Με την ευκαιρία της επετείου των 120 χρόνων από την επαναστατική κινητοποίηση του Θερίσου έχει ενδιαφέρον η αναδίφηση στη µελέτη του και η άντληση διδαγµάτων πολύτιµων πάντα για την πολιτική και τη διαχείριση των εθνικών θεµάτων.
Μάθηµα 1ο : Η στενή σχέση αλληλεξάρτησης ενηµέρωσης και πολιτικής δεν είναι σηµερινή. Ανάγεται στην εποχή της µαζικής κυκλοφορίας των εντύπων και στην κρητική ιστορία επιβεβαιώνεται επίσης. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος την πολιτική του καριέρα την άρχισε την ίδια εποχή που συστηµατοποιούσε την αρθρογραφία του στην εφηµερίδα «Λευκά Όρη», 1888 – 1889. Όταν ήρθε σε ρήξη µε τον Πρίγκιπα άρχισε να εκδίδει τον Κήρυκα. Έτσι µπορούσε να γνωστοποιήσει τις πολιτικές του θέσεις και να απαντήσει στις συκοφαντίες, στη δυσφήµιση και στην παραπληροφόρηση της Αυλής του Υπάτου Αρµοστή της Κρητικής Πολιτείας.
Η σχέση του µε τον τύπο δεν έµεινε εκεί. Ως πολιτικός παράγοντας και κυρίως ως ηγέτης της επανάστασης του Θερίσου φρόντισε να εκδίδει δύο έντυπα, ένα επίσηµο, την Εφηµερίδα της Επαναστατικής Συνελεύσεως µε πρακτικά των συνελεύσεων, αποφάσεις και επίσηµη αλληλογραφία, που διακινούσε στην Κρήτη και στην Ελλάδα µε αποδέκτες πολιτικούς και διπλωµάτες κυρίως. Ταυτοχρόνως εξέδιδε την εφηµερίδα το Θέρισο, µε την ειδησεογραφία από το Επαναστατικό στρατόπεδο, τη διεθνή σχετική αρθρογραφία και ό τι άλλο µπορούσε να συσπειρώνει και να εµπνέει τους φίλους και υποστηρικτές της επανάστασης, στους οποίους απευθυνόταν.
Την ίδια περίοδο επικοινωνούσε διαρκώς µε δηµοσιογράφους – ρεπόρτερ που έφθαναν στο ορεινό προπύργιο του, τους ανέλυε τις απόψεις τους για το Κρητικό, την ελληνική εξωτερική πολιτική και το Ανατολικό Ζήτηµα. Έτσι άλλαξε την ατζέντα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής και σταδιακά έχτισε το δικό του προφίλ. Έγινε γνωστός στην Ελλάδα αλλά και στις ευρωπαϊκές χώρες, που εµπλέκονταν στην επανάσταση. Η σχέση του µε ορισµένους µάλιστα δηµοσιογράφους, όπως ο Τζαίηµς Μπάουτσερ, ήταν µακροχρόνια και καθοριστική για την επικοινωνία του και µε βρετανούς διπλωµάτες.
Μάθηµα 2ο : Πριν τα ΜΚ∆ υπήρχε επαρκώς ελεγχόµενη δικτύωση όσων ήθελαν να επηρεάσουν τα πολιτικά – και εθνικά, κατά τις ανάγκες της εποχής, ζητήµατα. Τέτοια δίκτυα ο Βενιζέλος τα είχε «κτίσει» από τα πρώτα νεανικά του χρόνια αξιοποιώντας πρόσωπα, οικογενειακούς δεσµούς, επαγγελµατικές ευκαιρίες και κοινωνικές σχέσεις. Σηµαντική ήταν προφανώς η προσωπική γοητεία, που ασκούσε στους συνοµιλητές του, οι κοινωνικές δεξιότητες που διέθετε, πρωτοφανείς και πολύ πρώιµα επιβεβαιωµένες από συναντήσεις µε «διάσηµους» της κάθε εποχής. Εκ των ων ουκ άνευ και η γλωσσοµάθειά του, αποκτηµένη µε προσωπικό µόχθο και επιµονή εντυπωσιακή. (Παραδειγµατικά αναφέρω τον Champerlain στα φοιτητικά του χρόνια, αλλά και τον Clemenceau, που επισκέφθηκε και την Κρήτη στα χρόνια της Κρητικής Πολιτείας, µε τον οποίον διατήρησε επικοινωνία και αργότερα).
Στην Αθήνα το «κρητικό λόµπυ» ήταν γνωστό από το 19ο αιώνα, οπότε συχνά επιστράτευε αγωνιστές και όπλα, εξασφάλιζε βοήθεια, ασκούσε πολιτικές πιέσεις στις ελληνικές κυβερνήσεις για την υποστήριξη των Κρητών. Ο Βενιζέλος δεν έµεινε µόνο σε αυτό. Απέστειλε από την αρχή της επανάστασης τους δικούς του ανθρώπους στην Αθήνα, τον Κλέαρχο το Μαρκαντωνάκη, προσωπικό συνεργάτη και γραµµατέα του για πολλά χρόνια µετέπειτα, το Β. Σκουλά, τον Μ. Πετυχάκη. Φρόντιζε για την άµεση επικοινωνία µαζί τους σε εποχές που δεν υπήρχαν τηλέφωνα και τα τηλεγραφήµατα µπορούσαν να αποκρυπτογραφούνται και να ελέγχονται. Αντίστοιχους εκπροσώπους, φίλους και απεσταλµένους είχε σε όλους τους νοµούς και τις επαρχίες της Κρήτης µε τους οποίους επίσης επικοινωνούσε όποτε χρειαζόταν, αφού η Ταχυδροµική Υπηρεσία του Θερίσου λειτουργούσε πολύ πιο οργανωµένα από κάθε άλλη. Έτσι τα µηνύµατα ανταλλάσσονταν και οι εντολές τηρούνταν απαρέγκλιτα.
Μάθηµα 3ο : Για την καλύτερη και βεβαιότερη επίτευξη πολιτικών στόχων είναι αναγκαία η συσπείρωση ανθρώπων µε κοινό προσανατολισµό, όχι απαραίτητα οµοϊδεατών σε όλα τα ζητήµατα. Ο Βενιζέλος συνεργάστηκε µε όσους έκρινε ότι ήταν χρήσιµοι στον κοινό στόχο. Αν και όχι όλοι φίλοι, έγιναν ευκαιριακοί σύµµαχοι. Αξιοποίησε τις συγκρούσεις που προκαλούσε η εριστική και αυταρχική συµπεριφορά του Πρίγκιπα. Ο Παρθένιος Κελαϊδής, ο Βασίλης Σκουλάς, ο Χατζηµιχάλης Γιάνναρης ήταν προσωπικότητες µε πολύ µεγαλύτερη επιρροή στον κρητικό λαό από τον ίδιο, άρα φρόντισε να βρεθεί στην ίδια πλευρά της ιστορικής στιγµής. ∆ιέκρινε και εκµεταλλεύθηκε τη δυσαρέσκεια από την οικονοµική στασιµότητα και την εσωτερική δυσλειτουργία, εκπροσώπησε ως συνήγορος τους κατηγορούµενους της αποτυχηµένης εξέγερσης των Λάκκων του 1904 και συγκρότησε µαζί µε άλλους πρώην συνεργάτες του Πρίγκιπα τον Κων/νο Μάνο και τον Κων/νο Φούµη την Προσωρινή Κυβέρνηση Κρήτης στο Θέρισο. Αν και δεν απέφυγε σκληρές µεταξύ τους διενέξεις, εξαρχής απαίτησε πειθαρχία και τάξη, ενεργοποιώντας όλα τα θετικά στοιχεία των προσωπικοτήτων και των γνωριµιών τους.
Κατά περίπτωση αποδέχτηκε προτάσεις τους, ελέγχοντας όµως εκείνος τη διαχείριση των ζητηµάτων, που προέκυπταν. Συµφώνησε στην πρόταξη του ενωτικού αιτήµατος, το υπερασπιζόταν ενώπιον τρίτων, προειδοποιούσε όµως ότι : «η ένωσις πιθανόν να ναυαγήση». Παρόλα αυτά στις επίσηµες διαπραγµατεύσεις επέµεινε στην ένωση πιστεύοντας βάσιµα ότι έτσι µπορούσαν να κερδηθούν περισσότερα πλεονεκτήµατα στο πεδίο της φιλελευθεροποίησης του καθεστώτος και σε αυτό των εθνικών διεκδικήσεων. Πολύ περισσότερο, στο τέλος της επανάστασης µε δυσκολία κατάφερε να πείσει τους συναγωνιστές και συµπολεµιστές τους για την παράδοση των όπλων, που οι Κρητικοί κατείχαν νοµίµως από την εποχή της ύστερης οθωµανικής κατοχής και η Κρητική Βουλή το 1905 την επιβεβαίωνε. Ωστόσο πέτυχε την τήρηση της συµφωνίας µε τους Ευρωπαίους και τη γενική αµνηστεία.
Μάθηµα 4ο : Ο πόλεµος δεν ήταν ποτέ για το Βενιζέλο κύριο µέσο διευθέτησης των εθνικών διεκδικήσεων. Ήταν απλώς µέσο πίεσης, που τον συνόδευε µε τη διπλωµατία και την πολιτική µαεστρία στη διαχείριση των ξένων ηγετών. Άλλωστε η διπλωµατία δεν επιβαρύνει το λαό, ούτε κοστίζει σε αίµα και χρήµα. Απαιτεί όµως ικανότητες, που δεν τις διαθέτουν όλοι οι πολιτικοί ηγέτες. Έχοντας εξασφαλίσει σχέσεις µε τους πρεσβευτές των Προστατίδων ∆υνάµεων στην Κρήτη, πράγµα που κατάγγελλε µε επιµονή ο Πρίγκιπας, πέτυχε την ευεργετικότατη ανοχή των ιταλικών και γαλλικών στρατευµάτων απέναντι στο κίνηµα, όχι πάντως και την αντίστοιχη Βρετανών και Ρώσων. Το κυριότερο: σε όλη τη διάρκεια του κινήµατος δεν έπαψε να συνοµιλεί απευθείας µε τους Ευρωπαίους Προξένους και τους στρατιωτικούς απεσταλµένους τους, πράγµα που οδήγησε στη διεθνοποίηση της κρητική εξέγερσης και την οδήγησε σε αίσιο τέλος.
Η ευελιξία και η ευστροφία, η τόλµη και η παρρησία, που συνδυάζονταν µε τη γοητεία και τη σαγήνη που ενέπνεε στους συνοµιλητές του δεν σήµαιναν υποχωρητικότητα ούτε αποδοχή στις απαιτήσεις των ισχυρών. Αντιθέτως ο Β δεν παρεξέκλινε καθόλου από τις φιλελεύθερες αρχές του, δεν φοβήθηκε τη ρήξη και την άρνηση, ούτε στην Κρήτη ούτε αργότερα στην Ελλάδα, εφόσον πίστευε ότι χρειαζόταν. Όπως είχε διαβλέψει ο Βρετανός πρεσβευτής της εποχής το κρητικό ζήτηµα επιλύθηκε στα κρητικά βουνά. Ο Β. όταν χρειάστηκε έγινε επαναστάτης και δεν θα ήταν η πρώτη φορά στη ζωή τη δική του και της Ελλάδας.
Ο ίδιος µε πολλή προσοχή επέλεξε το χρόνο και την έδρα της επανάστασης, απαίτησε την κάθοδο της ∆ιεθνούς Επιτροπής, που γνωµοδότησε υπέρ των θέσεων των επαναστατών, πέτυχε την αλλαγή του προσώπου του Αρµοστή και τη φιλελευθεροποίηση του Κρητικού πολιτεύµατος. Επίσης µετά το Θέρισο η Κρητική Πολιτεία από άποψη διεθνούς δικαίου ερχόταν πιο κοντά στην Ελλάδα, αφού η επιλογή του Υπάτου Αρµοστή ανατέθηκε στον Έλληνα Βασιλιά. Η επιρροή του Βενιζέλου στην πολιτική ζωή και του ελληνικού βασιλείου θα αποδεικνυόταν καθοριστική. Οι Ελλαδίτες πολιτικοί συνοµίλησαν µε τον κρητικό ηγέτη για όλα τα θέµατα, προβληµατίστηκαν, προχώρησαν σε πολιτικές πρωτοβουλίες και τελικά µε την παρέµβαση του Στρατιωτικού Συνδέσµου θα συνεργάζονταν µαζί του και θα ακολουθούσαν τις πολιτικές του προτάσεις στα εσωτερικά και διεθνή ζητήµατα για τη νέα Ελλάδα του 20ού αιώνα.
Αδιαπραγµάτευτα αντιλαϊκιστής, αναµφισβήτητα ρεαλιστής, διορατικός οραµατιστής, µε µοναδική ικανότητα να εµπνέει και να πραγµατοποιεί ό τι ονειρευόταν ως πολιτικός ηγέτης επρόκειτο να επιβεβαιώσει τον Βλάση Γαβριηλίδη που το 1905 έγραφε συνοψίζοντας τις εντυπώσεις του από το Θέρισο: «ο (κ.) Βενιζέλος είναι «µέρος της Κρήτης», αλλά ενθυµείται ότι είναι Έλλην προ του Κρητός…» Η ιστορία θα το επιβεβαίωνε.
Εµείς σε µιαν άλλη κρίσιµη εποχή καλούµαστε να µελετήσουµε, να παρατηρήσουµε, και να διδαχθούµε.
*Η Στέλλα Αλιγιζάκη είναι φιλόλογος – ιστορικός