Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσιοποίησε πρόσφατα την πρώτη έκθεση της Ε.Ε. κατά της διαφθοράς, στην οποία αναλύεται και η κατάσταση στην Ελλάδα. Η έκθεση καλύπτει και τα 28 κράτη – μέλη της Ε.Ε., περιλαμβάνει ένα γενικό κεφάλαιο, στο οποίο συνοψίζονται τα κύρια πορίσματα, 28 κεφάλαια ανά χώρα που δίνουν μία συνοπτική εικόνα της κατάστασης σχετικά με τη διαφθορά, αλλά και τα αποτελέσματα δύο ερευνών του Ευρωβαρομέτρου σχετικά με τις απόψεις των Ευρωπαίων πολιτών και των επιχειρήσεων για τη διαφθορά. Η διαφθορά εξακολουθεί να αποτελεί πρόκληση για την Ευρώπη. Πλήττει όλα τα κράτη μέλη της Ε.Ε. και κοστίζει στην ευρωπαϊκή οικονομία γύρω στα 120 δισ. ευρώ ετησίως. Τα κράτη – μέλη έχουν αναλάβει πολλές πρωτοβουλίες τα τελευταία χρόνια, αλλά τα αποτελέσματα είναι άνισα και θα πρέπει να γίνουν περισσότερα για την πρόληψη και τιμωρία της διαφθοράς. Η έκθεση δείχνει ότι τόσο η φύση όσο και το επίπεδο της διαφθοράς, όσο και η αποτελεσματικότητα των μέτρων που έχουν ληφθεί για την καταπολέμησή της, ποικίλλουν από το ένα κράτος – μέλος στο άλλο. Δείχνει επίσης ότι πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη προσοχή στη διαφθορά σε όλα τα κράτη – μέλη. Αυτό προκύπτει και από τα αποτελέσματα έρευνας του Ευρωβαρόμετρου για τη στάση των Ευρωπαίων απέναντι στη διαφθορά, η οποία δημοσιεύτηκε παράλληλα. Σύμφωνα με την έρευνα, τα τρία τέταρτα (76%) των Ευρωπαίων πιστεύουν ότι η διαφθορά είναι εκτεταμένη και περισσότεροι από τους μισούς (56%) ότι το επίπεδο της διαφθοράς στη χώρα τους έχει αυξηθεί την τελευταία τριετία. Ενας στους δώδεκα Ευρωπαίους (8%) δηλώνει ότι έχει υπάρξει θύμα ή μάρτυρας διαφθοράς το προηγούμενο έτος. Οι φορείς καταπολέμησης της διαφθοράς στην Ελλάδα υφίστανται τις ίδιες πιέσεις που δέχεται και μεγάλο μέρος της ελληνικής δημόσιας διοίκησης. Αν και έχουν γίνει κάποια θετικά βήματα, συμπεριλαμβανομένης της ανάπτυξης τομεακών στρατηγικών και του διορισμού εθνικού συντονιστή για την καταπολέμηση της διαφθοράς, η διαφθορά δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στην Ελλάδα. Το πλαίσιο για την καταπολέμηση της διαφθοράς εξακολουθεί να είναι περίπλοκο και δυσκολεύεται να παραγάγει αποτελέσματα. Παράλληλα, με μια ανάλυση της κατάστασης σε κάθε κράτος – μέλος της Ε.Ε., η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσιάζει και δύο εκτενείς δημοσκοπήσεις. Πάνω από τα τρία τέταρτα των ευρωπαίων πολιτών συμφωνούν ότι η διαφθορά είναι ευρέως διαδεδομένη στη χώρα τους. Μεταξύ των Ελλήνων, το ποσοστό αυτό είναι 99%. Το 4% των Ευρωπαίων και το 7% των Ελλήνων δήλωσαν ότι κατά το περασμένο έτος τους ζητήθηκε, ρητά ή έμμεσα, να καταβάλουν χρηματικό δώρο.
Κύρια συμπεράσματα σχετικά με τις τάσεις διαφθοράς στην Ε.Ε.
Η έκθεση αναφέρει ότι υπάρχουν μεγάλες διαφορές μεταξύ των κρατών – μελών όσον αφορά την πρόληψη της διαφθοράς. Ενώ σε ορισμένα κράτη, χάρη στην αποτελεσματική πρόληψη, το επίπεδο διαφθοράς είναι χαμηλό, σε άλλα οι πολιτικές πρόληψης εφαρμόζονται με ανομοιογενή τρόπο και με περιορισμένα αποτελέσματα. Σε πολλά κράτη – μέλη οι εσωτερικοί διαδικαστικοί έλεγχοι που εφαρμόζουν οι δημόσιες αρχές (ιδιαίτερα σε τοπικό επίπεδο) είναι ανεπαρκείς και ασυντόνιστοι. Οι κανόνες σχετικά με τη σύγκρουση συμφερόντων διαφέρουν μεταξύ των χωρών της Ε.Ε. και οι μηχανισμοί εξέτασης των καταγγελιών σύγκρουσης συμφερόντων είναι συχνά ανεπαρκείς. Οι κυρώσεις για παραβιάσεις των κανόνων σπάνια εφαρμόζονται και συνήθως είναι ελαστικές. Οτι αφορά τους κανόνες ποινικού δικαίου που ποινικοποιούν τη διαφθορά, αυτοί σύμφωνα με την έκθεση, εφαρμόζονται σε μεγάλο βαθμό και είναι σύμφωνοι με τα πρότυπα του Συμβουλίου της Ευρώπης, των Ηνωμένων Εθνών και της νομοθεσίας της Ε.Ε. Αναφορικά με την αποτελεσματικότητα της επιβολής του νόμου και της δίωξης σε υποθέσεις διαφθοράς, σε ορισμένα κράτη – μέλη τα αποτελέσματα είναι αξιοσημείωτα, ενώ σε άλλα οι περιπτώσεις επιτυχούς δίωξης είναι σπάνιες ή οι έρευνες είναι χρονοβόρες. Τα περισσότερα κράτη – μέλη, επίσης, επισημαίνεται ότι δεν διαθέτουν πλήρη στατιστικά στοιχεία για τις εγκληματικές πράξεις διαφθοράς, γεγονός που περιπλέκει τις συγκρίσεις και τις εκτιμήσεις. Σε ορισμένα κράτη – μέλη, διαδικαστικοί κανόνες, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων για την άρση της ασυλίας των πολιτικών, παρεμποδίζουν τη διερεύνηση υποθέσεων διαφθοράς. Η εντιμότητα στην πολιτική, επίσης, εξακολουθεί να είναι σημαντικό ζήτημα. Για παράδειγμα, κώδικες δεοντολογίας στο εσωτερικό πολιτικών κομμάτων ή εκλεγμένων συνελεύσεων σε κεντρικό ή τοπικό επίπεδο συνήθως δεν υπάρχουν ή είναι χαλαροί. Για την χρηματοδότηση των κομμάτων, τονίζεται ότι μολονότι έχουν θεσπιστεί αυστηρότεροι κανόνες για τη χρηματοδότηση των κομμάτων, εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές ελλείψεις. Στην Ε.Ε. σπανίως επιβάλλονται αποτρεπτικές κυρώσεις κατά της παράνομης χρηματοδότησης των κομμάτων. Τέλος, εις ότι αφορά τις περιοχές κινδύνου, διαπιστώνεται ότι εντός των κρατών – μελών, οι κίνδυνοι διαφθοράς είναι, σε γενικές γραμμές, μεγαλύτεροι σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, όπου οι έλεγχοι και οι ισορροπίες, καθώς και οι εσωτερικοί έλεγχοι τείνουν να είναι χαλαρότεροι απ’ ό,τι σε κεντρικό επίπεδο. Τέλος, οι τομείς έργων ανάπλασης και κατασκευών στις αστικές περιοχές είναι ευάλωτοι στη διαφθορά, το ίδιο όπως και ο τομέας των δημοσίων συμβάσεων.