονόµατα στο αρχείο,
δεν αναφέρονται οι νεκροί που είναι στο ψυγείο,
λένε πως είναι τέσσερις κι είναι εκατό οι µανάδες,
πρώτα σκοτώθηκε η φωνή και σώπασαν χιλιάδες.» (2)
-ΤΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ της νεολαίας και του κόσµου:
3.- “… Εδώ Πολυτεχνείο! Εδώ
τα νιάτα σέρνουνε χορό.
Της Επιστήµης τα παιδιά
και τραγουδάν τη Λευτεριά.
Εδώ της νιότης ο άξιος νους,
που χτίζει θέατρα, ναούς,
σκεδιάζει ιδέες και µηχανές
και δένει το αύριο µε το χτες,
Εδώ Πολυτεχνείο! Εδώ
µέσα στης Τέχνης το ιερό
σκοτώνει η βία τα παιδιά
που τραγουδάν τη Λευτεριά. (…)
“Εδώ Πολυτεχνείου κραυγή
καλούν το Χρέος κι η Τιµή
Λαέ µας, βοήθα τα παιδιά.
Ο αγώνας για τη Λευτεριά” (3)
-ΠΡΩΤΟΣ νεκρός, ο µαθητής ∆ιοµήδης Κοµνηνός:
4.-«Βεβαίως, είχε βεβαρυµένο παρελθόν ο ∆ιοµήδης. Πέντε χρονών, στους ώµους του πατέρα του φώναζε για λευτεριά στην Κύπρο, δέκα χρονών, ξυπόλυτος, µε µια φέτα ψώµι στην τσέπη,
βάδιζε στην πορεία της ειρήνης, στα δώδεκα ζητούσε δηµοκρατία. Στα δέκα επτά
µ’ένα πλακάτ στο χέρι:
ψωµί – παιδεία – ελευθερία». (4)
-Η ΜΝΗΜΗ των νεκρών:
5.- “Ξεκινώντας
δίχως τουφέκι – σπαθί, µονάχα µε τον ήλιο
στο µέτωπο λάµπετε τόσο ψηλά
που η ποίηση θα µείνει χρεώστης σας.
Υπήρξατε ήρωες και ποιητές µαζί. Είστε το ποίηµα.
Απλώνοντας το χέρι µου δε φτάνει ως εκεί
που ωραία λουλούδια σε υψηλό λειµώνα τις µορφές σας
λιτανεύει ο αέρας της αρετής. Ω παιδιά µου!
Μπροστά σ’ αυτό το Ποίηµα µετράει µόνο η σιωπή” (5)
ΚΑΘΕ µέλλον εκκολάπτει επαναστάσεις. Έτσι είναι πλασµένος ο κόσµος: κάθε γενιά να “σηκώνει λίγο ψηλότερα” τον ήλιο και να πορεύεται στη ζωή µε περισσότερο φως, ελευθερία και δικαιοσύνη:
… “Κι όµως, εγώ είµαι πάντα εδώ, κρυµµένη σε κάποια σκοτεινή γωνιά σας. Όταν θα τελειώσετε µε τα «limit up» σας, όταν θα σας λιώσει το ελαστικό ωράριό σας, όταν θα σας πνίξει πια η µπόχα των αποβλήτων του τεχνικού πολιτισµού σας, όταν χτυπήσει και τη δική σας πόρτα ο ρατσισµός και ο αποκλεισµός για τον οποίο τώρα αδιαφορείτε, όταν θα γίνετε και σεις θύµατα τούτης της παγκοσµιοποίησης που τώρα θεοποιείτε, όταν συνειδητοποιείσετε ότι είστε αναλώσιµα υλικά στην κρεατοµηχανή των πολυεθνικών, τότε θα µε θυµηθείτε. Γιατί µε λένε εξέγερση και είµαι η συνείδησή σας…» (6). [8-11-24]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
-(1) Τάσος Λειβαδίτης (1922-1988), Το ποίηµα (απόσπασµα) αποτελεί µια κορυφαία στιγµή της ποιητικής του δηµιουργίας. Γράµµένο το 1950, πρωτοδηµοσιεύθηκε το 1956 στην τέταρτη ποιητική συλλογή του ποιητή, “Ο άνθρωπος µε το ταµπούρλο” (επανέκδοση, Μετρονόµος, 2023). Ξαναγράφτηκε από τον ποιητή, µετά τα γεγονότα του Πολυτεχνείου.
-(2) Κωστούλα Μητροπούλου (1933-204), δηµοσιογράφος: “Το Χρονικό των τριών Ηµερών”, έκδ. εφηµ. Τα Νέα, 2023, σελ. 141
-(3) Βασίλης Ρώτας, συγγραφέας, µεταφραστής, ποιητής (1889-1977)
-(4) Πρώτος νεκρός της 17ης Νοέµβρη 1973 ήταν ο δεκαεφτάχρονος µαθητής ∆ιοµήδης Κοµνηνός. Ο παράλογος θάνατός του ενέπνευσε θαυµάσια ποιήµατα (Γ. Ρίτσος). Το αναφερόµενο στο κείµενο είναι του δηµοσιογράφου ∆ηµήτρη Ραβάνη-Ρεντή (1925-1996). Έχει τίτλο «Στο ∆ιοµήδη Κοµνηνό» και αποτελεί ένα καυστικότατο σχόλιο στην «επίσηµη», κυνική χουντική εκδοχή για το θάνατο του µαθητή: «Μεταξύ των φονευθέντων, είναι ο ∆ιοµήδης Κοµνηνός, ετών 17, µε βεβαρυµένον παρελθόν» (!)
-(5) Νικηφόρος Βρετάκος (1912-1991), Μικρός Τύµβος (Από την ενότητα Παραλειπόµενα της συγκεντρωτικής συλλογής Τα ποιήµατα του Νικηφόρου Βρεττάκου, εκδ. Τρία φύλλα, Αθήνα 1999, τόµος Β).
-(6) ∆ιασκευή σε ευρύτερο κείµενο του Ν. Σ. Παπαδόπουλου, Κοινωνιολόγου- Εκπαιδευτικού. ∆ηµοσιεύτηκε στην «Ελευθεροτυπία», 18/11/2000 (επιλογικό απόσπασµα).