Έχει, αναμφισβήτητα, μεγάλο ενδιαφέρον, εάν ξαναδιαβάσουμε την Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, να σταθούμε και στους φιλέλληνες και στη βοήθεια που προήλθαν από τις Η.Π.Α. και την Κεντρική Αμερική.
Το πρώτο, λοιπόν, κράτος που αναγνώρισε την Ελληνική Επανάσταση του 1821 επίσημα ήταν η Αϊτή, αυτή η μικρή δημοκρατία της Καραϊβικής. Ο πρόεδρός της Γιόχαν Μπόγερ έστειλε στις 15 Γενάρη του 1822 έγγραφο στην ελληνική επιτροπή του Παρισιού, απαντώντας στην έκκληση του Κοραή, Πίκκολου, Βογορίδη, στο οποίο ανάγγειλε την αναγνώριση της ελληνικής προσωρινής διοίκησης και ευχόταν τη νίκη της Επανάστασης. Το 1823, πάντως, τελειώνει με τη διατύπωση του δόγματος Μονρόε (2/12), το οποίο εκλαμβάνεται ως ευνοϊκή εκδήλωση του Προέδρου των Η.Π.Α., Τζαίημς Μονρόε, για την Ελληνική Επανάσταση. Στην πραγματικότητα, είναι «γράμμα κενό», καθώς, παρά τα συγκινητικά λόγια των προέδρων Μονρόε και Τζον Άνταμς, η ουδετερότητα των Αμερικανών υποκρύπτει φιλοτουρκική στάση, μια και την ίδια στιγμή μοίραζαν τρόφιμα -αποκλειστικά προϊόντα φιλανθρωπικών εράνων- σε Έλληνες αμάχους μ’ απώτερο σκοπό τη δημιουργία συμπαθειών και πελατειακών σχέσεων αργότερα και, ταυτόχρονα, συζητούσαν με τη Σουλτανική Τουρκία εμπορικές συμβάσεις και οικονομικές διευθετήσεις! Από το 1821 μέχρι το 1825 θα βρεθούν στην Ελλάδα για να πολεμήσουν κοντά στους επαναστάτες και 16 Αμερικανοί φιλέλληνες, σύμφωνα με στοιχεία, που δημοσιεύονται στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, της “Εκδοτικής Αθηνών”. Τα κατοπινά χρόνια, όμως, το 1826 – 1827, το Κογκρέσσο των Η.Π.Α. απέρριψε πρόταση για συμβολική αποστολή τροφίμων 50.000 δολαρίων στους ελληνικούς πληθυσμούς που λιμοκτονούσαν. Η αμερικάνικη κυβέρνηση, τότε, ανέθεσε, υπό την οργή της Κοινής Γνώμης, την αποστολή αυτή στα Φιλελληνικά Κομιτάτα, αλλά αποδείχτηκε «ελεεινής νοοτροπίας φιλανθρωπία και φαρισαϊσμός» κατά τον ιστοριογράφο Κ. Σιμόπουλο. Κι αυτό γιατί «η αμερικάνικη κυβέρνηση», γράφει ο Σιμόπουλος, «απέκλεισε την αποστολή και ενός δολαρίου στην ελληνική διοίκηση για τη συντήρηση των στρατευμάτων. Μόνο αλεύρι και ενδύματα για τους γέροντες και τα γυναικόπαιδα. Και η διανομή να γίνει αποκλειστικά από Αμερικανούς επιτρόπους». Περί τα τέλη του 1823, είχαν αρχίσει να εκδηλώνονται φιλελληνικά αισθήματα και στη Βόρεια Αμερική. Ανάμεσα στους κύριους εκφραστές ξεχωρίζει ο ελληνιστής, ανταποκριτής της εφημερίδας “The North American Review”, Edward Everett, γνώριμος του Αδαμάντιου Κοραή, με τον οποίο αλληλογραφούσε. Φωνή που υπερασπίστηκε τους Έλληνες στο Κογκρέσο στις 19 Ιανουαρίου 1824 ήταν και ο νεαρός πολιτευτής της Μασαχουσέτης, Daniel Webster. Φιλελληνικά Κομιτάτα επί αμερικανικού εδάφους ιδρύθηκαν στη Φιλαδέλφεια, στη Νέα Υόρκη, στη Βοστόνη, με σκοπό, όπως είδαμε πριν, τη συγκέντρωση εισφορών σε τρόφιμα, ιματισμό και χρήματα. Οκτώ φορτία με φάρμακα και ιματισμό για τους άμαχους έφτασαν στο θέατρο του πολέμου, στα χρόνια 1827 και 1828. Λεπτομέρειες για τις αποστολές, στις οποίες είχαν συμμετάσχει, δημοσίευσαν οι J. Miller, H. Post και S. G. Howe, διατηρώντας ζωντανό το ενδιαφέρον των Αμερικανών. Με ενδιαφέρον, όμως, πρέπει να σταθούμε και σε όσα εγράφησαν για τον Αγώνα των Ελλήνων από τον Σάμουελ Χάου, ο οποίος βρέθηκε στην Ελλάδα από το 1824 έως το 1827 και υπηρέτησε για ένα διάστημα στο ατμοκίνητο πολεμικό πλοίο “Καρτερία”. Ο Σάμουελ Χάου (1801 – 1876/ Samuel Gridley Howe) ήταν Αμερικανός γιατρός από τους πραγματικούς φιλέλληνες και όχι τυχοδιώκτης. Μετά τη λήψη του πτυχίου του της ιατρικής, το 1824, σε ηλικία 23 ετών, αποφάσισε να προσφέρει τις ιατρικές του υπηρεσίες στην επαναστατημένη Ελλάδα, στην οποία έφθασε το τέλος του χρόνου εκείνου. Κατά τη διάρκεια της εν Ελλάδι παραμονής του, υπήρξε γιατρός σε πολλά στρατόπεδα. Σε ιδιαίτερο ημερολόγιό του, το οποίο, όμως, δεν διασώθηκε ολόκληρο, κατέγραφε κατά την παραμονή του στην Ελλάδα διάφορα γεγονότα, τις σκέψεις του, τις κρίσεις και ενέργειές του. Προέβαλε, μεταξύ άλλων, ο Χάου στην ελληνική Κυβέρνηση και την ανάγκη ιδρύσεως κεντρικού νοσοκομείου και άλλων μικρών που να ακολουθούν τα διάφορα σώματα, που έγινε αποδεκτό από αυτήν και η οποία «κατενόησε την ανάγκην του πράγματος και προέβη εις επανειλημμένας αποπείρας προς πραγματοποίησιν τούτων αλλ’ αι προσπάθειαί της έμειναν άνευ αποτελέσματος εξ ελλείψεως χρημάτων». Ο Χάου μάλιστα διετέλεσε και γιατρός του νοσοκομείου του Ναυπλίου από τις αρχές Ιανουαρίου 1826 μέχρι και τις 7 Οκτώβρη του ίδιου χρόνου. Είχε βοηθό του ένα χειρουργό, του οποίου, όμως, δεν γράφουν οι πηγές το όνομα. Το αποδέλοιπο προσωπικό απαρτιζόταν από 6 υπηρέτριες, ένα φροντιστή, έναν οικονόμο, ένα φαρμακοποιό, έναν αποθηκάριο και έναν ιερέα, όλους μισθοδοτούμενους από το νοσοκομείο. Ο Χάου περιγράφει στο ημερολόγιό του ότι, λίγους μήνες αργότερα και προς τα τέλη του καλοκαιριού του 1827, την 20ην Αυγούστου, κατέπλευσε από τη Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ το βρίκι “Ανατολή” γεμάτο με εφόδια για τους φτωχούς και το Κομιτάτο του ανέθεσε το ρόλο του συμβούλου για τη διανομή τους. Έτσι, στις 2 Οκτωβρίου 1827, βρίσκεται στις Κυκλάδες, για να μοιράσει τρόφιμα στις Κρητικές προσφυγικές οικογένειες. Την 13 Νοεμβρίου 1827 (ν. η.) ανεχώρησε με το βρίκι “Ιωάννα” για τη Ν. Υόρκη. Στο ημερολόγιό του περιγράφει τις δυσκολίες που αντιμετώπισε στην Αμερική. Πληροφορεί την Αμερικανική κοινή γνώμη για τα προβλήματα των Ελλήνων τραυματιών: «…διέρχονται επί εβδομάδας άνευ των απαραιτήτων επιτηδείων και Ιδίως άρτου. Η θέσις του Ιατρού εις τας περιπτώσεις ταύτας είναι τω όντι οδυνηρά καθόσον είνε υποχρεωμένος να παρίσταται μάρτυς της δυστυχίας χωρίς να δύναται να πρoσέλθει αρωγός, ευρίσκει δε την εξάσκησιν του επαγγέλματός του ανώφελη εξ ελλείψεως των κοινοτάτων επιτηδείων της ζωής…». Ο Χάου θα επανέλθει στην Ελλάδα το 1828. Τότε, επί Καποδίστρια, οργανώνει καταφύγια για την περίθαλψη των προσφύγων. Ένα από αυτά στον Ισθμό της Κορίνθου το αποκαλεί “Ουασιγκτονία”. Εμεινε, στο ελεύθερο ελληνικό κράτος, έως το 1831, οπότε ξαναγύρισε στην Αμερική, ενώ το 1866, επηρεασμένος από το φιλελληνισμό του, θα ξαναβρεθεί, αν και περασμένης ηλικίας πλέον, στην Ελλάδα, για να βοηθήσει τους Κρητικούς. Ανάμεσα στα γραπτά του ξεχωρίζει και η “Ιστορική σκιαγραφία της Ελληνικής Επανάστασης”, γραμμένο στα χρόνια του Αγώνα (1827), με νωπές τις αναμνήσεις του συγγραφέα από τις πολεμικές επιχειρήσεις των Ελλήνων. Κι αφού έγινε λόγος για φιλελληνισμό στην Αμερική, ας κλείσουμε με κάτι αξιοπερίεργο: Εάν πάτε στην πόλη Grecia στην Κόστα Ρίκα, θα δείτε στην είσοδο της πόλης αρχαιοελληνικές κολόνες, των οποίων η κεντρική πινακίδα γράφει: “Καλώς ήλθατε στην Ελλάδα”. Η πόλη ιδρύθηκε το 1825 από το φιλέλληνα, τότε νομάρχη και αργότερα πρόεδρο της χώρας, Χοσέ Ραφαέλ ντε Καλέγκος ι Αλβαράδο, που αποφάσισε να δώσει το όνομα “Ελλάδα” σε αυτή την πόλη, επειδή είχε ακούσει για την… Επανάσταση του 1821! Σε δύο άλλες πόλεις, μάλιστα, της περιοχής του έδωσε τα ονόματα “Σπάρτη” (Esparza) και “Αθήνα” (Atenas).