Τύχη αγαθή και προσπάθεια ανεκτίμητη η συνεργασία της εφημερίδας «Χανιώτικα νέα», με το Κοινωφελές Ίδρυμα «Αγία Σοφία» στην εκπόνηση και έκδοση του τόμου «Επανάσταση 1897».
«Ένα έργο, κατά τους εκδότες, με πραγματική ιστορική αξία αλλά και εθνική σημασία», έκφραση τιμής στους αγωνιστές.
Πηγή τόλμης, πατριωτισμού και αυτοθυσίας, έμπνευσης και διδαχής για μας που απολαμβάνουμε σήμερα τις θυσίες τους.
Αλλά και με την υποχρέωση, όπως γράφει στον χαιρετισμό του ο Πρόεδρος του Κοινωφελούς Ιδρύματος «Αγία Σοφία» Μητροπολίτης Κισσάμου και Σελίνου Ειρηναίος Γαλανάκης, «…να ανοίγουμε πότε – πότε τους τάφους των ηρώων μας και να ανιστορούμε μνήμες και αθιβολές ανθρώπων που με γνωστικάδα και παλικαριά, με πίστη και τιμιότητα, άλλοι με το τουφέκι κι άλλοι με το σωστό κουμάντο διώξανε το τούρκικο φέσι από την Κρήτη».
Ανοίγω τον πολύτιμο τόμο «Επανάσταση 1897», που δε λείπει από το γραφείο μου, και τον τάφο του αείμνηστου Χατζή Ιερόθεου Καλογριδάκη και με βάση τα πολύτιμα στοιχεία που παραθέτει ο αξιόλογος Γεώργιος Λουπάσης και το «Προσκυνητάριο» της Ιεράς Σταυροπηγιακής Μονής Χρυσοπηγής φέρνω στο προσκήνιο τη ζωή και το έργο του Αποκορωνιώτη αγωνιστή της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού, του Καριώτη Ιερομόναχου, Ιερόθεου Καλογριδάκη.
Γεννήθηκε το 1827 στις Καρές Αποκορώνου και στη βάπτισή του ονομάστηκε Ιωάννης. Τα πρώτα γράμματα τα έμαθε στη Ραμνή από τον εφημέριο του χωριού, Ιερομόναχο Αγιοτριαδίτη, Ματθαίο, που ασκούσε και το λειτούργημα του δασκάλου.
Στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στα Τσικαλαριά, εργαζόμενος στο Αγγειοπλαστείο του Ιωάννη Γιαλιγιούρη. Παράλληλα μετέβαινε στα Χανιά, στο Ελληνικό σχολείο, που παρακολουθούσε τον περίφημο δάσκαλο Ψαράκη. Εκτιμώντας ο Ψαράκης την εργατικότητα και τη φιλομάθεια του μαθητή του τον συνέστησε στον Μητροπολίτη Κρήτης Χρύσανθο, που βρέθηκε στα Χανιά.
Ο Μητροπολίτης αξιολογώντας τη φιλοπονία και την επιμονή του μικρού Ιωάννη τον συνέστησε στον ηγούμενο της Μονής Αγίου Ελευθερίου Μουρνιών Κάλλιστο Φυντίκη, ο οποίος τον προσέλαβε στη Μονή. Πέρασε με επιτυχία το στάδιο της δοκιμασίας και έγινε δεκτός ως μοναχός χειροτονηθείς ιεροδιάκονος με το όνομα Ιερόθεος. Με τη μεταφορά της έδρας της Μονής στη Χρυσοπηγή το 1858, προχειρίσθηκε ιερομόναχος, θέση και λειτούργημα ευθύνης για τη δράση του υπέρ της πατρίδος κατ την υποστήριξη των εκάστοτε επαναστατικών κινημάτων.
Κατά την επανάσταση του 1866-69 προήχθη στο βαθμό του Αρχιμανδρίτη και διέμενε στα Χανιά ως μυστικός αντιπρόσωπος των επαναστατών με το ψευδώνυμο “Γέρο Σταύρος”.
Στο τέλος της επανάστασης (1869) οι αδελφοί της Μονής Χρυσοπηγής τον εξέλεξαν Ηγούμενο την τετραετία 1869-1873.
Στη διαδικασία εκλογής Επισκόπων για τις Επαρχίες Κυδωνίας και Αποκορώνου και Κισσάμου και Σελίνου, 28 Ιουνίου 1869, υποψήφιος ήταν και ο Ιερόθεος που κατέλαβε τη 2η θέση στις προτιμήσεις των Ιεραρχών της Κρήτης.
Με την ιδιότητα του Προέδρου της Δημογεροντίας Βάμου υπήρξε ο κυριότερος της προετοιμασίας και οργάνωσης της επανάστασης του 1878, στην οποία έλαβε μέρος με τον τίτλο του Προέδρου του Επαναστατικού Κομιτάτου Βάμου.
Το κύρος και τις δυνατότητες του Ιεροθέου Καλογριδάκη φανερώνει και η κοινή απόφαση, το 1888, των ηγουμενοσυμβουλίων των Μοναστηριών Χρυσοπηγής, Αγίας Τριάδος, Γουβερνέτου και Γωνιάς, να υπερασπίσει τα συμφέροντα τους απέναντι στην κακοδιαχείριση των Μοναστηριακών περιουσιών από τη Δημογεροντία Χανίων.
Στην επανάσταση του 1889, δεν έκρινε την κατάσταση κατάλληλη και δεν έλαβε μέρος. Με παρεμβάσεις του βοήθησε ώστε οι διενέξεις που υπήρχαν να μην πάρουν ανεξέλεγκτες διαστάσεις.
Στα τελευταία επαναστατικά γεγονότα 1895-1897, λόγω γήρατος, ο Ιερόθεος δεν είχε τη δυνατότητα για σημαντική παρουσία, συνέβαλε όμως στον αγώνα με ενθαρρυντικές επιστολές και συμβουλές προς τους αγωνιστές.
Κατά την τελευταία του Ιανουαρίου σφαγή στα Χανιά οι μοναχοί εγκατέλειψαν τη Μονή και όλοι προέτρεπαν τον Ιερόθεον να την εγκαταλείψει και εκείνος «Πού θα υπάγω, είπεν, εις τα όρη; Τα γόνατα μου δεν με βαστάζουσι. Εις την Ελλάδα; Η φιλοτιμία μου και η προς την Μονήν αγάπη μου δεν μου το επιτρέπουσιν! Πεντήκοντα έτη δουλεύω εις την Μονήν ταύτην, και τώρα δια να κερδίσω ίσως ολίγων ημερών ζωή θα την εγκαταλείψω; Ή θα τη σώσω ή τουλάχιστον δεν θα επιζήσω να ιδώ κατεστραμμένα εκείνα δια τα οποία τοσούτον εμόχθησα!».
Η Κρητική πολιτεία αναγνωρίζοντας το έργο του τον κατέταξε το 1904 στους αγωνιστές Β’ τάξεως.
Μεταξύ των σημαντικών υπηρεσιών του προς τη Μονή του είναι η συνέχιση του Κώδικα της Μονής για το διάστημα 1846-1897 και η συγγραφή ενός έργου με τίτλο «Διάφορα πάθη της Κρήτης».
Παράδοση για τον Ιερόθεο αναφέρει ότι υπήρξε ανάδοχος του Ελευθερίου Βενιζέλου, τον οποίον εβάπτισε στην εξαρτηματική της Χρυσοπηγής Μονή του Αγίου Ελευθερίου δίνοντάς του το όνομα του Αγίου.
Επέζησε να χαρεί την απελευθέρωση της Κρήτης από την τουρκοκρατία και κοιμήθηκε εν Κυρίω στις 23 Οκτωβρίου του 1909. Αιωνία η Μνήμη του.
Το αγροτόπαιδο από τις Καρές Αποκορώνου Ιωάννης Καλογριδάκης και μετέπειτα Ιερομόναχος της Ιεράς Μονής Χρυσοπηγής με το όνομα Ιερόθεος, Ηγούμενος και Αρχιμανδρίτης, μυστικός εκπρόσωπος στα Χανιά, Πρόεδρος της Δημογεροντίας Βάμου, συντελεστής της επανάστασης του 1888, που έλαβε μέρος ως Πρόεδρος του Επαναστατικού Κομιτάτου, υπηρέτησε επάξια την Ορθοδοξία και τον Ελληνισμό.
Με το αγωνιστικό του φρόνημα, τον απλό και θαρραλέο λόγο του, τη ζέουσα πίστη του και την ολόψυχη αγάπη του προς τον Αποκόρωνα και την Κρήτη συγκινούσε, συνέγειρε και προκαλούσε τους πάντες για τον αγώνα της ελευθερίας, που έζησε και ο ίδιος.
Ευεργέτες και υπόχρεοι απέναντι του είμεθα απαξάπαντες. Το βάρος όμως εντοπίζεται στην Ιερά Μητρόπολη Κυδωνίας και Αποκορώνου, το Δήμο Αποκορώνου, την Ιερά Μονή της μετανοίας του, Χρυσοπηγή και κατά προέκταση στα Κοινωφελή Ιδρύματα του Αποκόρωνα, «Αγία Σοφία» και «Προσκύνημα Άγιος Ραφαήλ» για τον συντονισμό και την πραγματοποίηση στη γενέτειρά του, τις Καρές, ειδικής θρησκευτικό-φιλολογικής εκδήλωσης με τη συνεργασία και των ελάχιστων κατοίκων του χωριού του.
Εκδήλωση και προσπάθεια επιβεβλημένη για να διατηρήσουμε την Ελληνορθόδοξη ταυτότητά μας ως άθλημα ελευθερίας, ως οικουμενικό αγαθό, ως πανανθρώπινη αξία, ως έρεισμα αγώνων και αγωνίας για την ανθρώπινη αξία και αξιοπρέπεια.