Σύμφωνα με ανακοίνωση του Ελεγκτικού Συνεδρίου στις 30/614, η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης δεν αξιοποιεί πλήρως τις δυνατότητές της και άρα πρέπει να καταστεί αποδοτικότερη και να προσφέρει περισσότερα στην Ε.Ε. και τους πολίτες της. Η ΕΥΕΔ είναι μια λειτουργική υπηρεσία εξωτερικής πολιτικής της Ε.Ε., η οποία θα λειτουργούσε καλύτερα εάν διέθετε ένα αποδοτικότερο χρηματοδοτικό μοντέλο». Με τη Συνθήκη της Λισαβόνας δημιουργήθηκε η θέση του Ύπατου Εκπροσώπου για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας με σκοπό την ενίσχυση του συντονισμού της εξωτερικής πολιτικής και την προώθηση των βασικών αξιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ολόκληρο τον κόσμο. Ο Ύπατος Εκπρόσωπος, μεταξύ άλλων, διαθέτει μια λειτουργική υπηρεσία εξωτερικής πολιτικής, με μονάδες πολιτικών και δομές διαχείρισης κρίσεων, ένα ευρύ δίκτυο διπλωματικών αποστολών και ισορροπημένη παρουσία υπαλλήλων διαφορετικής προέλευσης. Οι ελεγκτές της Ε.Ε. διαπίστωσαν ότι ο συντονισμός μεταξύ της ΕΥΕΔ και της Επιτροπής ήταν μόνον εν μέρει αποτελεσματικός, κυρίως λόγω της έλλειψης αποτελεσματικών μηχανισμών συνεργασίας στο ανώτατο επίπεδο και της ακαμψίας του δημοσιονομικού και διοικητικού πλαισίου στις αντιπροσωπίες, που αποσπά πόρους από τα πολιτικά καθήκοντα.
Ο συντονισμός με τα κράτη – μέλη βελτιώθηκε, μολονότι υπάρχουν περιθώρια περαιτέρω ανάπτυξής του ώστε να αξιοποιηθούν συνέργιες όπως η ανταλλαγή πληροφοριών ή η συστέγαση και να βελτιωθεί η παροχή προξενικών υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένης της προξενικής προστασίας των πολιτών της Ε.Ε. Η μεγάλη μεταμόρφωση: Υπόμνημα προς τους νέους προέδρους Σημείωμα για τους «εισερχόμενους προέδρους της Ε.Ε.» αναρτήθηκε από τους Αντρέ Σαπίρ, καθηγητή οικονομικών και ερευνητή στη δεξαμενή σκέψης Μπρύγγελ και Γκούντραμ Βούλφ διευθυντή της ίδιας δεξαμενής σκέψης, χθες, 3 Ιουλίου, 2014. Σημειώνουν εύστοχα οι δυο αναλυτές ότι ο ηγετικός ρόλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης πέρασε τα τελευταία πέντε χρόνια μάσα σε πόλεμο και διανύοντας μια οξεία και υπαρξιακή κρίση. Τα επόμενα πέντε χρόνια, υπό την ηγεσία των νέων προέδρων, δεν θα είναι λιγότερο δύσκολα. Θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε δύσκολες οικονομικές καταστάσεις και θεσμικά ζητήματα, ενώ θα πρέπει να είμαστε σε ετοιμότητα για το ενδεχόμενο μιας νέας κρίσης.
Οι αναλυτές σημειώνουν τρεις κεντρικές προκλήσεις: 1. Η αδύναμη οικονομική κατάσταση αποτρέπει τη δημιουργία θέσεων εργασίας και μειώνει τις προσπάθειες για ελάττωση του δημόσιου και του ιδιωτικού χρέους, καθώς επίσης ότι τα θεσμικά όργανα της Ε.Ε. και ο προϋπολογισμός της Ε.Ε. χρειάζονται μεταρρυθμίσεις και θα πρέπει να ασχοληθεί κανείς σοβαρά με την πολιτική γειτονίας και τη θέση της Ε.Ε. στον κόσμο. 2. Θα πρέπει να προετοιμαστεί (ολόκληρος ο μηχανισμός)και να αντιμετωπίσει την ανάγκη για αλλαγή της συνθήκης για να θέσει τη νομισματική ένωση σε μια πιο σταθερή βάση, να επανεξετάσει τις αρμοδιότητες της Ε.Ε. και να αναπροσαρμόσει τη σχέση μεταξύ της ζώνης του ευρώ και της Ε.Ε. και κυρίως με το Ηνωμένο Βασίλειο, ιδίως. 3. Η Ε.Ε. θα πρέπει να προσαρμόσει τις οικονομίες της στην παγκόσμια ανάγκη Μεγάλος Μετασχηματισμός με την εμβάθυνση της ενιαίας αγοράς, τη βελτίωση των αγορών προϊόντων και τη βελτίωση της διακυβέρνησης Οι δυο ερευνητές σημειώνουν ότι η στρατηγική αυτή πρέπει να συνδυαστεί με μέτρα για την ενίσχυση του αποθέματος δημοσίου κεφαλαίου για να καρπωθούν τα οφέλη της ζήτησης και της προσφοράς.
Η μεταρρύθμιση του προϋπολογισμού της Ε.Ε. είναι επιτακτική ανάγκη να προσανατολιστεί περισσότερο προς την ανάπτυξη, ενώ η μεταρρύθμιση της Επιτροπής θα πρέπει να παραδώσει μια πιο συνεκτική προσέγγιση όσον αφορά τις πολιτικές ανάπτυξης. Πολιτική γειτονίας θα πρέπει να επανασχεδιαστεί ώστε να επιτρέπουν τις διάφορες μορφές συνεργασίας και το παγκόσμιο εμπόριο θα πρέπει να προωθηθεί. Τέλος, η μεταρρύθμιση των Συνθηκών θα πρέπει να επικεντρωθεί σε συγκεκριμένα μέτρα για τη δημιουργία μιας δημοσιονομικής ικανότητας με την κατάλληλη νομιμότητα και μια νέα σχέση με το Ηνωμένο Βασίλειο.