Προς Τον Ιερό Κλήρο, τις Μοναστικές Αδελφότητες και τον ευσεβή και φιλόθεο λαό των Επαρχιών Κισάμου και Σελίνου
«Δεύτε λάβετε φως
εκ του ανεσπέρου φωτός
και δοξάσατε Χριστόν
τον αναστάντα εκ νεκρών»
Αγαπητοί μου αδελφοί,
Λαμπροφορεμένη και πάλι η Αγία μας Εκκλησία, μας καλεί να εορτάσουμε το μεγαλύτερο γεγονός της ιστορίας. Την Ανάσταση του Χριστού. Γεγονός που ξεπερνά όχι μόνο την ιστορία, αλλά και τα πεπερασμένα όρια της ανθρώπινης λογικής. Είναι ένα θαύμα. Για τούτο και κάθε προσπάθεια λογικής κατανόησης του υπερφυσικού αυτού γεγονότος είναι εκ των προτέρων καταδικασμένη σε αποτυχία. Γιατί ο Χριστός δεν είναι ένας κοινωνικός αναμορφωτής η ένας επαναστάτης, όπως κάποιοι Τον παρουσιάζουν, αλλά ο “παθών και συμπαθών”, που εξ αιτίας της μοναδικής αγάπης Του για τον άνθρωπο και τον κόσμο γίνεται Θεάνθρωπος, οδηγείται στο Εκούσιο Πάθος, τον Σταυρό και τον Άδη για να θανατώσει τον θάνατο και να ελευθερώσει τον άνθρωπο από την φθορά και την ανυπαρξία. Μυστήριο η αγάπη του Χριστού. Μυστήριο, επίσης, η Σταύρωσίς Του, ο θάνατος και η Ανάστασίς Του.
Το μέγα αυτό μυστήριο της Ανάστασης το ζούμε, όπως οι Απόστολοι, μέσα στην καρδιά μας, το ψηλαφούμε με τις αισθήσεις μας και το διακηρύσσουμε στα πέρατα της οικουμένης: “ο ακηκόαμεν, ο εωράκαμεν… ο εθεασάμεθα και αι χείρες ημών εψηλάφησαν… απαγγέλλομεν υμίν”, (Α Ἰω. α , 1-3).
Όμως, αδελφοί μου, γεννάται εύλογο το ερώτημα:
Σε εποχές όπου πεισματικά αρνούμεθα να συνειδητοποιήσουμε ότι «ο άνθρωπος δεν έχει ανάγκη από αναμόρφωση, αλλά από Ανάσταση», για να χρησιμοποιήσω τον λόγο του Ντοστογιέφσκι σε εποχές όπου η ατομοκρατία, η αποϊεροποίηση, ο μηδενισμός, δεν οδήγησαν μόνο σε αδιέξοδα, αλλά διογκώνουν τόσο το προσωπικό, κυρίως δε το κοινωνικό μας χάος σε εποχές όπου οι λαοί της Ευρώπης με αλαζονεία στρέφουν τα νώτα τους και δείχνουν, με τον πιο σκληρό και ανάλγητο τρόπο, το πρόσωπό τους και τον… «πολιτισμό» τους στους δεκάδες – χιλιάδες κατατρεγμένους και εμπερίστατους συνανθρώπους μας, που τα συμφέροντα των ισχυρών οδήγησαν στην άβυσσο της προσφυγιάς και της μετανάστευσης σε εποχές, τέλος, όπου ο φόβος, η τρομοκρατία, η ανασφάλεια, η αβεβαιότητα έχουν κυριαρχήσει στην ζωή μας, μετατρέποντας το όνειρο και το όραμα για μια καλύτερη ζωή σε εφιάλτη, σε όλο αυτό τον ζόφο και την παραζάλη των καιρών μας, πόσο ελπίζουμε, πόσο πιστεύουμε και πόσο βιώνουμε το θαύμα αυτό της Ανάστασης;
Πόσο αφήνουμε τον εαυτό μας να ψηλαφίσει “ο ακηκόαμεν, ο εωράκαμεν… ο εθεασάμεθα και αι χείρες ημών εψηλάφησαν…”; Πόσο θα επιτρέψουμε να φωτίσει τα σκότη και της δικής μας καρδιάς και λογικής, το Ανέσπερο Φως, το οποίο ανέτειλε και πάλι εκ του κενού Μνημείου, για να φωτίσει τα σκότη των καιρών και των ψυχών μας; Πόσο ακόμα θα προσδοκούμε και θα πιστεύουμε ότι τα ανθρώπινα συστήματα, οι ιδεολογίες και οι θεωρίες μπορούν να μας λυτρώσουν από την άβυσσο των δεινών και των αδιεξόδων μας; Ποιός, αλήθεια, μπορεί να σηκώσει την ταφόπλακα που ερμητικά κλείνει τις ψυχές και τις καρδιές μας και να μας ελευθερώσει από την φυλακή των αισθήσεων και παραισθήσεών μας; Ποιός έχει την δύναμη να αναστήσει τις ελπίδες και τα όνειρά μας; Ποιός θα αναστήσει και θα ανορθώσει την κοινωνία και την Πατρίδα μας από τον Γολγοθά της ποικιλώνυμης χρεοκοπίας της; Που το φως; Που η ελπίδα; Που η ζωή; Που η χαρά;
«Η τράπεζα γέμει, τρυφήσατε πάντες… Πάντες απολαύσατε του συμποσίου της πίστεως˙ πάντες απολαύσατε του πλούτου της χρηστότητος. Μηδείς θρηνείτω πενίαν˙ εφάνη γαρ η κοινή Βασιλεία… Ανέστη Χριστός και χαίρουσιν άγγελοι. Ανέστη Χριστός, και ζωή πολιτεύεται. Ανέστη Χριστός και νεκρός ουδείς επί μνήματος. Χριστός γαρ εγερθείς εκ νεκρών, απαρχή των κεκοιμημένων εγένετο…», απαντά ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος στον Κατηχητικό του λόγο.
Γιατί, αδελφοί μου, εάν με την Ανάσταση το Χριστού τα πάντα γίνονται καινά – νέα – εάν καταργείται η φθορά και νικιέται ο θάνατος, εάν το Ανέσπερο φως της ελπίδας, της χαράς και της ζωής, πλημμυρίσει την ύπαρξη και το είναι μας, εάν υπερβούμε την λογική και πιστέψουμε το θαύμα και το μυστήριο, ζώντας μυστικά στις καρδιές μας το μυστήριο της Ανάστασης, πιστεύοντας, συγχωρώντας και κοινωνώντας με τον Χριστό και τον συνάνθρωπο, τότε δεν αγνοούμε τον ταραγμένο κόσμο μας, δεν μας τρομάζει η αλήθεια, δεν μας απογοητεύει η καθημερινότητα, δεν μας απελπίζει η ζωή.
Αγωνιζόμαστε να τον καλυτερέψουμε. Ξεφεύγουμε, νικούμε τον πόνο, την θλίψη και την απογοήτευση. Ελευθερωνόμαστε από ό,τι μας θανατώνει, ζώντας στον πλημμυρισμένο από το Φως του Χριστού εσωτερικό μας κόσμο το μυστήριο της Ανάστασης.
Αυτή η πίστη και η δύναμη της Ανάστασης εύχομαι και ταπεινά προσεύχομαι να πλημμυρίσει την ζωή μας, γεμίζοντάς την φως, χαρά και ελπίδα και μεταμορφώνοντάς την σε ένα αιώνιο Πάσχα.
Χριστός Ανέστη! Αληθώς Ανέστη ο Κύριος! Αδελφοί και τέκνα φωτόμορφα της Εκκλησίας!
Μετ’ ευχών και πολλής της
εν Κυρίω Αναστάντι αγάπης,
Ο ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΣΑΣ
† Ο Κισάμου & Σελίνου
ΑΜΦΙΛΟΧΙΟΣ