Ο Θ. Κολοκοτρώνης µε την ηρωική υπηρεσία στην πατρίδα δικάζεται για εσχάτη προδοσία και δύο δικαστές του δικαστηρίου, οι Τερτσέτης και Πολυζωίδης αρνούνται να υπογράψουν την καταδίκη του σε θάνατο.
Τότε ο Υπουργός Σχινάς έγνεψε στους χωροφύλακες και αυτοί µε τα χέρια, τα κουτάκια, τις λόγχες, µε βρισιές και φωνές, µε βλαστηµιές τους ανέβασαν σηκωτούς στις θέσεις τους για να υπογράψουν την καταδίκη σε θάνατο του Κολοκοτρώνη.
Τότε ο Τερτσέτης φώναξε και είπε:
«Το σώµα µου µπορείτε να το κάνετε ό,τι θέλετε,
µα τον στοχασµό µου, τη συνείδησή µου ποτέ
δεν θα µπορέσετε να την παραβιάσετε»
Αυτά συνέβησαν πριν από 200 χρόνια στη χώρα µας, όπως αναφέρει ο ιστοριογράφος. Ένα ιστορικό γεγονός που στέλνει πολλά µηνύµατα που είναι επίκαιρα για πάντα.
Η στάση του υπουργού Σχινά στέλνει το µήνυµα ότι η εκτελεστική εξουσία δεν επιθυµεί την ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας. Η στάση του δικαστή Τερτσέτη στέλνει το µήνυµα ότι η δικαιοσύνη θα πρέπει να εξαντλεί όλο τον ρόλο της στη λειτουργία ενός ευνοµούµενου κράτους. Στέλνει το µήνυµα ότι η δικαιοσύνη πρέπει να υπηρετεί το περί δικαίου αίσθηµα και όχι τα συµφέροντα των κυβερνητών. Στέλνει το µήνυµα ότι ο δικαστής πρέπει να αντιστέκεται όταν προσβάλλεται η ανεξαρτησία της και να µην ενεργεί µε πράξεις αντίθετες προς τη συνείδηση του. Παρόλο όµως που έχουν περάσει 200 χρόνια, υπάρχει ακόµη η σύγχυση της δικαστικής και εκτελεστικής εξουσίας που ανατρέπει τη θεµελιώδη αρχή της διάκρισης των εξουσιών. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η εκάστοτε κυβέρνηση διορίζει την ηγεσία της δικαιοσύνης. ∆ιορίζει τον Πρόεδρο και τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, τον Πρόεδρο του Συµβουλίου Επικρατείας, τον Πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Η ανάµειξη της κυβέρνησης σ’ αυτές τις θέσεις θεωρητικά, ουσιαστικά και πρακτικά ενέχει την επέµβαση της εκτελεστικής εξουσίας εις την δικαστική εξουσία. Αποτελεί παράβαση της υπεσυνταγµατικής αρχής της διάκρισης εξουσιών. Όταν η ηγεσία της δικαιοσύνης επιλέγεται από πολιτικό σώµα, δεν είναι δυνατόν να µην επηρεάζεται απ’ αυτό το σώµα. Η ∆ικαιοσύνη αποτελεί το αρραγές βάθρο µιας συντεταγµένης πολιτείας. Αποτελεί το οχυρό της ∆ηµοκρατίας. Υπάρχει λύση για να διαφυλαχθεί η ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας και να απαλλαγεί από κοµµατικές προτιµήσεις και παρεµβάσεις που κλονίζουν την εµπιστοσύνη της κοινωνίας προς τη δικαιοσύνη. Ό,τι η δικαιοσύνη είναι παρακολούθηµα της εκτελεστικής εξουσίας. Θα πρέπει η ηγεσία της δικαιοσύνης να εκλέγεται κατά σειρά αρχαιότητας. Είναι γνωστό ότι ο αρεοπαγίτης Κόκκινος που προέδρευε στο ειδικό δικαστήριο για τον Α. Παπανδρέου, βρέθηκε µε την εύνοια τής τότε κυβέρνησης από 13ος, πρώτος!
Παρόλο που έχουν γίνει αναθεωρήσεις του Συντάγµατος, καµία κυβέρνηση δεν προχωρεί στην αναθεώρηση του άρθρου που αφορά τον τρόπο της επιλογής της ηγεσίας της δικαιοσύνης. Αυτό αποτελεί ένα γνώρισµα ενός αυταρχικού κοµµατικού κράτους. Όταν η εκάστοτε κυβέρνηση έχει υπό την οµηρία της την ηγεσία της δικαιοσύνης, τότε ελέγχει ολόκληρη τη δικαστική εξουσία. Εποµένως δεν υπάρχει διάκριση των εξουσιών. Έτσι φαλκιδεύεται η ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας, που αποτελεί όχι µόνο το οχυρό της ∆ηµοκρατίας, αλλά τον θεµατοφύλακα της ορθής λειτουργίας ενός ευνοµούµενου κράτους και την ασπίδα της προστασίας των δικαιωµάτων των πολιτών. Η δικαιοσύνη µπορεί να σταµατήσει κάθε αυθαιρεσία της εκτελεστικής εξουσίας. Η δικαιοσύνη µπορεί να αποτρέψει τον εκτραχηλισµό του ήθους και ύφους της εξουσίας, να µην επιτρέψει τη µειωµένη ευθύνη έναντι των θεσµών, να µην επιτρέψει την έκπτωση της δηµόσιας ηθικής. Αρκεί να µην παραβιάζεται η ανεξαρτησία της!
Όταν λοιπόν η δικαστική εξουσία αποτελεί τον βασικό πυλώνα της ∆ηµοκρατίας, η κριτική είναι χρήσιµη για τις αποφάσεις της. Όλες οι εξουσίες κρίνονται από την κοινή γνώµη. Η εκτελεστική εξουσία κρίνεται κάθε 4 χρόνια από τον λαό. Ουαί και αλίµονο αν στερηθεί ο λαός το δικαίωµα της κριτικής του για το έργο των εξουσιών. Η εκτελεστική εξουσία στηρίζεται στην αρχή της λαϊκής κυριαρχίας και οι αποφάσεις της δικαιοσύνης λαµβάνονται στο όνοµα του λαού. Αυτά αναφέρονται στο σύνταγµα της χώρας. Ο λαός λοιπόν δεν µπορεί να απεµπολήσει το δικαίωµα του να ελέγχει τις εξουσίες. ∆ιότι τότε θα κυριαρχεί η αυθαιρεσία. Θα καταλήξουµε σε µια κοινωνία έτοιµη να διαλυθεί και να υποταχθεί. Σε µια κοινωνία χωρίς ρωµαλεότητα.
Η ΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ∆ΙΚΑΣΤΩΝ
Η στάση των δικαστικών λειτουργών δεν ήταν οµοιόµορφη σε σηµαντικά ιστορικά γεγονότα. Οι δικαστές που αρνήθηκαν να πειθαρχήσουν στις υποδείξεις της εκάστοτε εξουσίας έµειναν στην ιστορία σαν πρότυπο δικαστών. Αυτοί όµως που αβασάνιστα έτρεξαν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στις υποδείξεις µιας αυταρχικής εξουσίας, έµειναν στην ιστορία σαν παράδειγµα προς αποφυγή. Ο λαός µας και η ιστορία τιµά τους δικαστές που υπηρέτησαν τη ∆ηµοκρατία και το συµφέρον του λαού και έχει καταδικάσει όλους εκείνους που καταπάτησαν την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης και τις νοµικές τους γνώσεις τις απαλλοτρίωσαν για ιδιοτελείς σκοπούς.
∆ικαστής ήταν ο πρώτος πρωθυπουργός της επτάχρονης δικτατορίας. Ήταν ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Κ. Κόλλιας, που σαν δικαστής προσπάθησε να εµποδίσει την έρευνα της δολοφονίας του Γρ. Λαµπράκη. Το παρακρατικό σύστηµα δεν το ξέχασε στις 21/4/67.
∆ικαστές ήσαν οι 4 υπουργοί της πρώτης χουντικής κυβέρνησης και µάλιστα αρεοπαγίτες. Την ώρα που η Χούντα εξόριζε 10.000 Έλληνες στα ξερονήσια, που είχε φυλακιστεί η πολιτική ηγεσία της χώρας, που είχαν καταργηθεί οι πολιτικές και δηµοκρατικές ελευθερίες του λαού µας, αυτοί ορκίζονταν πίστη στο καθεστώς της Χούντας.
∆ικαστές ήσαν όσοι συµµετείχαν στις επιτροπές της Χούντας για τη σύνταξη των συνταγµάτων της. Συντάξανε συντάγµατα που έβαζαν τον λαό µας γι απάντα στον γύψο.
∆ικαστές ήσαν αυτοί που αποφάνθηκαν ότι η Χούντα, αφού κατέλαβε την εξουσία δηµιούργησε δίκαιο. ∆ηλαδή την αµνηστία κιόλας για τα µελλοντικά εγκλήµατα της. ∆εν είχε λοιπόν να φοβηθεί τίποτα. Μπορούσε σύµφωνα µε το δίκαιο που δηµιούργησε η δικτατορία να φυλακίζει, να εκτοπίζει, να βασανίζει χωρίς επιπτώσεις.
Έτσι µας είπαν οι επίορκοι δικαστές που είχαν ορκιστεί να φυλάσσουν το καθεστώς της δηµοκρατίας. Αδιαφόρησαν για την κατάλυση του συντάγµατος και µάλιστα νοµικοί, αδιαφόρησαν που τα όπλα του λαού µας τα έστρεψαν εναντίον του. Υπήρξαν όµως άλλοι δικαστές που τίµησαν τη δικαιοσύνη µε τη στάση τους. ∆ικαστής ήταν ο Χρ. Σαρτζετάκης και µάλιστα όχι ανώτατος και σαν ανακριτής στην υπόθεση της δολοφονίας του Γρ. Λαµπράκη αγνόησε τις απειλές των ανωτέρων του και του παρακράτους. Η δικαστική του συνείδηση συµπορεύθηκε µε την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης. Γι’ αυτήν την τίµια στάση του, που άνοιξε τον δρόµο για την αποκάλυψη των φυσικών και ηθικών αυτουργών της δολοφονίας, η Χούντα τον απέλυσε και τον φυλάκισε. Για τη στάση του αυτή η Ελληνική ∆ηµοκρατία τον τίµησε!
∆ικαστής ήταν ο π. Πρόεδρος της ∆ηµοκρατίας Μιχ. Στασινόπουλος που σαν πρόεδρος του Συµβουλίου της Επικρατείας απέρριψε να υπογράψει την παραίτηση του που ζητούσε η Χούντα, µη πτοηθείς από τις απειλές. Για τη στάση του αυτή τι 1969 προτάθηκε από τον πρόεδρο του γαλλικού Συµβουλίου Επικρατείας για το Νόµπελ ειρήνης!
∆ικαστής ήταν ο Ντεγιάννης που καταδίκασε σε θάνατο τους πρωταίτιους του στρατιωτικού πραξικοπήµατος. Για τη στάση του αυτή ονοµάστηκε εθνικός δικαστής!
Αναφέρθηκα σ’ αυτούς τους δικαστές για να δείξω ότι δεν είναι όλοι ίδιοι. Άλλοι υπηρέτησαν τη δικτατορία και άλλοι τη ∆ηµοκρατία. Όσοι υπηρέτησαν τη ∆ηµοκρατία ακολούθησαν τον δρόµο που χάραξε ο Τερτσέτης. Αγνόησαν τον αυταρχισµό της εκτελεστικής εξουσίας και υπηρέτησαν την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης. Λέγεται ότι αποκαθήλωσαν το πορτραίτο του Τερτσέτη από τον Α.Π.
Ένα τέτοιο γεγονός αµαυρώνει την Ιστορία της χώρας!
Η ΣΥΓΚΑΛΥΨΗ
Τα ιστορικά γεγονότα που ανέφερα έχουν άµεση σχέση µε τη δικαστική εξουσία και την ανεξαρτησία της, γιατί η ιστορία µπορεί να συγκρατήσει τη µνήµη του λαού. Οι σωστές αποφάσεις της µπορούν να απαλλάξουν την κοινωνία από κάθε σκέψη ότι δεν αποδίδεται δικαιοσύνη και ότι υπάρχουν συγκαλύψεις σε υποθέσεις που εµπλέκεται και η εκτελεστική εξουσία. Τα ιστορικά γεγονότα που ανέφερα µπορεί να ξεκινούν από την εποχή του Κολοκοτρώνη, αλλά φαίνεται ότι οι νοοτροπίες των εξουσιών δεν έχουν αλλάξει. Ο αυταρχισµός και η αλαζονεία της εξουσίας δεν έχουν γεράσει!
Αυτές τις µέρες, λοιπόν, παρακολουθούµε τις σφυγµοµετρήσεις της κοινής γνώµης και ένα 80% πιστεύει ότι επιχειρείται συγκάλυψη της τραγωδίας των Τεµπών. Το 1.500.000 υπογραφές δεν έχει κοµµατικό πρόσηµο. Εκφράζει τον προβληµατισµό των πολιτών για τη στάση των δύο εξουσιών. Πιστεύει ότι υπάρχουν απαράδεκτες συγκαλύψεις. Αυτός ο προβληµατισµός και η αµφισβήτηση για το έργο των εξουσιών θα ενισχυθεί ακόµα περισσότερο από το δηµοσίευµα του ΒΗΜΑΤΟΣ και που προκάλεσε την πρόταση δυσπιστίας της αντιπολίτευσης. Και πραγµατικά πώς να µην πιστεύει σε συγκάλυψη η κοινή γνώµη, όταν για έναν χρόνο είχε “µπαζωθεί” η τραγωδία των Τεµπών και χρειάστηκαν οι ενέργειες των χαροκαµένων γονιών των αδικοχαµένων παιδιών και της εισαγγελέας της Ε.Ε., για να αρχίσουν κάποιες έρευνες για την τραγωδία. Για να αλλοιωθούν τα στοιχεία της τραγωδίας χρειάστηκαν 2-3 ηµέρες. Τόσο χρειάστηκαν οι χωµατουργικές εργασίες, για να στηθεί η τηλεοπτική παράσταση της παραπλάνησης της κοινής γνώµης ότι λειτουργούσαν τα συστήµατα ασφαλείας των σιδηροδροµικών γραµµών, για να γίνει το µοντάρισµα στις συνοµιλίες των µηχανοδηγών. Είπαν ότι λειτουργούσαν τα συστήµατα ασφαλείας και δεν λειτουργούσε τίποτα. Είπαν ότι έγιναν οι εκσκαφές και τα µπαζώµατα γιατί δεν µπορούσε να “πατήσει” ο γερανός. Μία ανυπόστατη δικαιολογία, αφού ο γερανός έχει πέδιλα για να εδράζεται και µπορούσε να σταθεί έξω από τον επίµαχο χώρο που έγινε η έκρηξη των βαγονιών. Αυτά λέγονται σ’ ένα κράτος που φοβάται την αλήθεια.
Σ’ ένα κράτος που θέλει να “µπαζώσει” την αποκάλυψη της τραγωδίας αλλά και τα οικονοµικά συµφέροντα που κρύβονται στο µπάζωµα! Και δυστυχώς έρχονται ξένοι δικαστές και υποκαθιστούν το ελληνικό κράτος και τη δικαιοσύνη. ∆ηλαδή οι εξουσίες που έχουν την ευθύνη. Και τίθεται το ερώτηµα· είναι τόσο δύσκολο να µάθουν οι οικογένειες και ο λαός, ποια εύφλεκτη ύλη µετέφεραν τα βαγόνια που προκάλεσε την έκρηξη των βαγονιών και κάηκαν 30 παιδιά, ποιος έδωσε τη χρηµατοδότηση και την εντολή για τις χωµατουργικές εργασίες µε στόχο να εξαφανιστούν τα ενοχοποιητικά στοιχεία, ποιοι ευθύνονται για την ανεπάρκεια του συστήµατος ασφαλείας των τρένων; Θα πρεπε δηλαδή να ΄ρθει η Ευρωπαία εισαγγελέας για να καταλογίσει πολιτικές και ποινικές ευθύνες αλλά και να κατηγορηθεί η χώρα ότι δεν έχει κράτος δικαίου;
Συστήθηκε µία εξεταστική επιτροπή στη Βουλή. Σε όλες τις σοβαρές υποθέσεις δεν µπόρεσαν οι επιτροπές να αποκαλύψουν την αλήθεια και µάλιστα όταν υπάρχουν πολιτικές ευθύνες. Καµία εξεταστική επιτροπή δεν ωφέλησε την αλήθεια. Ούτε η επιτροπή για τους εξοπλισµούς Τσοχατζόπουλου, ούτε για τις υποκλοπές, ούτε για τη NOVARTIS. Αυτές οι υποθέσεις αφορούν τη δικαιοσύνη και όχι το κοµµατικό σύστηµα που κινείται στη βάση της ορθολογικής εκτίµησης του πολιτικού κόστους ή οφέλους. Αντέδρασαν που η Εισαγγελία της Ε.Ε. ασχολήθηκε µε την τραγωδία των Τεµπών. Μας είπαν ότι το ελληνικό σύνταγµα είναι πάνω από το ενωτικό δίκαιο. Τι υποκρισία!
Οι ίδιοι µας έλεγαν πριν από λίγες µέρες ότι το ενωτικό δίκαιο είναι πιο πάνω από το σύνταγµα της χώρας και γι’ αυτόν τον λόγο παραµέρισαν το άρθρο 16 που απαγορεύει την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστηµίων.
Να λοιπόν γιατί το 80% πιστεύει ότι το πολιτικό σύστηµα έχει χάσει την αξιοπιστία του. ∆εν πιστεύει απόλυτα στους θεσµούς η κοινή γνώµη και φαίνεται να αυτονοµείται από το πολιτικό σύστηµα. Απασχόλησε την Ελλάδα πριν 3 χρόνια το σκάνδαλο των υποκλοπών. Μέχρι σήµερα αυτή η σοβαρή υπόθεση είναι “µπαζωµένη” στα συρτάρια της δικαιοσύνης.
Να λοιπόν γιατί το 80% της κοινής γνώµης πιστεύει στις συγκαλύψεις! Απασχόλησε την Ελλάδα πριν 6 χρόνια το σκάνδαλο της NOVARTIS. Γι’ αυτό το µεγάλο σκάνδαλο στην Ελλάδα, η Αµερική πήρε σαν αποζηµίωση 350 εκ. δολάρια από τη NOVARTIS. Η Ελλάδα δεν πήρε ούτε ένα ευρώ. Γιατί;
Να λοιπόν γιατί το 80% πιστεύει στις συγκαλύψεις!
Τα κόµµατα χρωστούν στις τράπεζες 1 δισ. ευρώ και δεν “µιλούν” οι Τράπεζες. Όµως κινήθηκε ο κρατικός µηχανισµός και εστάλησαν οι διµοιρίες ΜΑΤ για να πετάξουν από την γκαρσονιέρα του έναν ανάπηρο γέρο που χρωστούσε λίγες χιλιάδες ευρώ!
Να λοιπόν γιατί το 80% πιστεύει ότι δεν υπάρχει κράτος δικαίου!
Είναι γεγονός ότι η κοινή γνώµη πιστεύει ότι αλλού “µπαζώνονται” οι υποθέσεις και αλλού “ξεµπαζώνονται”. Και όταν ο λαός δεν εµπιστεύεται τους θεσµούς, υπάρχει κίνδυνος για την πορεία της ∆ηµοκρατίας. Η ∆ηµοκρατία επιβιώνει µε τη συµµετοχή του λαού και όχι από την αδράνεια που δηµιουργείται από την πολιτική των συγκαλύψεων, από την απουσία κράτους δικαίου, από την έλλειψη ενιαίας συµπεριφοράς του κράτους στους πολίτες. Η ∆ηµοκρατία λειτουργεί σωστά όταν δεν υπάρχει σύγχυση εξουσιών. Όταν η εκτελεστική εξουσία σέβεται την ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας. Και όταν η δικαστική εξουσία δεν γίνεται παρακολούθηµα της εκτελεστικής.
*Ο Βασίλης Πεντάρης είναι π. βουλευτής Χανίων