Οι γυναίκες παρά τις εμφανείς βελτιώσεις συγκριτικά με τα προηγούμενα χρόνια, εξακολουθούν να υπολείπονται των ανδρών εις ότι αφορά τα επιτελικά πόστα. Οι γυναίκες ναι μεν είναι σε καλύτερη θέση σε σχέση με παλαιότερα, εντούτοις χρειάζεται ακόμη προσπάθεια για να καλυφθεί η διαφορά με τους άνδρες αναφορικά με το ποσοστό κατοχής θέσεων στον ευρύτερο επαγγελματικό τομέα.
Με την ευκαιρία της φετινής Παγκόσμιας Ημέρας της Γυναίκας, η Κομισιόν δημοσίευσε την έκθεσή της για το 2019 σχετικά με την ισότητα γυναικών και ανδρών στην ΕΕ.
Η έκθεση δείχνει κάποια πρόοδο στην ισότητα των φύλων, αλλά οι γυναίκες εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν ανισότητες σε πολλούς τομείς.
ΜΕΓΑΛΟ ΠΟΣΟΣΤΟ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ
Το ποσοστό απασχόλησης των γυναικών στην ΕΕ έφτασε στο πρωτοφανές υψηλό επίπεδο του 66,4% το 2017, αλλά η κατάσταση διαφέρει μεταξύ των κρατών – μελών. Το περασμένο έτος, οκτώ κράτη μέλη έλαβαν συστάσεις στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου για τη βελτίωση της συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας (Αυστρία, Τσεχία, Γερμανία, Εσθονία, Ιρλανδία, Ιταλία, Πολωνία και Σλοβακία).
ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟΣ ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΦΤΩΧΕΙΑΣ
Οι γυναίκες διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο φτώχειας, με μισθούς κατά μέσο όρο 16 % χαμηλότερους από τους αντίστοιχους των ανδρών. Αυτό μεταφράζεται στο συνταξιοδοτικό χάσμα, το οποίο ανήλθε σε 35,7 % το 2017.
Σε ορισμένες χώρες, άνω του 10 % των ηλικιωμένων γυναικών δεν είναι σε θέση να ανταπεξέλθουν στις δαπάνες της απαραίτητης ιατρικής μέριμνας.
ΣΤΑ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΙΣ Η ΥΠΟΕΚΠΡΟΣΩΠΗΣΗ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Οι γυναίκες εξακολουθούν να υποεκπροσωπούνται σε μεγάλο βαθμό στα κοινοβούλια και τις κυβερνήσεις. Μόνο 6 από τα 28 εθνικά κοινοβούλια σε όλη την ΕΕ έχουν επικεφαλής γυναίκες και επτά στα δέκα μέλη εθνικών κοινοβουλίων στην ΕΕ είναι άνδρες.
Ενώ το σημερινό επίπεδο —30,5 %— γυναικών σε θέσεις ανώτερων υπουργών είναι το υψηλότερο από το 2004, έτος κατά το οποίο έγιναν για πρώτη φορά διαθέσιμα δεδομένα για όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ, εξακολουθούν να υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν ότι οι γυναίκες τείνουν να λαμβάνουν χαρτοφυλάκια που θεωρείται ότι έχουν χαμηλότερη πολιτική προτεραιότητα.
ΥΠΟΕΚΠΡΟΣΩΠΗΣΗ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟ ΚΟΣΜΟ
Η γυάλινη οροφή εξακολουθεί να αποτελεί πραγματικότητα στον επιχειρηματικό κόσμο, με μόνο το 6,3 % των θέσεων διευθύνοντος συμβούλου σε μεγάλες εισηγμένες εταιρείες στην ΕΕ να καταλαμβάνονται από γυναίκες.
ΕΠΙΜΕΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΕΥΘΥΝΩΝ ΦΡΟΝΤΙΔΑΣ
Η πρόσφατη συμφωνία σχετικά με την οδηγία για την ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και ιδιωτικής ζωής καθορίζει ελάχιστο ευρωπαϊκό πρότυπο 10 ημερών άδειας πατρότητας μετ’ αποδοχών για τους πατέρες μετά τη γέννηση του παιδιού τους, η οποία θα αποζημιώνεται στο ύψος του επιδόματος ασθενείας.
Ενισχύει το υφιστάμενο δικαίωμα γονικής άδειας διάρκειας 4 μηνών, καθιστώντας τους 2 μήνες μη μεταβιβάσιμους μεταξύ των γονέων και θεσπίζοντας αποζημίωση για τους εν λόγω 2 μήνες σε επίπεδο που θα καθορίζεται από τα κράτη μέλη.
Περιλαμβάνει επίσης διατάξεις για την άδεια φροντίδας, με την απόδοση 5 ημερών ανά εργαζόμενο ετησίως, ως νέο ευρωπαϊκό δικαίωμα για τους εργαζομένους. Τέλος, οι νέοι κανόνες ενισχύουν το δικαίωμα όλων των γονέων και των φροντιστών/-τριών να ζητούν ευέλικτες ρυθμίσεις εργασίας.
ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΣΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΚΟΜΙΣΙΟΝ
Τον Νοέμβριο του 2018 οι γυναίκες αντιπροσώπευαν το 36,4 % των 749 μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (ευρωβουλευτές), ποσοστό ελαφρώς χαμηλότερο από το ιστορικό υψηλό 37,3 %, που επιτεύχθηκε στα τέλη του 2016.
Η Φινλανδία ξεχωρίζει σαφώς, με το 76,9 % των ευρωβουλευτών της να είναι γυναίκες. Επτά κράτη μέλη εκπροσωπούνται από τουλάχιστον το 40 % κάθε φύλου (Ιρλανδία, Ισπανία, Γαλλία, Κροατία, Λετονία, Μάλτα και Σουηδία), ενώ πάνω από το 80 % των ευρωβουλευτών από τη Βουλγαρία, την Εσθονία, την Κύπρο, τη Λιθουανία και την Ουγγαρία είναι άνδρες.
Στο πλαίσιο της Κομισιόν, οι συνεχείς προσπάθειες για την επίτευξη του στόχου κάλυψης του 40 % των θέσεων μεσαίας και ανώτερης διοίκησης από γυναίκες έως το 2019, που έθεσε ο πρόεδρος κ. Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, αποφέρουν αποτελέσματα. Το ποσοστό των γυναικών σε διευθυντικές θέσεις έχει φτάσει το 39 % σε όλα τα επίπεδα, το 37 % σε ανώτερο διευθυντικό επίπεδο και το 40 % σε μεσαίο διευθυντικό επίπεδο.