« Ίσως εκεί που κάποιος αντιστέκεται χωρίς ελπίδα, ίσως εκει να αρχίζει η ανθρώπινη ιστορια, που λέμε, κι η ομορφια του ανθρώπου».
Γ. Ριτσος (Ελένη)
Η “Ελένη” του Γ. Ρίτσου γράφτηκε το 1970. Ανήκει στη συλλογή “Τέταρτη Διάσταση” και ειναι το όγδοο απο τα δεκαοχτώ πεζόμορφα ποιήματα απο τα οποία τα περισσότερα εχουν θεμα ή τίτλο ενα μυθολογικό πρόσωπο. Η “ωραία Ελένη” της μυθολογίας, το μήλο της έριδος αναμεσα στον Μενέλαο και στον Παρη αρχικά και στη συνεχεια η αιτία για τον Τρωικό πόλεμο εχει απασχολήσει πολλούς λογοτέχνες και διανοούμενους.
Εδω η “Ελένη” του ποιήματος του Ρίτσου ειναι μια γριά εκατό η διακοσίων χρόνων, καμπουριασμένη, ασάλευτη, που ζει σε ενα μισοερειπωμένο παλάτι, όταν την επισκέπτεται ένας άνδρας, παλιός γνώριμος και αρκετά νεότερος της. Ο επισκέπτης συναντά την Ελένη στο δωμάτιο της και μενει άφωνος απο τη φθορά που έχει προκαλέσει επάνω της και γύρω της ο χρόνος. Το μεγαλειώδες παρελθόν διακρίνεται μόνο στο βάθος των ματιών της. Μαζι με την ομορφιά της χάθηκε κι όλη αυτη η ομήγυρη που συνήθιζε να έχει. Ουτε καν ο περίφημος μύθος της δεν είχε τη δύναμη να διατηρήσει την παλιά έλξη στο γήρας. Κανένας πια δεν την επισκέπτεται, η μοναξιά την κάνει να παράλογιζεται. Οι δούλες της την παραμελούν, την εκδικούνται, την υποβιβάζουν, παίρνουν τα ρούχα και τα κοσμήματα της, τη μιμούνται και της στερούν τα απαραίτητα.
Έπρεπε να γεράσουμε για να γίνουμε ανιδιοτελείς και δίκαιοι λέει.
Στο μονόλογο της κυριαρχεί η έμμεση απειλή του θανάτου, ο φόβος του μαρασμού που μας επιβάλλεται παρά τη θέληση μας. Η τρομακτική οδύνη που αντικαθιστά ενα φανταχτερό παρελθόν και οδηγεί στη λήθη, ενώ η ζωή μέσα παλεύει να κυριαρχήσει αλλά δεν μπορεί. Η “Ελένη” χάνεται στις αναμνήσεις που την κάνουν να νιώθει ακόμα πιο ανήμπορη και μόνη. Το ερειπωμένο αρχοντικό δηλώνει τη ματαιότητα των υλικών αγαθών, το πρόσκαιρο και ασήμαντο της αξίας τους. Οι δούλες ειναι ο χλευασμός των γύρω που, αφού δεν μπορούν να συναγωνιστούν, θέλουν να την εκδικηθούν για τη ζωή της. Θλίψη, θυμός, αγανάκτηση, πόνος, συντροφεύουν την άλλοτε σπουδαία και πανέμορφη “Ελένη” στις τελευταιες μέρες της ζωής της. Ο μονόλογος της αφιερωμένος στη ματαιότητα των πραγμάτων, στη μηδενική αξία της ύλης, στη μνήμη που τελικά εξισώνει τα πάντα, τους εχθρούς και τους φίλους, στην ψευδαίσθηση της πραγματικότητας, στη μικρή δύναμη των λέξεων και των εννοιών, στην ασημαντότητα της εξωτερικής ομορφιάς και της ματαιοδοξίας που στο τελος εκδικείται. Και τελικά την κερδίζει η επιθυμία του θανάτου, ενώ τον αντιλαμβάνεται ως μέσο για να αρνηθεί και να διαγράψει ό,τι την έχει πληγώσει πιο πολύ. Η ομορφιά της πια βρίσκεται στη δύναμη της κατανόησης, της συνειδητότητας και της αντίστασης.
Ο επισκέπτης φεύγει και εκείνη κοιμάται, για να γυρίσει σε λίγο εκείνος και να τη βρει νεκρή.
Η σύγχρονη Ελένη ζει ξανά και ξανά μη μπορώντας να καταλάβει, μη μπορώντας να διορθώσει, μη μπορώντας να σωθεί, ουτε απο τη γνώση αλλά ούτε και από την εμπειρία της ζωής. Μπορεί όμως να αντιστέκεται, να κατανοεί και να ελπίζει.
«… Ίσως εκει που κάποιος αντιστέκεται χωρίς ελπίδα, ίσως εκει να αρχίζει η ανθρώπινη ιστορία, που λέμε, και η ομορφιά του ανθρώπου…».
« Είχα κινήσει τα χέρια, είχα υψωθεί στα νυχια των ποδιών, κι αναλήφθηκα αφήνοντας να πέσει απο τα χείλη μου και το τρίτο λουλούδι. Αυτό μου μένει ακόμη, κατι σαν ανταμοιβή, σαν απόμακρη δικαίωση, κι ίσως αυτο να μείνει, λέω, κάπου, στον κόσμο μια στιγμιαία ελευθερία, φανταστική, βέβαια κι αυτή».
Η “Ελένη” , από τους πιο συγκλονιστικούς γυναικείους μονολόγους, θα παρουσιαστεί στον Προμαχώνα του San Salvatore σε σκηνοθεσία και ερμηνεία απο τη Μυρτώ Τζιγκουνάκη, στις 21-22-23 και στις 28 και 29 Αυγουστου με ώρα έναρξης 20:30.