Είχα το προνόμιο και την τύχη να ζήσουμε με τον Αλέκο Γαλανό εννιά χρόνια σαν αδέρφια, στο ίδιο γραφείο, κάνοντας ραδιόφωνο, τηλεόραση, κινηματογράφο.
Διδάχτηκα πάμπολλα από το πληθωρικό ταλέντο του, τη μεγαλοψυχία του και την ταπεινότητά του. Όταν το 1973 με φώναζε στις πρόβες των Κόκκινων Φαναριών που το είχε μετατρέψει σε μουσικόδραμα και με δική του σκηνοθεσία και μια πλειάδα πρωταγωνιστών του Ελληνικού θεάτρου ανέβηκε στο Περοκέ Αθηνών, έμενα έκθαμβος από τον σκληρό αγώνα του να κρατήσει στο σανίδι ζωντανό το ψυχολογικό δράμα των γυναικών που για διάφορους λόγους βρίσκονταν στον οίκο ανοχής της Τρούμπας και μάταια πάσκιζαν να βρούνε ένα παραθυράκι να ξεφύγουν, να ζήσουν σαν όλες τις άλλες γυναίκες. Είχανε τυλιχτεί στο βούρκο με την πατρόνα και τους σωματέμπορους να τις εκμεταλλεύονται και να μην έχουν τη δυνατότητα ούτε μπρος κι ούτε πίσω να κάνουν βήμα. Εβλεπα τους ηθοποιούς να μοχτούν και να απλώνουν στην αναβράζουσα θεατρική ατμόσφαιρα την ίδια την ψυχή τους και έτρεμα και χειροκροτούσα δίνοντας απ’ τη γωνίτσα μου στον μεγάλο θεατράνθρωπο Αλέκο Γαλανό τα ρινίσματα βοήθειας που μου ζητούσε.
Τούτα ήρθανε ανάγλυφα κι έντονα να με πλημμυρίσουν παρακολουθώντας την πρεμιέρα των Κόκκινων Φαναριών που επάξια ανέβασαν τα παιδιά του Συλλόγου Φίλοι του Θεάτρου Χανίων στο Βενιζέλειο Ωδείο. Δώσανε, όλοι, όλο τους τον εαυτό για μια παράσταση εφάμιλλη εκείνης του Στέφανου Στρατηγού-Γκέλυς Μαυροπούλου του 1962, καλύτερη από αυτήν που σκηνοθέτησε ο σπουδαίος μουσικός μας (αλλά όχι σκηνοθέτης) Σταύρος Ξαρχάκος στο Αλάμπρα το 1993 και (το λέω υπεύθυνα) πολύ, πολύ καλύτερη από το ανέβασμά του στο Εθνικό Θέατρο Αθηνών το 2012 με σκηνοθεσία του Κώστα Ρήγου.
Ανεπιφύλαχτα, φίλοι μου, συνιστώ να δείτε την παράσταση τούτη, όσοι έχετε τη δυνατότητα, και να χειροκροτήσετε αυτά τα παιδιά που αγωνίστηκαν μήνες για να ολοκληρώσουν την υποκριτική τους ικανότητα μεταφέροντας στη σκηνή το κλασικό αυτό έργο του ελληνικού θεατρολογίου. Λάτε να απολαύσετε ένα θαυμάσιο χτίσιμο από τον ταλαντούχο σκηνοθέτη Νάσο Αθανασόπουλο που δεν ευκαιρούσε ούτε καλημέρα να πει αυτό το διάστημα. Τα πολύ καλά σκηνικά των Κατιέ, Καντανολέοντα και Μπουζάκη με ελάχιστες σκηνογραφικές ατέλειες ανεξάρτητες της θέλησής των, λόγω υπερβολικού κόστους και περιορισμένου χώρου στη σκηνή. Όμως τούτο δεν στέρησε τους υπέροχους ερασιτέχνες ηθοποιούς να μας ζωγραφίσουν με έντονα χρώματα την απελπισία των κοριτσιών που ήταν εγκλωβισμένα στο πορνείο της Μαντάμ Παρή (μια πολύ καλή Έλενα Αθανασοπούλου) με τον φίλο και προστάτη της Μιχαήλο (υπέροχος ο Κώστας Βερονίκης) να τις εκμεταλλεύονται.
Χειροκροτήσαμε μια ανεπανάληπτη Κοκοτσάκη Ελευθερία στο ρόλο της Μαίρης για τη θαυμάσια απόδοση του ρόλου της ως Μαίρη και των τραγουδιών με την πολύ καλή Καπνισάκη να την ακομπανιάρει με την κιθάρα. Ξεχωρίσαμε την σπιρτόζα Κανιτσάκη Γιούλα στο ρόλο της πωρωμένης Μυρσίνης και το ζωντανό ειρωνικό της στυλ χλευάζοντας, προς το τέλος που έκλεινε το πορνείο, την ίδια την πατρόνα της Μαντάμ Παρή.
Φίλοι μου, ελάτε να δείτε το άβγαλτο παιδί το Μιχάλη (πολύ καλός κι εκφραστικός ο Γιάννης Πατεράκης) που ερωτεύεται την πόρνη, της δίνει υπόσχεση γάμου και μετά από παρέμβαση του μπάρμπα του ανακαλεί την υπόσχεση για να ξεσπάσει η “Μαίρη” σε απογοήτευσης οργισμένο ψυχοσπαραγμό.
Συγκλονιστική η στιγμή που προς το τέλος της τρίτης πράξης η Χρύσα Βολάνη, σαν Μαρίνα, μας πλημμυρίζει δραματικό στοχασμό στον αγώνα της να συγκρατήσει κοντά της τον σωματέμπορο Ντόρη (πολύ καλός ο Γιώργος Βορνιωτάκης) και να οδηγείται με κλονισμένο το λογικό στην αυτοκτονία. Όλοι, όλοι, μα όλοι ήταν υπέροχοι κι αν δεν μου αρέσουν οι ονομαστικοί κατάλογοι, δεν μπορώ να μην υπογραμμίσω την “Πριγκηπέσα” (Καραβασιλειάδη) με το δικό της δράμα και τον Ξανθουδάκη σαν Πέτρο που απογοητεύεται διαπιστώνοντας ότι η δυσάγκιχτη φίλη του ήταν μια απ’ το σπίτι της Μαντάμ Παρή. Συγκλονιστικές στιγμές, φίλοι μου, με τον Καπετάν Νικόλα, τον πολύ καλό και πειστικό Καντανολέοντα Ευτύχη, που προτείνει και σκοπεύει να παντρευτεί με την πόρνη Μαίρη αλλά στο τέλος βυθίζεται αύτανδρο το καράβι του στον Ινδικό ωκεανό.
Δίκαιο να αναφέρουμε τη θετική εμφάνιση του Μπουζάκη στο ρόλο του αυστηρού αστυφύλακα.
Και φάνηκε ανάγλυφο το μήνυμα της αγάπης για ζωή και του τίμιου αγώνα από το ζωντανό παίξιμο της Κυριακοπούλου, μιας κουρασμένης γυναικούλας που καθάριζε τον οίκο ανοχής και ζούσε με το όνειρο να φύγει από κει μέσα κι η μόνη της χαρά, να δει το γέρο της που το έσκασε από το άσυλο και μαζί πια, όταν κλείσανε τα “σπίτια” ξεκίνησαν μια καινούργια ζωή στην παράγκα τους, την καμωμένη από λαμαρίνες στο βουνό, στέλνοντας την ελπίδα προς όλους
– Ωραία δεν είναι η ζωή; Λέει ευτυχισμένος ο πολύπλευρα καταξιωμένος Νικολακάκης Δημήτρης στον ρόλο του γέρου, για να συμφωνήσει η Κατερίνα του:
– Ναι, καλή είναι.
Ολόθερμα συγχαρητήρια σε όλους. Χειροκροτείστε τους. Αυτή είναι η αμοιβή τους.