Σημαντική αύξηση της κατανάλωσης αλκοόλ και του καπνίσματος κατά τη διάρκεια της κύησης από εγκύους στα Χανιά, μέσα στην περίοδο της κρίσης, καταγράφει μελέτη της Μονάδας Ενδιάμεσης Νοσηλείας Νεογνών, και της Μαιευτικής και Γυναικολογικής Κλινικής του Γενικού Νοσοκομείου Χανίων «Ο Άγιος Γεώργιος».
H μελέτη με θέμα “Αλκοόλ και κάπνισμα στην κύηση” πραγματοποιήθηκε σε δύο διαφορετικές χρονικές περιόδους από το 2011 έως το 2016 και χρησιμοποιήθηκε ανώνυμο ερωτηματολόγιο, που διανεμήθηκε σε λεχωίδες την 3η ημέρα μετά τον τοκετό, οι οποίες είχαν γεννήσει στη Μαιευτική- Γυναικολογική Κλινική του Γενικού Νοσοκομείου Χανίων.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης, τα ποσοστά των γυναικών που καταναλώνουν αλκοόλ στην κύηση στο Νομό Χανίων, ανάμεσα στις δύο διαφορετικές χρονικές περιόδους, οπότε διενεργήθηκε η μελέτη, παρουσιάζουν αυξητική τάση, η οποία έχει στατιστικά σημαντική διαφορά (p=0,008), όπου το p<0,05.
Τα συγκεκριμένα ποσοστά που ανέρχονται στο 20% και στο 25% αντίστοιχα για τις δύο χρονικές περιόδους είναι περισσότερο από διπλάσια συγκριτικά με το ποσοστό των ΗΠΑ, που είναι 10%, και πάνω από τον μέσο όρο της Ευρώπης, όπου το ποσοστό είναι περίπου 16%.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, την πρώτη χρονική περίοδο το 20% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι κατανάλωνε αλκοόλ σε οποιαδήποτε στιγμή κατά τη διάρκεια της κύησης, το 34% ότι κάπνιζε πριν και το 19% ότι κάπνιζε σε οποιαδήποτε στιγμή κατά τη διάρκεια της κύησης. Τη δεύτερη χρονική περίοδο το 25% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι κατανάλωνε αλκοόλ σε οποιαδήποτε στιγμή κατά τη διάρκεια της κύησης, το 38,5% ότι κάπνιζε πριν και το 24,5% ότι κάπνιζε σε οποιαδήποτε στιγμή κατά τη διάρκεια της κύησης. Διαχρονικά διαπιστώθηκε αύξηση της κατανάλωσης αλκοόλ και του καπνίσματος κατά τη διάρκεια της κύησης.
Τα παραπάνω στοιχεία υποδηλώνουν ότι το Φάσμα Διαταραχών που συνδέονται με τον Εμβρυϊκό Αλκοολισμό είναι ένα υπαρκτό πρόβλημα στο Νομό Χανίων και ίσως και στην υπόλοιπη επικράτεια και το οποίο ενδεχομένως να διαγιγνώσκεται. Όπως επισημαίνουν οι επιστήμονες, στη μητρική κατανάλωση αλκοόλ στην κύηση οφείλεται το «Φάσμα Διαταραχών που συνδέονται με τον Εμβρυϊκό Αλκοολισμό» το οποίο περιλαμβάνει διαταραχές που μπορεί να είναι από ήπιες έως σοβαρές. Το κάπνισμα της μητέρας στην κύηση μπορεί να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα στην εγκυμοσύνη, στον τοκετό, αυξάνει τον κίνδυνο περιγεννητικής θνησιμότητας, καθώς και σοβαρές διαταραχές στη μετέπειτα ζωή του εμβρύου.
ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ
Για το σκοπό της μελέτης χρησιμοποιήθηκε ένα ανώνυμο ερωτηματολόγιο το οποίο διανεμήθηκε σε λεχωίδες που είχαν γεννήσει στη Μαιευτική- Γυναικολογική Κλινική του Γενικού Νοσοκομείου Χανίων, την 3η ημέρα μετά τον τοκετό και πριν από το εξιτήριο. Στο ερωτηματολόγιο καταγράφονταν τα δημογραφικά στοιχεία των ερωτηθέντων (περιοχή διαμονής, εθνικότητα, ηλικία, μορφωτικό επίπεδο και ετήσιο εισόδημα), καθώς και η ενδεχόμενη κατανάλωση αλκοόλ στις διάφορες περιόδους της κύησης, η ποσότητα και το είδος του αλκοολούχου ποτού. Επιπλέον, καταγράφονταν η συνήθεια καπνίσματος πριν ή και κατά τη διάρκεια των τριών τριμήνων της κύησης, ο αριθμός των τσιγάρων, η παρουσία άλλου καπνιστή στο περιβάλλον της εγκύου και η συσχέτιση του καπνίσματος στην κύηση με τον μητρικό θηλασμό. Η μελέτη διεξάχθηκε σε δύο χρονικές περιόδους, η πρώτη χρονική περίοδος ήταν από 1ης Ιουνίου 2011 έως και 31 Σεπτεμβρίου 2012 και η δεύτερη χρονική περίοδος από 1ης Ιανουαρίου 2016 έως και 31 Δεκεμβρίου 2016.
ΤΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ
Συγκριτικά, μεταξύ των δύο χρονικών περιόδων της μελέτης σημειώθηκαν μεταξύ άλλων τα εξής:
• Παρατηρήθηκε αύξηση κατά 5% (από 68% σε 73%) των Ελληνίδων που συμμετείχαν στην έρευνα και μείωση κατά 5% των αλλοδαπών (από 32% σε 27%). Αυτό θα μπορούσε να εξηγηθεί από το γεγονός ότι η σοβαρή οικονομική και κοινωνική κρίση που διανύει η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια αφενός παροτρύνει την προσέλευση των Ελληνίδων στα δημόσια νοσοκομεία και κατά συνέπεια στη Μαιευτική/Γυναικολογική Κλινική του Νοσοκομείου Χανίων, συγκριτικά με τις ιδιωτικές μαιευτικές κλινικές της πόλης, και αφετέρου, ενδεχομένως λόγω αύξησης της ανεργίας, έχει αναγκάσει την αποχώρηση πολλών αλλοδαπών από τη χώρα μας.
•Μεταξύ των δύο χρονικών περιόδων παρατηρήθηκε μείωση κατά 4% (από 23% σε 19%) της μικρότερης ηλικιακής ομάδας των ερωτηθέντων (<25 ετών) και αύξηση κατά 5% (από 13% σε 18%) της μεγαλύτερης (>35 ετών), που ενδεχομένως να επηρεάζεται από τη μείωση των αλλοδαπών, που τεκνοποιούν στις μικρότερες ηλικίες, και αντίστοιχα από τη μεγαλύτερη προσέλευση των Ελληνίδων στο νοσοκομείο, οι οποίες τεκνοποιούν στις μεγαλύτερες ηλικίες. Πιθανόν η ίδια αιτία ευθύνεται για την αύξηση κατά 6% του ποσοστού των ερωτηθέντων που είχαν ολοκληρώσει την τριτοβάθμια εκπαίδευση (από 30% σε 36%) και τη μείωση κατά 7% (από 57% σε 50%) του ποσοστού των ερωτηθέντων που είχαν ολοκληρώσει τη δευτεροβάθμια.
•Το ποσοστό των ερωτηθέντων των οποίων το ετήσιο εισόδημα ήταν μικρότερο των 10.000 ευρώ αυξήθηκε κατά 6% (από 47% σε 53%) και αυτό μπορεί να δικαιολογηθεί από τη διαχρονική οικονομική κρίση της χώρας. Επίσης, για τον ίδιο λόγο παρατηρήθηκε αύξηση κατά 4% (από 36% σε 40%) αυτών των οποίων το εισόδημα ήταν από 10.000 έως 20.000, ενώ παρουσίασε μείωση κατά 4% (από 11% σε 7%) αυτών των οποίων ήταν περισσότερο από 20.000 ευρώ ετησίως.
•Σχετικά με το αλκοόλ μεταξύ των δύο χρονικών περιόδων, διαπιστώθηκε αύξηση κατά 5% (από 20% σε 25%) των γυναικών που κατανάλωναν αλκοόλ σε οποιοδήποτε στιγμή κατά τη διάρκεια της κύησης και αύξηση κατά 5% (από 13,5% σε 18,5%) αυτών που κατανάλωναν αλκοόλ σε όλη τη διάρκεια της κύησης, παραμένοντας όμως ίδιο το ποσοστό αυτών που κατανάλωναν τη μεγαλύτερη ποσότητα αλκοόλ στην κύηση, δηλαδή από 1 ποτήρι την εβδομάδα έως ένα ποτήρι την ημέρα (8,5%).
•Τα ποτά προτίμησης παρέμειναν το κρασί, η μπίρα ή ο συνδυασμός τους και χωρίς ουσιαστικές μεταβολές ανάμεσα στις δύο χρονικές περιόδους.
•Ανάμεσα στις γυναίκες που κατανάλωναν αλκοόλ στην κύηση και στις δύο χρονικές περιόδους, οι Ελληνίδες, σε σχέση με τις αλλοδαπές, κατείχαν το μεγαλύτερο ποσοστό. Διαχρονικά όμως παρατηρήθηκε μεγαλύτερη αύξηση στις Ελληνίδες που κατανάλωναν αλκοόλ στην κύηση, κατά 5,5% (από 22% σε 27,5%), συγκριτικά με τις αλλοδαπές, που παρουσίασαν αύξηση κατά 3,5% (από 16% σε 19,5%) και αυτό θα μπορούσε να δικαιολογηθεί από τη σταδιακή αύξηση της προσέλευσης των Ελληνίδων στο δημόσιο νοσοκομείο.
• Σχετικά με την κατανάλωση αλκοόλ και το ετήσιο εισόδημα, παρατηρήθηκε μεταξύ των δύο χρονικών περιόδων σημαντική αύξηση κατά 12% (από 20% σε 32%) στην ομάδα του ετήσιου εισοδήματος από 10.000 έως 20.000 ευρώ, ενώ δεν υπήρξε ουσιαστική μεταβολή στις ομάδες του χαμηλού (<10.000 ευρώ) και του υψηλού (>20.000 ευρώ) ετήσιου εισοδήματος.
•Η αύξηση κατά 8% (από 20% σε 28%) της κατανάλωσης αλκοόλ στην κύηση στις γυναίκες που διαμένουν στην πόλη των Χανίων μεταξύ των δύο χρονικών περιόδων ενδεχομένως να επηρεάστηκε από την αυξημένη προσέλευση των Ελληνίδων, οι οποίες διαμένουν κυρίως στην πόλη, και τη μείωση των αλλοδαπών, οι οποίες κατοικούν κυρίως στις αγροτικές περιοχές του νομού.
•Σχετικά με την ταυτόχρονη κατανάλωση αλκοόλ και καπνίσματος στην κύηση, ανησυχία προκαλεί το γεγονός ότι μεταξύ των δύο χρονικών περιόδων παρατηρήθηκε αύξηση από 5% σε 8,5%, το οποίο ενδεχομένως οφείλεται στο ότι διαχρονικά υπάρχει αυξητική τάση και στο κάπνισμα κατά τη διάρκεια της κύησης όπως φαίνεται παρακάτω.
•Σχετικά με το κάπνισμα μεταξύ των δύο χρονικών περιόδων, διαπιστώθηκε αύξηση του καπνίσματος στις γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας κατά 4,5% (από 34% σε 38,5%), αύξηση του καπνίσματος σε οποιαδήποτε στιγμή κατά τη διάρκεια της κύησης κατά 5,5% (από 19% σε 24,5%) και αύξηση του καπνίσματος σε όλη τη διάρκεια της κύησης κατά 1,5% (από 12,5% σε 14%).
• Περισσότερες από τις μισές καπνίστριες κατά τη διάρκεια της κύησης (55% και 59% αντίστοιχα στις δύο χρονικές περιόδους) κάπνιζαν μέχρι 5 τσιγάρα την ημέρα και ακολουθούσαν αυτές που κάπνιζαν από 5 έως 10 τσιγάρα την ημέρα (24% και 27,5% αντίστοιχα). Το μικρότερο, αλλά όχι αμελητέο, ποσοστό κατείχαν αυτές που κάπνιζαν περισσότερα από 10 τσιγάρα την ημέρα (15,5% και 11,5% αντίστοιχα).
• Ανάμεσα στις καπνίστριες κατά τη διάρκεια της κύησης και στις δύο χρονικές περιόδους, οι Ελληνίδες, σε σχέση με τις αλλοδαπές, κατέχουν το μεγαλύτερο ποσοστό. Διαχρονικά όμως παρατηρήθηκε αύξηση μόνο στις Ελληνίδες κατά 7,5% (από 21% σε 28,5%), ενώ οι αλλοδαπές παρέμειναν σταθερά στο ίδιο ποσοστό 14%. Όπως και για το αλκοόλ, αυτό θα μπορούσε να δικαιολογηθεί από τη μεγαλύτερη προσέλευση των Ελληνίδων στο δημόσιο νοσοκομείο. Η μεγαλύτερη προσέλευση Ελληνίδων, οι οποίες τεκνοποιούν σε μεγαλύτερη ηλικία σε σχέση με τις αλλοδαπές, θα μπορούσε εν μέρει να ερμηνεύσει τη μεγάλη αύξηση κατά 9% (από 22% σε 31%) που παρατηρείται στην ηλικιακή ομάδα άνω των 35 ετών.
•Η αύξηση κατά 9,5% (από 20% σε 29,5%) του καπνίσματος στην κύηση στις γυναίκες που διαμένουν στην πόλη των Χανίων και κατά 5,5% (από 14% σε 19,5%) σε αυτές που διαμένουν σε κωμοπόλεις μεταξύ των δύο χρονικών περιόδων ενδεχομένως να σχετίζεται με την αυξημένη προσέλευση των Ελληνίδων που διαμένουν κυρίως στα μεγάλα αστικά κέντρα του νομού.
•Από τη μελέτη προκύπτει επίσης ότι τις περισσότερες φορές που οι έγκυοι καπνίζουν κατά τη διάρκεια της κύησης, υπάρχει και κάποιος άλλος καπνιστής στο σπίτι, ο οποίος προφανώς είναι ο σύζυγος ή ο σύντροφος.
•Τέλος, και στις δύο χρονικές περιόδους, στην πλειοψηφία των καπνιστριών κατά τη διάρκεια της κύησης, καταγράφεται η επιθυμία διακοπής του καπνίσματος προς όφελος του μητρικού θηλασμού (ποσοστό 65,5% και 70% αντίστοιχα).
ΛΗΨΗ ΜΕΤΡΩΝ
Για τους παραπάνω λόγους, οι ειδικοί επισημαίνουν ότι χρειάζεται άμεσα να ληφθούν επιπλέον μέτρα πρωτοβάθμιας, δευτεροβάθμιας αλλά και τριτοβάθμιας πρόληψης. Τα υψηλά ποσοστά που καταγράφονται επιβάλλουν τη λήψη μέτρων και αποφάσεων, έτσι ώστε να μειωθεί η συχνότητά τους και κατά συνέπεια οι αρνητικές επιπτώσεις που προκαλούνται στο αναπτυσσόμενο έμβρυο και το παιδί. Ενδεχομένως, όπως αποτυπώνεται από την παρούσα μελέτη, η σοβαρή κοινωνική και οικονομική κρίση που διανύει η χώρα μας, δημιουργώντας συνθήκες ατομικής και οικογενειακής αστάθειας, να επηρεάζει και να ευθύνεται εν μέρει για τα διαχρονικά αυξανόμενα ποσοστά, αλλά και να μη διευκολύνει την εφαρμογή μέτρων πρωτοβάθμιας πρόληψης σε όλο τον πληθυσμό και κυρίως στις γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας.