Ας ήταν να επέστρεφες, στην άπνοη Ελλάδα,
μα πέταξες σαν το πουλί, μέρα ήταν αποφράδα.
Εσφάλισες τα μάτια σου, κι’ έφυγες μακριά μας,
μα πάντα ζεις στην σκέψη μας, βαθιά εις την καρδιά μας.
Γιατί στ’ αλήθεια λάτρεψες, την έρημή μας χώρα,
μα τώρα Ελευθέριε, την πήρ’ η κατηφόρα.
Δυσβάστακτα προβλήματα, επάνω της φορτώνουν,
το μαύρο δίχτυ της οργής, απάνθρωπα τ’ απλώνουν.
Άχ και να ήταν δυνατόν, να επέστρεφες σιμά μας,
συνοδοιπόρος σθεναρός, στην θλίψη, στην χαρά μας.
Εις το τσουκρί ανέβαινες, και θώριες το νησί σου,
και τα πιο άγρια οζά, μέρευαν στη φωνή σου.
Φαράγγια, όρη, ρεματιές, έχεις περπατημένα,
και είναι υπερήφανη, η Κρήτη μας για σένα
Ήσουν το αετόπουλο, το λέμε με καμάρι,
και τίμησες τη χώρα μας, άξιο παλικάρι.
Φίλοι κ’ εχθροί σε γνώριζαν, σε όλες τις ηπείρους,
ήσουν ηγέτης στιβαρός, και άνθρωπος του κύρους.
Τον σεβασμό ενέπνεες, και την εμπιστοσύνη,
γιατ’ είχες σοβαρότητα, και πλήσι’ αντρειοσύνη.
Και πια εις στο μεταίχμιο, που βρίσκεται η χώρα,
Θεέ μου πόσο θέλαμε, να ήσουν εδώ τώρα.
Να βάλεις τάξη και φραγμούς, σε όσους την πληγώνουν,
να επουλώσεις τραύματα, να πάψουν να ματώνουν.
Να πάρ’ ανάσα, να χαρεί, να έρθουν λευκές μέρες,
να λάμπ’ η γαλανόλευκη, να φύγουν οι φοβέρες.
Με κεφαλαία γράμματα, γράφουμε τ’ όνομά σου,
κι’ ήταν στ’ αλήθεια τυχεροί, όσοι ήταν σιμά σου!
Ελευθερία Κατσιφαράκη
Συντ. Δημοσιογράφος Αντιπρόεδρος Ε.Π.Δ.Χ.
Μέλος Λογοτεχνικής Παρέας Χανίων.