Πέμπτη, 15 Αυγούστου, 2024

Ελληνοτουρκική φιλία και Τουρκοκρητικοί

100 χρόνια συµπληρώνονται φέτος από τη Συνθήκη της Λωζάνης και την ανταλλαγή των πληθυσµών µεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Μουσουλµανικοί πληθυσµοί, Ελληνόφωνοι κυρίως, και Χριστιανικοί πληθυσµοί ανταλλάχτηκαν και πέρασαν στην άλλη όχθη του Αιγαίου µετά την Καταστροφή. Ήταν η τελευταία πράξη µιας διαδικασίας που είχε ξεκινήσει πολλά χρόνια πριν, µε τις συνθήκες κάθε πληθυσµού να έχουν  κοινά σηµεία αλλά και διαφορές.
Στην περίπτωση των Τουρκοκρητικών, οι οποίοι είχαν φτάσει, µέσα από αθρόους εξισλαµισµούς οφειλόµενους στην έντονη καταπίεση των χριστιανών, να είναι το 50% του πληθυσµού, όταν έφτασε η ώρα της ανταλλαγής εκπροσωπούσαν το ένα τέταρτο των κατοίκων της Κρήτης. Η ελληνική τους καταγωγή, κι αυτών και των υπόλοιπων εξισλαµισµένων, έχει δηµιουργήσει κατά καιρούς ελπίδες ότι θα επανακάµψουν στην αρχική τους ταυτότητα. Αυτό αφορά µιαν ανάγνωση της κατάστασης που πόρρω απέχει από την πραγµατικότητα: Οι Τουρκοκρητικοί πέρασαν συνειδητά στην Τουρκική ταυτότητα µέσω του εξισλαµισµού τους και κατέστησαν φορείς εξουσίας στα πλαίσια της ρατσιστικής δοµής της οθωµανικής αυτοκρατορίας, που θεωρούσε τους µη µουσουλµάνους κατοίκους της υπηκόους δεύτερης κατηγορίας, ραγιάδες, δηλαδή πρόβατα προς άρµεγµα. Οι µέχρι χτες ραγιάδες, λοιπόν, µε τον εξισλαµισµό τους περνούσαν στη σφαίρα της εξουσίας και καταπίεζαν τους χριστιανούς αδελφούς τους. Οι λίγες περιπτώσεις κρυπτοχριστιανών εκδηλώθηκαν κατά τη διάρκεια των συνεχών επαναστάσεων του 19ου αιώνα. Οι υπόλοιποι είτε επανήλθαν στην αρχική τους ταυτότητα µε την πρόοδο των διαρκών επαναστάσεων και την περιέλευση του ελέγχου της υπαίθρου στους Έλληνες, είτε παρέµειναν συνειδητοί µουσουλµάνοι και συνέχισαν να ασκούν εξουσία µε βίαιο τρόπο, µέχρι να αναγκαστούν να αποχωρήσουν σταδιακά. Οι τελευταίοι έφυγαν µε την Ανταλλαγή το 1924, έχοντας συµµετάσχει σε όλες τις σφαγές των Ελλήνων που λάµβαναν τακτικά χώρα.
Οι Τουρκοκρητικοί υπήρξαν οι εχθροί µας σε όλη την συνεχή επαναστατική διαδικασία που ξεκινάει από το ∆ασκαλογιάννη και καταλήγει στην Ένωση. Από την Ανατολή δεν ήρθαν Τούρκοι στην Κρήτη σε αριθµούς τέτοιους ώστε να αποτελέσουν κάποια κρίσιµη µάζα µε δικά της χαρακτηριστικά. Αυτοί ήταν η πηγή καταπίεσης, και ο χαρακτηρισµός «γερλήδες» δηλαδή ντόπιοι, καταδεικνύει ακριβώς ότι η µάστιγα του ελληνικού πληθυσµού προερχόταν από το σώµα του, σάρκα που θέλησε να αποχωριστεί βίαια εκ της σαρκός του ελληνισµού στο νησί.
Εχθροί µας συνέχιζαν να είναι και αφού έφευγαν από την Κρήτη. Κατά τη Μικρασιατική εκστρατεία χρησιµοποιήθηκαν από τον Κεµάλ ως ρουφιάνοι, καθώς µιλούσαν τα Ελληνικά, συµµετείχαν δε, µεταξύ άλλων,  στην κατακρεούργηση του Αγίου Χρυσοστόµου Σµύρνης. Αξίζει να σηµειωθεί ότι οι Τουρκοκρητικοί δε µιλούσαν τουρκικά· υποχρεώθηκαν να τα µάθουν στη νέα τους εγκατάσταση, όχι απλά ως διαδικασία αναγκαία για να επικοινωνούν µε το νέο τους περίγυρο, αλλά ως επιτέλεση της πολιτικής του Κεµαλικού κράτους επιβολής της Τουρκικής ως υποχρεωτικής γλώσσας συνεννόησης στην πανσπερµία των λαών και ταυτοτήτων που απαρτίζουν τη σηµερινή Τουρκία. Πρόκειται για την καµπάνια «Πατριώτη µίλα Τουρκικά (Vatandas Turkce konus)», ένα από τα πολλά µέτρα πολιτιστικής γενοκτονίας για όσους είχαν επιβιώσει της φυσικής που είχε προηγηθεί.
Οι Τουρκοκρητικοί έφυγαν επειδή ηττήθηκαν κατά τις σκληρότατες συγκρούσεις µε τους Έλληνες της Κρήτης. Έφυγαν λοιπόν ως εχθροί. Εδώ θα πρέπει να αντιδιασταλεί η περίπτωσή τους από το παράδειγµα που προσφέρει η αντίστοιχη διαδικασία εξισλαµισµών στον Πόντο· εκεί δεν υπήρξε σύγκρουση µεταξύ των εξισλαµισµένων και των Ελλήνων. Τη Γενοκτονία επιτέλεσαν οι Τσέτες, που µεταφέρθηκαν στην περιοχή γι’ αυτό το σκοπό, ενώ το Ποντικό αντάρτικο ενάντια σε αυτούς έδρασε, όχι ενάντια στους εξισλαµισµένους Ποντίους. Αυτό έχει ως αποτέλεσµα ότι οι επαφές µεταξύ Ελλήνων και εξισλαµισµένων Ποντίων να µη γίνονται έχοντας ένα συγκρουσιακό παρελθόν να τις βαραίνει. Στην Κρήτη δε µπορεί να συµβεί αυτό. Οι δύο πληθυσµοί οφείλουν να επικοινωνούν. Μοιράζονται κάποια κοινά πολιτιστικά στοιχεία, όπως τη µουσική και το χορό. Αλλά αυτό µπορεί να είναι η ευκαιρία να αρχίσει µια επαφή, όµως αυτή πρέπει να είναι στη βάση µιας ειλικρινούς συζήτησης για το τί έχει συµβεί. ∆ε µπορεί να συναντιόµαστε και να αναπολούµε πόσο ωραία µας σφάζανε στο µεγάλο αρπεντέ και στους αµέτρητους άλλους. Πρέπει να σκύψοµε πάνω στο παρελθόν, να καταλάβουν ότι δεν ήταν πάντα Τούρκοι (όπως έχει εύγλωττα αναφέρει πριν καιρό µια συνειδητοποιηµένη Τουρκοκρητικιά), και να αναλάβουν τις ευθύνες των εγκληµάτων που διέπραξαν. Ουσιαστικά µιλούµε για µια µικρογραφία αυτού που η επίσηµη Τουρκία πρέπει να κάµει για τη γενοκτονία.
Σε αυτή τη βάση µπορούµε να ξαναβρούµε τους παλιούς µας εχθρούς (και πιο παλιούς αδελφούς µας). Μπορούµε να µιλήσοµε µαζί τους, να ξαναβρούµε µιαν επαφή ακόµα κι αν η µεταστροφή τους στο Ισλάµ δεν είναι πια αναστρέψιµη. Αυτό που δε µας επιτρέπει η ιστορία µας να κάνουµε, είναι να ξεκινήσουµε επαφές από µηδενική βάση, σα να µην έχει συµβεί τίποτα, σε µια χαζοχαρούµενη προσέγγιση που αγνοεί τα γενοκτονικά χαρακτηριστικά του τουρκικού κράτους και τον αναθεωρητισµό του. Γιατί µια επαφή σα να µην έχει συµβεί τίποτα, δεν είναι αθώα, ούτε καλοπροαίρετη· εντάσσεται στους σχεδιασµούς του τουρκικού κράτους που θα εργαλειοποιήσει και τους Τουρκοκρητικούς στα πλαίσια του υβριδικού πολέµου που ασκεί εδώ και χρόνια απέναντι στην πατρίδα µας, και θα τη βρούµε µπροστά µας πολύ σύντοµα.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα