Αναφερόμενος «στην εικόνα την οποία βγάζουν προς τα έξω πρόσωπα με διακεκριμένη θέση στο χώρο της Εκκλησίας» έγραφα: «Πρόκειται για εικόνα τα χαρακτηριστικά της οποίας δεν είναι για έπαινο ή για μίμηση. Ατασθαλίες διοικητικού, πνευματικού, ακόμη και οικονομικού περιεχομένου, με πρωταγωνιστές μάλιστα υψηλά ιστάμενους, δημοσιοποιούνται συχνά σκανδαλίζοντας και εξοργίζοντας τον κόσμο» (βλ. Χ.Ν. 29.4.2014, σελ 40).
Στις 2 Ιουλίου έγινε γνωστό ότι το πρωί της ίδιας ημέρας άφησε την τελευταία πνοή του σε παραλία της Αττικής πρώην Μητροπολίτης, ο οποίος είχε καθαιρεθεί και στη συνέχεια καταδικασθεί σε κάθειρξη 6 ετών το 2008 για υπεξαίρεση μεγάλου χρηματικού ποσού. Πιθανότατα, πολλοί θυμούνται τα σχετικά γεγονότα…
Το αναφέρω αυτό για τον απλό λόγο ότι πρόκειται για παράδειγμα, το πιο πρόσφατο ίσως, το οποίο επιβεβαιώνει όσα έγραφα στο μνημονευθέν άρθρο για την κατά τον Αρχιεπίσκοπο κ. Ιερώνυμο «κατάντια» της Εκκλησίας. Μετά το οποίο άρθρο δέχθηκα, ανάμεσα στα άλλα, τηλεφώνημα από φίλο, διακεκριμένο κληρικό, ο οποίος με ρώτησε «για ποιον τα έγραφα». Φυσικά, δεν δυσκολεύτηκα να απαντήσω: για όλους, από αγάπη προς την Εκκλησία. Όπως έπραξα επανειλημμένως κατά το παρελθόν, πρόσφατο ή πιο μακρινό: βλέποντας και βιώνοντας τη συνολική και την επί μέρους εικόνα της, είχα επιχειρήσει κατά συνείδησιν, κατά τις δυνάμεις μου και κατά την κρίση μου μέσα από τις στήλες της εφημερίδας αυτής (και από άλλα βήματα) να βοηθήσω. Επειδή τα προβλήματα δεν είναι σημερινά…
Το ότι όμως με ευκολία και ανέξοδα ρίχνουμε τα βέλη μας στην (εκάστοτε) κεφαλή της Εκκλησίας για σφάλματα και παραλείψεις δεν πρέπει να μας εμποδίζει να βλέπουμε τις ευθύνες οι οποίες αναλογούν στο «σώμα» της. Σ’ αυτό ανήκουν τυπικά όλοι όσοι έχουν βαπτισθεί, στην πραγματικότητα όμως όσοι από αυτούς συμμετέχουν λιγότερο ή περισσότερο, και με οποιονδήποτε τρόπο, σε τακτές ή έκτακτες εκδηλώσεις της. Η ενορία (η κάθε ενορία) είναι ο επί μέρους οργανισμός στο πλαίσιο του οποίου κινείται η εκκλησιαστική ζωή. Και είναι μεν αλήθεια πως τα βλέμματα και την προσοχή του κόσμου αποσπούν περισσότερο ο βίος και η πολιτεία των υψηλά ισταμένων, τίποτε όμως από όσα συμβαίνουν στην ενορία δεν περνά απαρατήρητο, ακόμη και θέματα μικρής σημασίας – που συχνά μεγαλοποιούνται για διάφορους λόγους.
Κάθε ενορία, βέβαια, αποτελεί ξεχωριστή οντότητα, με τα δικά της χαρακτηριστικά, θετικά ή αρνητικά, που αντιστοιχούν στα μέλη από τα οποία απαρτίζεται. Φυσιολογικό κρίνεται αυτό και είναι συνέπεια του ότι οι άνθρωποι γενικά διαφέρουν ο ένας από τον άλλο ως προς τις ικανότητες, τα προσόντα, τις επιλογές, τις προτεραιότητες στη ζωή. Συμβαίνει δηλαδή και στο χώρο της ενορίας ὀ,τι παρατηρούμε σε κάθε περιοχή ανθρώπινης δραστηριότητας.
Υπάρχει όμως και ένα στοιχείο μεγάλης σημασίας, το οποίο εν μέρει τα αναιρεί αυτά. Πρόκειται για το ότι όλες οι ενορίες είναι κλάδοι του ίδιου δένδρου, της Εκκλησίας, επομένως, εκτός από τις διαφορές (οι οποίες σε κάθε περίπτωση είναι εξωτερικές), υπάρχουν στοιχεία κοινά που έχουν προσληφθεί από την ίδια πηγή, και αποστολή έχουν να υπηρετούν τον ίδιο σκοπό. Αναφέρω λίγα παραδείγματα:
Θέματα σχετικά με τη Λατρεία δεν είναι σωστό να παραλλάσσουν και με προσθαφαιρέσεις ή άλλες παρεμβάσεις να ακολουθούν προσωπικές πεποιθήσεις, προτιμήσεις και επιλογές. Συχνά προβάλλεται ως λόγος το ότι με τον τρόπο αυτό η εκκλησιαστική ζωή προσαρμόζεται στη σύγχρονη εποχή, επομένως διευκολύνει τους πιστούς κάνοντας πιο ελκυστική την παρουσία της. Πόσο σωστό όμως μπορεί να θεωρείται το να πραγματοποιούνται αλλαγές μόνο και μόνο για να γίνει πιο αρεστή στον κόσμο η Εκκλησία; Πολλές φορές, επίσης, παρατηρείται διαφορετική αντιμετώπιση εκ μέρους των ιερέων διαφόρων θεμάτων όπως είναι η ενδυμασία (κυρίως γυναικών), ο τρόπος τέλεσης Μυστηρίων (Γάμου, Βάπτισης), συνήθειες που συνδέονται με αυτά, φιλοδωρήματα κ.λπ. Άλλοτε, πάλι, συμβαίνει να παρατηρείται ανοχή εκ μέρους των υπευθύνων σε φαινόμενα που υπονομεύουν τη συνοχή της εν γένει εκκλησιαστικής ζωής. Από πολλούς, τέλος, σχολιάζεται με δηκτικό τρόπο το ότι ορισμένες ενορίες επιδίδονται συστηματικά σε δραστηριότητες που ανήκουν σε γραφεία ταξιδίων.
Είναι φυσικό επακόλουθο να προκαλούνται από αυτά απορίες ή και σύγχυση στον κόσμο για το ποιο είναι το σωστό και πού βρίσκεται το λάθος, αφού δεν είναι λίγοι εκείνοι που αντιλαμβάνονται τις διαφορές που υπάρχουν και μπαίνουν στον πειρασμό των κρίσεων και των συγκρίσεων – και στο τέλος των επικρίσεων. Διαπιστώνουν, π. χ., ότι αλλού συντομεύονται και αλλού επιμηκύνονται Ακολουθίες όπως η Θεία Λειτουργία. Διαπιστώνουν ότι θέματα σχετικά με την Παράδοση της Εκκλησίας ή με το Τυπικό της συχνά γίνονται έρμαιο στις προσωπικές προτιμήσεις κληρικών ή και λαϊκών (ψαλτών, επιτρόπων). Προσέχουν το ότι άλλοι ιερείς (και ψάλτες) είναι «γρήγοροι» ή σκοπίμως βιαστικοί, άλλοι προχωρούν αργά, σχεδόν βασανιστικά. Απορούν για τα κριτήρια και για τον τρόπο με τον οποίο επιλέγονται και τοποθετούνται οι εκκλησιαστικοί σύμβουλοι (επίτροποι), οι οποίοι, υποτίθεται, εκπροσωπούν το λαϊκό στοιχείο της ενορίας. Αν και θα το ήθελαν, δεν μπορούν να γνωρίζουν τα σχετικά με τη διαχείριση των χρημάτων της ενορίας (εισπράξεις, δαπάνες, αμοιβή προσωπικού όπως ψάλτες νεωκόροι, κ.ά.). Με δυσφορία και εσωτερική αποδοκιμασία αντιμετωπίζουν τις περιπτώσεις ψαλτών κυρίως (ανδρών αλλά και εσχάτως γυναικών) που από την περίοπτη θέση του ψαλτηρίου παρασύρονται σε φιλαρέσκεια και αυτοπροβολή με επίδειξη των (πραγματικών ή κατά φαντασίαν) προσόντων τους ξεχνώντας ότι για άλλο λόγο βρίσκονται στη θέση αυτή, ξεχνώντας και την παραίνεση του Μ. Βασιλείου «…ψάλλειν τω Θεώ τοις ρυθμοίς τοις πνευματικοίς αρμοζόντως ακολουθούντες». Και μόνο θλίψη νιώθουν όταν διαπιστώνουν ότι τη θέση της σεμνότητας και της ταπεινοφροσύνης παίρνουν η έπαρση και η αλαζονεία, δεν βρίσκουν όμως τον τρόπο ή τη δύναμη να αντιδράσουν.
Κατά την άποψη πολλών, τα φαινόμενα αυτά και άλλα παραπλήσια αποτελούν «εκκοσμίκευση» σε μορφολογικά γνωρίσματα της Εκκλησίας (υπάρχει και η εκκοσμίκευση σε θεολογικά στοιχεία). Τούτο, σε γενικές γραμμές, σημαίνει ότι η Εκκλησία θεωρείται απλώς θρησκευτική ή κοινωνική οργάνωση ή ένας από τους αμέτρητους ιδεολογικούς χώρους που υπάρχουν. Όμως κυριαρχική αποστολή της δεν είναι η ικανοποίηση θρησκευτικών συναισθημάτων ή η εξιλέωση του Θεού ή η παράστασή της σε διάφορες κοσμικές τελετές με διακοσμητικό μάλιστα ρόλο. Η Εκκλησία πρέπει να αποβλέπει στη «θεραπεία» των μελών της, πρέπει να είναι χώρος ζωής όπου ηττάται ο θάνατος.
Στο πλαίσιο της ενορίας πραγματώνεται η αποστολή της Εκκλησίας, αλλά στο ίδιο πλαίσιο επίσης υπονομεύεται και ξεθωριάζει. Σφάλματα μικρά ή μεγάλα, αμέλεια ή έλλειψη ικανοτήτων, παραγοντισμός ή και δολοπλοκίες, αδιαφάνεια, ακόμη όμως και λεπτομέρειες φαινομενικά ασήμαντες οδηγούν σταδιακά στο ίδιο αποτέλεσμα, στην απομάκρυνση πολλών πιστών. Είναι το τελευταίο από μια αλληλουχία σφαλμάτων, γιατί όλοι πρέπει να θυμόμαστε πως το σφάλλειν είναι μέσα στη φύση κάθε ανθρώπου. Το ότι λοιπόν πέφτουν σε λάθη όσοι χειρίζονται τα θέματα της Εκκλησίας δεν πρέπει να οδηγεί τους υπόλοιπους σε ενέργειες που πληγώνουν το σώμα της. Τέτοια ενέργεια είναι όχι η επισήμανση και ο έλεγχος των κακώς κειμένων (ίσα ίσα που αυτό είναι καθήκον όλων), αλλά η απομάκρυνση ή και αποκοπή από αυτήν και η αδιαφορία για την πορεία της. Γιατί, παραφράζοντας τον Θουκυδίδη (7, 77), Εκκλησία είναι οι πιστοί και όχι ναοί άδειοι, χωρίς πιστούς.
*φιλόλογος