Μεγάλη πρόοδος έχει σημειωθεί τα τελευταία χρόνια στη θεραπεία του εκζέματος, αλλά δεν συμβαίνει το ίδιο και με την πρόληψη. Παρά τις συμβουλές για συχνή ενυδάτωση του δέρματος, μια μεγάλη μελέτη που παρουσιάστηκε στο τελευταίο συνέδριο της Διεθνούς Εταιρείας Ατοπικής Δερματίτιδας (ISAD), έδειξε ότι η καθημερινή χρήση ενυδατικών προϊόντων σώματος στα νεογέννητα υψηλού κινδύνου δεν προφυλάσσει από την εμφάνισή του.
«Το έκζεμα ή ατοπική δερματίτιδα ή ατοπικό έκζεμα είναι ένα πολύ συχνό δερματικό πρόβλημα που εμφανίζεται σε κάθε ηλικία, αλλά συχνότερα στα παιδιά. Περίπου ένα στα πέντε βρέφη εμφανίζουν συμπτώματα.
Οι εκδηλώσεις της ατοπικής δερματίτιδας διαφέρουν από άνθρωπο σε άνθρωπο και περιλαμβάνουν τραχύ, δερματώδες, ξηρό ή φολιδωτό δέρμα, ερυθρότητα και κνησμό, κόκκινες, καφέ και γκρι κηλίδες σε διάφορα σημεία του σώματος. Στα βρέφη αυτές μπορεί να παρουσιαστούν και στο πρόσωπο και το κεφάλι. Το ξύσιμο για την ικανοποίηση του κνησμού μπορεί να γίνει αιτία οιδήματος και οροροής. Επίσης, τα παιδιά με έκζεμα έχουν περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν τροφικές αλλεργίες, άσθμα και αλλεργική ρινίτιδα.
Πρόκειται για μια χρόνια δερματοπάθεια, για την οποία δεν υπάρχει οριστική θεραπεία, αλλά οι αγωγές στοχεύουν στην ύφεση των συμπτωμάτων.», μας εξηγεί ο Δερματολόγος – Αφροδισιολόγος δρ Χρήστος Στάμου.
«Την ανάπτυξη του εκζέματος πυροδοτεί ο ελαττωματικός δερματικός φραγμός. Η δυσλειτουργία του δερματικού φραγμού είναι εμφανής αμέσως μετά τη γέννηση και προηγείται της ανάπτυξης εκζέματος, παρέχοντας μια ευκαιρία για τη λήψη μέτρων. Οι ενυδατικές κρέμες βελτιώνουν τη λειτουργία του δερματικού φραγμού, παρέχοντας κάλυψη στην επιδερμίδα και παγιδεύοντας το νερό, καθιστώντας έτσι το δέρμα πιο ανθεκτικό σε ερεθιστικούς παράγοντες, όπως είναι τα σαπούνια, τα απολυμαντικά και τα απορρυπαντικά», συμπληρώνει.
Δεδομένου ότι το έκζεμα προκαλεί σοβαρές επιπτώσεις στην ποιότητα ζωής των πασχόντων και των φροντιστών τους η έρευνα έχει στραφεί και στην εύρεση τρόπων πρόληψης της εμφάνισής του.
Μια από τις τελευταίες μελέτες για το θέμα πραγματοποιήθηκε από ερευνητές της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Νότιγχαμ (με τη συμβολή του Imperial College του Λονδίνου και των Πανεπιστημίων του Μπρίστολ, του Νταντί, της Ανατολικής Αγγλίας και του Σέφιλντ). Στόχος της μελέτης “Barrier Enhancement for Eczema Prevention” (BEEP), ήταν να διαπιστωθεί κατά πόσον η καθημερινή χρήση ενυδατικών προϊόντων κατά τον πρώτο χρόνο της ζωής ενός βρέφους που διατρέχει υψηλό κίνδυνο για εμφάνιση εκζέματος, θα μπορούσε να το προφυλάξει.
Οι ερευνητές προσέγγισαν οικογένειες με βρέφη υψηλού κινδύνου (που είχαν, δηλαδή, τουλάχιστον έναν συγγενή πρώτου βαθμού με έκζεμα, αλλεργική ρινίτιδα ή άσθμα). Επέλεξαν 1394 μωρά, τα οποία χωριστήκαν τυχαία σε 2 ομάδες. Από τους γονείς των 693 βρεφών ζητήθηκε να εφαρμόζουν συγκεκριμένα ενυδατικά προϊόντα για τον πρώτο χρόνο και στους γονείς των υπολοίπων 701, που αποτέλεσαν την ομάδα ελέγχου, να μην χρησιμοποιούν τέτοια προϊόντα. Όλοι οι γονείς ακολουθούσαν τις συνήθεις συμβουλές φροντίδας του δέρματος των βρεφών.
Το 88% των γονέων της πρώτης ομάδας εφάρμοσε τις οδηγίες μέχρι το πρώτο τρίμηνο. Κατόπιν παρουσιάστηκε μείωση σε αυτό το ποσοστό κατά 6% (συμμόρφωση 82% στο 6μηνο) και περαιτέρω μείωση 8% τους επόμενους 6 μήνες (συμμόρφωση 74% στο 12μηνο).
Τα αποτελέσματα της τυχαιοποιημένης μελέτης BEEP, τα οποία δημοσιεύθηκαν στο επιστημονικό περιοδικό The Lancet, έδειξαν ότι η καθημερινή ενυδάτωση όλου του σώματος των νεογέννητων υψηλού κινδύνου για ατοπική δερματίτιδα μέχρι να κλείσουν το πρώτο έτος της ζωής τους δεν την προλαμβάνει, όπως πίστευαν προηγουμένως οι επιστήμονες.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι στα 2 έτη το 23% της πρώτης ομάδας έναντι του 25% της ομάδας ελέγχου ανέπτυξε έκζεμα και το ποσοστό κλινικών δερματικών λοιμώξεων που ανέφεραν οι γονείς ήταν αυξημένο.
Παρά τα αποτελέσματα αυτά, η παρακολούθηση επεκτάθηκε στα 5 έτη, για να διαπιστωθεί εάν υπήρχε καθυστερημένο όφελος, τόσο στην πρόληψη της ατοπικής δερματίτιδας, όσο και σε άλλες συναφείς διαταραχές. Και πάλι, όμως, τα αποτελέσματα ήταν παρόμοια. Δεν βρέθηκε καμία ένδειξη ότι η καθημερινή χρήση ενυδατικής κρέμας θα μπορούσε να αποτρέψει το έκζεμα στα παιδιά.
Τα ευρήματα αυτά εξέπληξαν τους ερευνητές, δεδομένου ότι άλλες μικρότερες μελέτες έδειξαν ότι η ενυδάτωση του σώματος από τη γέννηση θα μπορούσε να προλάβει το έκζεμα. Πιστεύουν, όμως, ότι απαιτούνται και άλλες μεγάλες μελέτες για να επιβεβαιωθούν τα αποτελέσματα, οι οποίες να εστιάσουν και στην πιθανότητα να απαιτείται ενυδάτωση σε όλο το σώμα περισσότερες από μία φορά την ημέρα ή περισσότερη ποσότητα προϊόντος σε κάθε εφαρμογή ή διαφορετικά ενυδατικά προϊόντα από αυτά που χρησιμοποιήθηκαν στη μελέτη.
Πάντως, επισήμαναν ότι τα ευρήματα αφορούν μόνο στην πρόληψη του εκζέματος και δεν αμφισβητούν την πρακτική της ενυδάτωσης του δέρματος ως πρώτης γραμμής θεραπεία για το έκζεμα.
«Η ύφεση των συμπτωμάτων της ατοπικής δερματίτιδας είναι μια συνεχής προσπάθεια, η οποία απαιτεί μήνες ή και χρόνια με τις διαθέσιμες φαρμακευτικές αγωγές ή με εναλλακτικές θεραπείες. Η έγκαιρη διάγνωση αυξάνει τις πιθανότητες ελέγχου τους γρηγορότερα. Η ενυδάτωση του δέρματος συστήνεται εξ αρχής και σε αποτυχία της συστήνεται η εφαρμογή ή λήψη φαρμάκων (τοπικά, από του στόματος ή ενέσιμα, αναλόγως της σοβαρότητας) για τον έλεγχο του κνησμού, την αποκατάσταση του δέρματος, ενίσχυσης του ανοσοποιητικού και της καταπολέμησης τυχόν λοίμωξης από μόλυνση του σκασμένου δέρματος, παράλληλα με την ενυδάτωση.
Πολλά είναι τα οφέλη και της φωτοθεραπείας, δηλαδή η έκθεση του δέρματος σε φυσικό ηλιακό φως ή η χρήση υπεριώδους ακτινοβολίας, είτε μόνη είτε σε συνδυασμό με φάρμακα. Πρόκειται για μια απολύτως ασφαλή και αποτελεσματική θεραπεία, αφού μειώνει τον κνησμό, καταπραΰνει τη φλεγμονή, επουλώνει γρήγορα το σκασμένο δέρμα, χωρίς να δημιουργεί παρενέργειες. Είναι δε ακίνδυνη για άτομα με ευαίσθητο δέρμα, όπως επίσης και για εγκύους και παιδιά», καταλήγει ο δρ Χρήστος Στάμου.