Στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Χανίων εκδικάζεται η υπόθεση βιαιοπραγίας σε βάρος Γερμανών τουριστών στον Μυλοπόταμο Ρεθύμνου το καλοκαίρι του 2022.
Κατηγορούμενοι είναι δύο Ρεθυμνιώτες, ενώ το παρών δίνουν οι 3 από τους 4 Γερμανούς τουρίστες ως μάρτυρες υποστήριξης της κατηγορίας.
Στη κατάθεση της η πρώτη μάρτυρας μια νεαρή Γερμανίδα κοπέλα αναφέρθηκε στα γεγονότα του Αυγούστου του 2022 λέγοντας πως επέβαινε στο αμάξι μαζί με τον πατριό της και άλλα δυο άτομα και κατευθύνονταν προς το ξενοδοχείο τους.
«Φτάσαμε σε ένα σταυροδρόμι και εμφανίστηκε ένα μαύρο αγροτικό αυτοκίνητο από την αντίθετη κατεύθυνση και αντιληφθήκαμε ότι μας άγγιξε . Δεν σταμάτησε όμως αλλά έφυγε και τον ακολουθήσαμε για να δούμε την πινακίδα του».
«Πώς αισθανθήκατε το άγγιγμα αφού δεν υπήρχε;» ρώτησε η πρόεδρος.
«Αισθανθήκαμε με ότι υπήρχε επαφή και τους κάναμε σήμα να σταματήσουν. Σταματήσαμε δίπλα τους, το παράθυρο του συνοδηγού μας ήταν ανοικτό και το ίδιο το παράθυρο του οδηγού του αγροτικού. Ο αδελφός μου ρώτησε γιατί μας “κόψατε”. Δεν δόθηκε καμία απάντηση από τον οδηγό του άλλου αυτοκινήτου που άνοιξε την πόρτα του που χτύπησε την πόρτα μας και έριξε 5-6 γροθιές στον αδελφό μου».
Στη συνέχεια η μάρτυρας κατέθεσε πως ένα από τα αδέλφια της αμύνθηκε γρονθοκοπώντας τον οδηγό του αγροτικού που έπειτα πήρε ένα μαχαίρι στα χέρια του και με αυτό απείλησε την ίδια, τα αδέλφια και τον πατριό της.
Στη συνέχεια σημείωσε πως οι Γερμανοί τουρίστες μπήκαν στο αυτοκίνητο τους και απομακρύνθηκαν με το αγροτικό να τους ακολουθεί και να προσπαθεί να τους βγάλει από το δρόμο τρακάροντας τους, ενώ στη συνέχεια όταν έφτασαν στο Πέραμα έπεσε πάνω τους.
Ακολούθησε η κατάθεση του δεύτερου Γερμανού μάρτυρα που υποστήριξε ότι “«λόγω της απειλής από τον οδηγό και το συνοδηγό νιώσαμε φόβο». Στη συνέχεια παρέθεσε τα γεγονότα έτσι όπως τα έζησε.
Οι ερωτήσεις των συνηγόρων υπεράσπισης επικεντρώνονται στο ότι προανακριτικά οι Γερμανοί ανέφεραν πως είχαν την βεβαιότητα ότι τους τράκαραν, ενώ μετά υποστήριξαν ότι νόμιζαν ότι τους τράκαραν, καθώς επίσης ότι μετά το συμβάν οι Γερμανοί συνέχισαν τις διακοπές τους.
Ακολούθησε η κατάθεση και του τρίτου Γερμανού πολίτη.