Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024

Ελληνοτουρκικές σχέσεις

■ ∆ιαπιστευτήρια πολιτικής ωριµότητας µέσω εµπροσθοβαρούς εξωτερικής πολιτικής

«Η υπογραφή του συµφώνου ήτο καθαρώς δευτερεύον ζήτηµα, ενώ το πρωτεύον ήτο η πραγµατική ανάγκη φιλίας. ∆εν είνε αληθές ότι το Αιγαίον χωρίζει, αλλ’ απεναντίας ενώνει τους δύο λαούς» δηλώνει ο Ελευθέριος Βενιζέλος τον Οκτώβριο του 1930 στην υπογραφή του Ελληνο-τουρκικό Σύµφωνο Φιλίας. Παρόλο που οι συµβιβασµοί που έγιναν είχαν πολιτικό κόστος για τον Βενιζέλο ωστόσο η σηµασία της προσέγγισης βρίσκεται στη συναντίληψη των δύο ηγετών(Ελευθερίου Βενιζέλου-Ισµέτ Ινονού) για το κοινό, τότε, συµφέρον.

Την ενεργή παρακαταθήκη των δυο ηγετών επεσήµανε και ο πρωθυπουργός στη διακήρυξη φιλίας και καλής γειτονίας που υπεγράφη στην Αθήνα τον ∆εκέµβριο του 2023.
Αναµφίβολα την ιστορία την πλάθουν και οι συγκυρίες, την πλάθουν και οι αντικειµενικές συνθήκες αλλά και οι ξεχωριστές προσωπικότητες που µπορούν να αλλάξουν τη µοίρα ενός τόπου·
Στον παρόντα χρόνο, οι σχέσεις Ελλάδας Τουρκίας είναι ευµετάβλητες και πολυδιάστατες και διέπονται απο τουρκικό αναθεωρητισµό ο οποίος οδηγεί σε έναν µακρόσυρτο ελληνο-τουρκικό ανταγωνισµό στο Αιγαίο, χωρίς εµπόλεµη σύρραξη.
Ταυτόχρονα οι δύο χώρες συνεχίζουν να είναι συζευγµένες απο τη γεωγραφία, την ιστορία και την κοινή συµµετοχή στην Ατλαντική Συµµαχία.
Για την Ελλάδα η Τουρκία αποτελεί ¨σύµµαχο” δυνητικό οικονοµικό και εµπορικό έταιρο, σχέση που ρυθµίζεται απο τα Μέτρα Οικοδόµησης Εµπιστοσύνης.
Ταυτόχρονο αποτελεί και στρατηγικό ανταγωνιστή σε ό,τι αφορά την αναθεωρητική πολιτική της Άγκυρας. Εδώ είναι που εδράζεται ο σκληρός πυρήνας των εντάσεων.
Στο συγκεκριµένο πλαίσιο η ∆ιακήρυξη των Αθηνών παρόλο που δεν είναι νοµικά δεσµευτική, δηλαδή αποτελεί κείµενο που ειναι non-binding κατά το ∆ιεθνές ∆ίκαιο, ωστόσο παράγει ισχυρή πολιτική δέσµευση που υποβοηθά την προσέγγιση του σκληρού πυρήνα των διαφωνιών, καθώς δεσµεύει τις δυο χώρες στην αποφυγή µονοµερών ενεργειών, ευνοώντας µε αυτόν τον τρόπο την αποσυµπίεση κρίσεων.
Σηµαντικό είναι οτι επικαλείται κανόνες του γενικού ∆ιεθνούς  ∆ικαίου και τον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ, ενώ απουσιάζει  αναφορά που να επιτρέπει διπλή ερµηνεία, όπως η έννοια των «ζωτικών συµφερόντων» που είχε εµφανιστεί στο ανακοινωθέν της Μαδρίτης το 1997.
Ωστόσο το πιο σηµαντικό σηµείο της διακήρυξης είναι η αµοιβαία δέσµευση για αποχή από δηλώσεις ή ενέργειες που είναι αντίθετες προς το πνεύµα της.
Αυτό δίνει χώρο και χρόνο στην Ελλάδα  να αξιοποιήσει και να ενισχύσει διάφορες παραµέτρους της ισχύος της  αλλά και να επιταχύνει διπλωµατικές διαδικασίες. Η σταθερότητα στην παρούσα φάση κρίνεται σηµαντική καθώς περιβαλλόµαστε από εµπόλεµες εστίες και οι εγγενείς αδυναµίες της ΕΕ αδυνατούν να διασφαλίσουν τη σταθερότητα στα νέα δεδοµένα που δηµιουργούνται στον ευρύτερο διεθνικοπολιτικό ορίζοντα, σταθερότητα η οποία γίνεται περισσότερο επισφαλής  απο την αβεβαιότητα του αποτελέσµατος των αµερικανικών εκλογών που θα διεξαχθούν σε λίγους µήνες.
Οι θέσεις µας  που απορρέουν από το ∆ιεθνές ∆ίκαιο και από τις ∆ιεθνείς Συνθήκες και οι κόκκινες µας γραµµες είναι γνωστές. Όπως ανέφερε και ο Έλληνας πρωθυπουργός, η ∆ιακήρυξη διατηρεί ως θέση ότι το µοναδικό σοβαρό εκκρεµές ζήτηµα µεταξύ των δύο πλευρών είναι η οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ σε Αιγαίο και ανατολική Μεσόγειο.
Αναµφίβολα, πραγµατική αλλαγή σελίδας στις ελληνοτουρκικές σχέσεις χρειάζεται και αλλαγή στάσης της Τουρκίας σε δοµικά θέµατα, τα οποία δυνητικά µπορούν να προκαλέσουν παλινδρόµηση.
Ο πρωθυπουργός έχει διασφαλίσει δυνατές συµµαχίες στην Ευρώπη, οι οποίες καταδικάζουν την αναθεωρητική πολιτική του Ερντογάν. Μεταξύ αυτών και ο επικεφαλής του Ευρωπαικού Λαικού Κόµµατος Manfred Weber ο οποίος σθεναρά και επανελληµένως έχει υπερασπιστεί εθνικές µας θέσεις. Το πνεύµα αυτο διέπει και την πρόσφατη Έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την Τουρκία, όπου χαρακτηριστικά σηµειώνεται: «[…] ελλείψει δραστικής αλλαγής πορείας από την τουρκική κυβέρνηση, η διαδικασία ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ δεν µπορεί να συνεχιστεί υπό τις παρούσες συνθήκες […]». Στην ίδια Έκθεση το ΕΚ καλεί την Τουρκία να σέβεται την κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώµατα όλων κρατών, εκφράζοντας την στήριξη τόσο προς την Ελλάδα, όσο και προς την Κυπριακή ∆ηµοκρατία. Μάλιστα καταδικάζει την υπογραφή του Τουρκολυβικού Μνηµονίου το οποίο χαρακτηρίζει παραβίαση του ∆ιεθνούς ∆ικαίου, ζητώντας από την Τουρκία να απέχει από παράνοµες ενέργειες και αναφέρει ότι: «[…] εκφράζει βαθιά ανησυχία για το γεγονός ότι η Τουρκία εξακολουθεί να διατηρεί επίσηµη απειλή πολέµου κατά της Ελλάδας (casus belli), σε περίπτωση που η τελευταία ασκήσει το νόµιµο δικαίωµά της να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 ναυτικά µίλια στο Αιγαίο Πέλαγος […]».
Ακόµα και σε περίπτωση διαφωνιών οι δίαυλοι επικοινωνίας, ειδικά όταν γίνονται στο πλαίσιο ενός δοµηµένου διαλόγου µε προσεκτικά βήµατα και χωρίς ψευδαισθήσεις, κρίνονται χρήσιµοι.
Στο πέρας των δεκαετιών θα αναγνωρίσουµε τα καθοριστικά γεγονότα που έδωσαν το έναυσµα µιας νέας εποχής στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Η σηµερινή κυβέρνηση δίνει διαπιστευτήρια πολιτικής ωριµότητας µέσω  εµπροσθοβαρούς εξωτερικής πολιτικής επιδιώκοντας σχέσεις καλής γειτονίας χωρίς καµία έκπτωση σε ζητήµατα εθνικής κυριαρχίας και εθνικών κυριαρχικών δικαιωµάτων, θωρακίζοντας ακόµα περισσότερο το στρατηγικό βάθος του Ελληνισµού, στο  Αιγαίο, στη Θράκη και στην Κύπρο.

*Η Μαρία Ε. ∆ελάκη είναι
επιστηµονική σύµβουλος
Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
∆ρ. Φιλοσοφικής Σχολής ΑΠΘ


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

1 Comment

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα