Τον τελευταίο καιρό στον τοπικό Tύπο έχουν δημοσιευθεί αρκετά άρθρα για την πολύ κακή ελαιοπαραγωγή και για τις αιτίες που την προκάλεσαν.
Aλλοι θεωρούν ως αιτία την παρατεταμένη καλοκαιρία του περασμένου Φθινοπώρου, άλλοι την υπερβολική υγρασία της ατμόσφαιρας, άλλοι την κλιματική αλλαγή, άλλοι τον δάκο, την κακή ποιότητα των εντομοκτόνων, τους ανεπίκαιρους ψεκασμούς αλλά και την υποχρηματοδότηση της προσπάθειας από μέρους της πολιτείας.
Η αιτία ίσως να είναι κάποια από τα παραπάνω ή και συνδυασμός περισσοτέρων από αυτές.
Ούτε γεωπόνος είμαι, ούτε βιολόγος. Όμως έχω γεννηθεί και έχω μεγαλώσει μέσα στους ελαιώνες και έχω ιδεί και έχω ακούσει και έχω ζήσει πολλά για τα ελαιόδενδρα, τον ελεαιόκαρπο, το λάδι, τον δάκο και την καταπολέμησή του, και έχω διαβάσει πολλά σχετικά βιβλία.
Τι γινόταν παλιά και τι γινόταν πριν λίγα χρόνια για την καταπολέμηση του δάκου. Ο παγιδοθέτης αναρτούσε παγίδες (γυάλινες φιάλες ειδικής κατασκευής) σε διάφορες θέσεις των ελαιώνων, παρακολουθούσε και κατέγραφε κατά διαστήματα τον δακοπληθυσμό, ανέφερε στον «περιφερειάρχη»γεωπόνο και εκείνος στην αρμόδια υπηρεσία η οποία έδινε εντολή για ψεκασμό ή όχι. Δηλαδή περιμένανε να πληθυνθεί ο δάκος για να τον πολεμήσουν. Νομίζω ότι αυτή η διαδικασία δεν ήταν ορθή. Σε κάθε είδους πόλεμο δεν αφήνουμε τον αντίπαλο να ισχυροποιηθεί για να τον πολεμήσουμε. Νομίζω ότι πρέπει να γίνεται το αντίθετο. Η καταπολέμηση γίνεται συστηματικά στην αρχή της περιόδου, όταν ο δακοπληθυσμός είναι μικρός ώστε να μην τον αφήσουμε να αυξηθεί. Ο δάκος είναι πολύ γόνιμος. Ένα έντομο μπορεί να αποκτήσει εκατοντάδες ή και χιλιάδες απογόνους στην υπ᾿ όψη εποχή. Βέβαια επεμβαίνουν και άλλοι παράγοντες που μειώνουν την αύξηση όπως οι υψηλές θερμοκρασίες, τα πουλιά ή άλλα έντομα. Ως γνωστό, ο δάκος δεν τρώει ελιές, αλλά γλυκούς χυμούς από χαρούπια, άλλα φρούτα ή μελιτώματα εντόμων. Γεννά όμως τα αυγά του στους καρπούς βγαίνουν τα σκουλίκια αυτά ανοίγουν στοές και τρέφονται από την σάρκα του καρπού. Ύστερα, εξέρχονται, γίνονται τέλεια έντομα, τρώνε όπως είπαμε γλυκαντικές ουσίες και όταν «ωριμάσουν» αρχίζουν το έργο της ωοτοκίας. Εάν λοιπόν επέμβουμε νωρίς, όταν πρωτοεμφανίζονται τα έντομα, και τρέφονται προτού αρχίσουν να γεννάναι, τα αποτελέσματα θα είναι θετικά. Σκοτώνοντας ένα δάκο τότε, σκοτώνουμε πολλές χιλιάδες απογόνων. Βέβαια δεν πρέπει να αρκεσθούμε μόνο στην αρχική καταπολέμηση.
Για τις άλλες αιτίες μειωμένης παραγωγής και τους τρόπους αντιμετώπισής τους δεν θα ασχοληθούμε εδώ. Όπου είναι δυνατόν, γίνεται αντίστοιχη καταπολέμηση.
Συμπέρασμα: Πρόωρη αντιμετώπιση.
Τώρα ας αφήσουμε το δάκο να κάνει τη δουλειά του και ας πούμε μερικά σχετικά και άσχετα με την ελιά, το λάδι και τους ψεκασμούς.
1. Παλιά, το συνεργείο ψεκασμού ήταν ο παρασκευαστής, οι ψεκαστάδες και ο επιστάτης. Σαν γλυκαντικό χρησιμοποιούσαν τη μελάσα, ένα σκούρο πηχτό υλικό και σαν εντομοκτόνο το αρσενικό. Οι ψεκαστάδες γέμιζαν την ψεκαστήρα και με τις οδηγίες του επιστάτη ψέκαζαν τα δέντρα. Είχα ακούσει από τον πατέρα μου ότι μερικοί ασυνείδητοι εργάτες, αν και ντόπιοι, πήγαιναν κάπου παράμερα, άδειαζαν την ψεκαστήρα σε καμιά κουφάλα ή γωνιά, υπολόγιζαν τον χρόνο και γύριζαν να ξαναγεμίσουν.
Τώρα ο ψεκασμός γίνεται μόνο με φυτοφάρμακα, με αυτοκίνητο ή τρακτέρ με αντλία και λάστιχα. Μόνο εκεί που είναι απρόσιτο μέρος χρησιμοποιείται η ψεκαστήρα της πλάτης.
2. Φορέας για τον ψεκασμό δεν υπάρχει αλλά οι συνεταιρισμοί, οι Δήμοι ή οι ίδιοι οι παραγωγοί που ψεκάζουν όταν βολεύονται και όταν οι ίδιοι κρίνουν ότι είναι καιρός να ψεκάσουν.
3. Θυμάμαι όταν σακιάζαμε τις ελιές για τη φάμπρικα ή το ελαιουργείο, στο δάπεδο έμεναν πλήθος σκουλίκια, αγαπητή τροφή για τις κότες.
4. Λάδι 5 βαθμών εθεωρείτο πολύ καλής ποιότητας και ήταν η βάση υπολογισμού της τιμής. Πολύ λάδι ήταν πολύ μεγαλύτερης οξύτητας αλλά εχρησιμοποιείτο για ιδιοκατανάλωση ή πούλημα.
5. Παλιότερα η οξυμέτρηση γινόταν με το δάχτυλο και τη γλώσσα. Αργότερα με το «οξύμετρο». Και εδώ ο οξυμετρητής έκανε καμιά φορά την κατεργαρία του. Με τον τρόπο του ανέβαζε ή κατέβαζε την οξύτητα κατά μερικές γραμμές ή βαθμούς ανάλογα αν πουλούσε ή αγόραζε.
6. Η φάμπρικα ήταν μια κοπιαστική δουλειά, απασχολούσε μερικούς εργάτες και η απόδοση της ημέρας ήταν μικρή. Αργότερα ήλθαν τα εργοστάσια που ξεκούρασαν τους παραγωγούς. Και εδώ, όπως είχα ακούσει γινόταν λαθροχειρία. Ο εργοστασιάρχης με κάποιους τρόπους αφαιρούσε κάποια ποσότητα λαδιού. Όσα όμως ελαιουργεία έκαναν αυτή τη δουλειά αποκαλύπτονταν κάποτε και είχαν κακό τέλος.
7. Η μεταφορά λαδιού παλιότερα γινόταν με τα ασκιά, αργότερα με μεταλλικά δοχεία 40 -50 οκάδων που μπορούσαν να φορτωθούν στα υποζύγια, και τελευταία με πλαστικά δοχεία διαφόρων μεγεθών. Οι μεγάλες ποσότητες μεταφέρονταν με σιδηροβάρελα των 150 -200 οκάδων. Τώρα η μεταφορά των μεγάλων ποσοτήτων γίνεται με αυτοκίνητα – βυτία.
8. Η οικιακή αποθήκευση γινόταν σε πήλινα πιθάρια που κατασκεύαζαν θραψανιώτες αγγειοπλάστες σε διάφορα μέρη του Νομού και τα μετέφεραν στα χωριά με τα μουλάρια. Οι λαδέμποροι το αποθήκευαν σε μεγάλες μεταλλικές δεξαμενές (ντίνες) και από αυτές το προωθούσαν με σιδεροβάρελα στις αγορές.
9. Το ζεστό λάδι του λύχνου το χρησιμοποιούσαν σαν γιατρικό σε δερματικές παθήσεις ( μικροτραύματα, σπυριά κ.α.)
10. Τα καντήλια του σπιτικού εικονοστασίου και όλων των εκκλησιών ήταν πάντα γεμάτα λάδι ευλαβική προσφορά των γυναικών του χωριού. Απαραίτητη φροντίδα να γεμίσουν τα καντήλια, να βάλουν φυτίλια να τα ανάψουν μπροστά στις εικόνες και να θυμιάσουν την ώρα του σπερνού. Τώρα υπάρχουν καντήλια, φυτίλλια, θυμιατά; Μάλλον όχι στα περισσότερα σπίτια. Μάλλον θεωρείται αναχρονισμός.
11. Να πούμε κάτι για τις τιμές του λαδιού. Η καλή μας Βόρεια Ευρώπη για να πουλά τα βιομηχανικά της προϊόντα, επέτρεψε την εισαγωγή αδασμολόγητου λαδιού από την Τυνησία, την Αλγερία, το Μαρόκο, με αποτέλεσμα να πέσει η τιμή του ελληνκού λαδιού τόσο, όσο κοντεύει να εγκαταλειφθεί η καλλιέργεια της ελιάς. Αλλά και η εμπορία του λαδιού πάσχει. Δεν υπάρχει ένας αξιόπιστος φορέας για την διακίνηση του λαδιού και ύστερα από την διάλυση των ενώσεων η εμπορία γίνεται από τους εμπόρους οι οποίοι δεν ενδιαφέρονται για ποιότητα και τυποποίηση, αλλά μόνο πως θα καρπωθούν περισσότερα από τη διαφορά τιμής αγοράς και πώλησης.
12. Σε σύσκεψη που έγινε τις τελευταίες ημέρες στην αντιπεριφέρεια στην οποία συμμετάσχαν υπηρεσιακοί παράγοντες φορείς της δακοκτονίαςκαι εργολάβοι ψεκασμών, τονίστηκε με έμφαση από όλους ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα της δακοκτονίας είναι η μειωμένη χρηματοδότηση που συνεπάγεται απροθυμία εργολάβων και εργατών λόγω μικρών ημερομισθίων, να συμμετάσχουν στον πόλεμο του δάκου. Νομίζω είναι πρωταρχικής σημασίας αλλά όχι μοναδικής.
13. Τα παραπάνω είναι γνωστά στους παραγωγούς και τους αρμόδιους αλλά γράφονται περισσότερο γι᾿ αυτούς που δεν είχαν ή δεν έχουν την τύχη να εμπλακούν στην περιπέτεια που λέγεται ελιά, λάδι, δάκος.
14.Τα λιόφυτα οι φάμπρικες και οι αποσπερίδες έχουν να μας διηγηθούν πολλές ιστορίες για την περιπέτεια ελιές και λάδι αλλά και για τα ειδύλλια ανάμεσα στις μαζώχτρες και τα κοπέλια του χωριού. Ειδύλλια που τα περισσότερα κατέληγαν στο τίποτα, μερικά σε ευτυχές γεγονός και μερικά σε τραγωδίες. Ο Αργύρης Εφταλιώτης σε ένα ηθογράφημά του με τίτλο «η Μαζώχτρα» μας διηγείται μια αληθινή αλλά παραλλαγμένη τραγική ιστορία που συνέβη στα τέλη του προπερασμένου αιώνα σε ένα χωριό των Χανίων με αποτέλεσμα τον φόνο αρκετών ανθρώπων. Παίχτηκε και στο θέατρο δυό περιόδους.
15. Και οι ριμαδόροι και οι ποιητές και οι λαογράφοι έχουν ασχοληθεί με τις ελιές, το λάδι, τις φάμπρικες και μας έχουν αφήσει αξιόλογα έργα.
Αυτά τα λίγα και σύντομα σπαράγματα που ξεκρέμασα από τα λιόκλαδα, που ανέσυρα από τα λαδοπίθαρα που ανασκάλεψα σε μνήμες για τους ταλαίπωρους παραγωγούς που πασχίζουν να επιβιώσουν μέσα σε άπειρες δυσκολίες.
Κάτι πρέπει να αλλάξει, κάτι πρέπει να γίνει γιατί αλλιώς οι νέοι μας δεν θα έχουν άλλη διέξοδο παρά τον εκπατρισμό ή να γίνουν σερβιτόροι, καφετζήδες ή μεταπράτες, μακρυά από μάνα γη που έθρεψε γενεές και γενεές.