«Δεν υπήρξε ποτέ καλός πόλεμος ή κακή ειρήνη.»
[Βενιαμίν Φραγκλίνος (1706-1790), στο “Επιστολή στον Josiah Quincy-11 Septembre 1773]
Η ΕΥΡΩΠΗ είχε να δει πόλεμο απ΄την απελευθέρωσή της (1945), μέχρι που έγινε η επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία! Για τη Μέση Ανατολή δεν το συζητάμε: ο πόλεμος εκεί (εικόνα Α), δυστυχώς, αποτελεί καθημερινότητα εδώ και 76 χρόνια (1947).
ΟΙ ΑΓΡΙΟΤΗΤΕΣ όμως, που βλέπουμε και στους δυο πολέμους, είναι πρωτοφανείς. Δεν είναι δυνατόν να έχουμε τόσα πολλά θύματα στη λωρίδα της Γάζας (από την έναρξη του ισραηλοπαλαιστινιακού πολέμου- Οκτώβρης του 2023- ξεπέρασαν τις 30 χιλιάδες) και η διεθνής Κοινότητα περί άλλα να τυρβάζει! Αλλά, σε κάθε πόλεμο, τα πρώτα θύματα δεν ήταν πάντα η αλήθεια και οι άμαχοι;
Η ΒΑΡΒΑΡΟΤΗΤΑ του Πούτιν απέναντι σε κάθε αντιφρονούντα (που δεν συμφωνεί με τη μονοπρόσωπη αυταρχική, ολιγαρχική πολιτική του και την πληρώνει όπως ο Αλεξέι Ναβάλνι), αλλά κι αυτή που εφαρμόζει στην Ουκρανία, έχει την εξήγησή της: «Το μίσος έναντι της Δύσης είναι το κυρίαρχο συναίσθημα του Πούτιν. Μισεί τη Δύση γιατί μισεί την ελευθερία. Αισθάνεται ότι απειλείται από οτιδήποτε δεν ελέγχει», λέει η Φρανσουάζ Τομ, γαλλίδα ιστορικός στη Σορβόννη (1)
ΚΟΙΤΑΖΟΝΤΑΣ, λοιπόν, μια εικονική απόδοση του πολέμου με θύματα πρωτίστως τα παιδιά που όμως δεν παύουν να ονειρεύονται και να ελπίζουν σε έναν καλύτερο κόσμο (εικόνα Β), επιστρέφουμε νοερά 78 χρόνια πριν. Τότε που και στην Ελλάδα ο εμφύλιος είχε καταστρέψει χιλιάδες χωριά, είχε σκοτώσει περισότερους από όσους ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος στη χώρα και είχε εκπατρίσει από τα μέρη μας χιλιάδες αθώα θύματα (ανταρτόπληκτα). Με πολλούς δε γονείς απελπισμένους, να ζητούν απεγνωσμένα να σώσουν τα παιδιά τους στα ιδρύματα της “Βασιλικής Πρόνοιας”.
ΓΙΑ εκείνη την εποχή (1946-1949) κατά την οποία βασίλευε μόνο το μαύρο καμμένο τοπίο κι ο θάνατος (Βόρεια Ελλάδα, Ήπειρος), επικαλούμενος το μοναδικό φως του ήλιου που ξανανάτελλε, ο Αντώνης Σαμαράκης (1919-2003), ο γνωστός μας γοητευτικός συγγραφέα, έγραψε το παρακάτω ποίημα· ζητά από τον ήλιο (το Χριστό), όχι να επαναφέρει τους νεκρούς στη ζωή, ούτε να αποκαταστήσει τις καταστροφές, αλλά να “αναστήσει” την καρδιά του έθνους ξαναφέρνοντας σ’ αυτήν την καταλλαγή και την ομόνοια ανάμεσα στους αντιμαχόμενους (2):
“Ήλιε μου, για χαμήλωσε, για σκύψε παρακάτου,
να δεις κακό που γίνηκε στην έρμη τούτη χώρα,
να δεις τα δάση που ’καψαν σα να ’τανε λαμπάδες,
να δεις τα σπίτια που ’καψαν σα να ’τανε λαμπάδες,
να δεις γιοφύρια που ’ριξαν που ο χρόνος τα σεβάστη,
να δεις και τι δεν έκαψαν και τι δεν εγκρεμίσαν,
να δεις τι μέγας χαλασμός στην έρμη τούτη χώρα…
Ήλιε μου, για χαμήλωσε, για σκύψε παρακάτου,
να δεις κακό που γίνηκε στην έρμη τούτη χώρα,
να δεις το αίμα που ’τρεξε σα θολερό ποτάμι,
να δεις το δάκρυ που ’τρεξε σα θάλασσα μεγάλη,
να δεις τον πόνο το βαθύ που σπάραξε τα στήθη,
να δεις το πένθος, το χαμό, τις μαυροφορεμένες μάνες
που μοιρολογούν και κλαιν για τα παιδιά τους.
Ήλιε μου, για χαμήλωσε, για σκύψε παρακάτου,
να δεις τι κλαίω τώρα ’γώ και τι μοιρολογάω.
Τι ’γώ δεν κλαίω για κεινούς που ξάπλωσαν
στο χώμα, μηδέ για κείνους πόμειναν και τους μοιρολογάνε.
Γιατί δεν κλαίω τα σπίτια ’γώ, δεν κλαίω τα γιοφύρια,
δεν κλαίω τα δάσα που ’καψαν σα να ’τανε λαμπάδες.
Γιοφύρια πάλι θα χτιστούν και δάσα θα φυτρώσουν
και σπίτια χτίζουνται στη γης με λάσπη και με πέτρα.
Κι οι ζωντανοί, σιγά-σιγά, θα τους αλησμονήσουν
τους πεθαμένους αδερφούς, τ’ αποθαμένα αγόρια.
Αχ, έτσι ο κόσμος πλάστηκε, ν’ αλλάζει κάθε τόσο,
δάσα παλιά να καίγουνται, καινούργια να φυτρώνουν…
Αχ, τι να κλάψω τώρα ’γώ, τι να μοιρολογήσω.
Μόν’ μια καρδιά που χάλασαν και την μπολιάσαν μίσος,
μόν’ μια καρδιά που έμαθε πως δεν υπάρχει αγάπη,
πως δεν υπάρχει δα στοργή μηδέ και καλοσύνη.
Μόν’ μια καρδιά που σπείρανε στο χώμα της το πάθος,
μόν’ μια καρδιά π’ απόμεινε σα να ’ταν έρμη χώρα.
Μόν’ μια καρδιά μοιρολογώ, μόν’ μια καρδιά ’γώ κλαίω.
Ήλιε μου, για χαμήλωσε, για σκύψε παρακάτου,
για γιάτρεψέ την την καρδιά που πλήγωσαν δω χάμου,
για ζέστανέ την την καρδιά που πάγωσε δω χάμου,
γι’ανάστησέ την την καρδιά που πέθανε δω χάμου…
Ήλιε μου, για χαμήλωσε…
Ήλιε μου συ, Χριστέ μου”. (11/1949)
ΑΛΛΑ, γιατί ο άνθρωπος να οδηγεί τις εφήμερες φιλοδοξίες του στο πάθος της εξουσίας και στη λύση κάθε προβλήματός του μέσω των πολέμων, του μίσους και της βαρβαρότητας; Ένα αιώνιο θέμα που δεν θα απαντηθεί ποτέ, όσο αντικρίζουμε τον άλλο με πατριδοκάπηλα συναισθήματα, με ιστορικά εχθρικές καχυποψίες, με βουλιμικές τάσεις για τα εδάφη του. Και πιο πολύ, όσο το διεθνές δίκαιο “ντύνεται” με τα χρώματα με τα οποία εμείς θέλουμε να το ντύσουμε, ως ισχυρότεροι… Έγραφε για το θέμα αυτό παλαιότερα στην εφημερίδα “Τα Νέα” (24/10/05), ο σπουδαίος, πρόωρα χαμένος, δημοσιογράφος Ρούσος Βρανάς (1950-2012): «Η βαρβαρότητα στο όνομα του δικαίου είναι μια απ΄τις μεγαλύτερες α π ο λ α ύ σ ε ι ς στις οποίες ενδίδει κάθε τόσο η ανθρώπινη φύση».
Ε, ΑΥΤΗΝ την πολεμική βαρβαρότητα (εικόνα Γ) -και όχι μόνο- που ζούμε σήμερα, την προείδε ο νομπελίστας ποιητής μας Οδυσσέας Ελύτης το 1976 (3): «Ήδη, σας το είπα. Είναι η βαρβαρότητα. Τη βλέπω να ‘ρχεται μεταμφιεσμένη, κάτω από άνομες συμμαχίες και προσυμφωνημένες υποδουλώσεις. Δεν θα πρόκειται για τους φούρνους του Χίτλερ ίσως, αλλά για μεθοδευμένη και οιονεί επιστημονική καθυπόταξη του ανθρώπου. Για τον πλήρη εξευτελισμό του. Για την ατίμωσή του. Οπότε αναρωτιέται κανείς: Για τι παλεύουμε νύχτα μέρα κλεισμένοι στα εργαστήριά μας; Παλεύουμε για ένα τίποτα, που ωστόσο είναι το παν. Είναι οι δημοκρατικοί θεσμοί, που όλα δείχνουν ότι δεν θ’ αντέξουν για πολύ. Είναι η ποιότητα, που γι’ αυτή δεν δίνει κανείς πεντάρα. Είναι η οντότητα του ατόμου, που βαίνει προς την ολική της έκλειψη. Είναι η ανεξαρτησία των μικρών λαών, που έχει καταντήσει ήδη ένα γράμμα νεκρό. Είναι η αμάθεια και το σκότος. (…)” (3)
… ΚΑΙ ΠΟΤΕ, άραγε, θα έλθει η πολυπόθητη “επι γης ειρήνη” κατανικώντας τη βαρβαρότητα; Θα παραμένει αυτή μια εσαεί ουτοπική αναζήτηση ή έτσι πλάστηκε ο άνθρωπος, να είναι φιλοπόλεμος;
«Η ειρήνη θα έρθει μόνο τότε”, μας λέει ο Παντίτ Νεχρού (1889-1964), “όταν οι αιτίες που προκαλούν τον πόλεμο κατανικηθούν. Όσο θα διαρκεί η κυριαρχία μιας χώρας πάνω στην άλλη ή η εκμετάλλευση μιας τάξης από μια άλλη, αδιάκοπα θα γίνονται προσπάθειες για την ανατροπή της υπάρχουσας κατάστασης. Ποτέ η ειρήνη δεν μπορεί να ‘ρθει απ’ τον ιμπεριαλισμό και τον καπιταλισμό.» (1-3-2024).
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
-(1) Φρανσουάζ Τομ, στο δοκίμιο της με τίτλο «Comprendre le Poutinisme» (εκδ. Desclée de Brouwer) – «Ερμηνεύοντας τον Πουτινισμό» [https://www.tovima.gr/2022/04/23/world/fransouaz-tom-o-poutinismos-den-exei-ideologia-vasizetai-stin-pikria-kai-sto-misos/]
-(2)Αντ. Σαμαράκης (1919-2003), “Ποιήματα”, Ψυχογιος, 2016
-(3) Οδυσσέας Ελύτης:η τελευταία ερώτηση της συνέντευξης του Γιώργου Πηλίχου για την εφημερίδα “Τα Νέα” της 26/11/1976 σελ.2