Τρίτη, 16 Ιουλίου, 2024

Ένα δώρο καρδιάς

» Με τον πατέρα στη δουλειά
Ήταν παραμονή Πρωτοχρονιάς. Το μικρό φορτηγάκι, φορτωμένο τελάρα με λογής – λογής ζαρζαβατικά πάσχιζε να ανεβεί το φιδίσιο δρόμο του βουνού Μαλάξα. Και καθώς ανέβαινε, ολοένα και περισσότερο, ο Βασιλάκης θαύμαζε από ψηλά τη μεγάλη πολιτεία με τα σπίτια να απλώνονται έως πέρα τη θάλασσα. Στριφογύριζε με ενθουσιασμό τα ματάκια του, πότε εδώ, πότε εκεί. Να, φαινόταν ολοκάθαρα τα σπιτάκια του καταυλισμού κοντά στο μεγάλο βουερό δρόμο! Και εκεί κάτω, στη Σούδα, κοντά στα καράβια, είναι το σχολείο του, με τα κόκκινα κεραμίδια και τη μεγάλη αυλή.
Όμορφο που είναι το σχολείο του! Όμορφο και από μακριά και από κοντά! Και κάπου εκεί, είναι και η τάξη του με τις ζωγραφιές στον τοίχο και το χάρτη της Ελλάδας, της πατρίδας μας, με τις πολλές πόλεις που, όταν θα μεγαλώσει, θα τις γνωρίσει όλες από κοντά.
Την τελευταία ημέρα, που έκλεισαν για τις διακοπές των Χριστουγέννων, ο δάσκαλος, του χάρισε ένα μπλοκ ζωγραφικής και ένα κουτί με χρώματα. Πόση χαρά του έδωσε αυτό το Χριστουγεννιάτικο δώρο! Λίγες ημέρες πριν, του είχε φέρει ένα απόγευμα στον καταυλισμό ένα θρανίο! Ήταν εκείνο το παλιό θρανίο που τον είχε δει να μαστορεύει κάτω από τη σκάλα. Ολοκαίνουριο το έκανε ο δάσκαλος. Δανεικό τους το έδωσε, όπως είπε, για να ακουμπά και να γράφει.
Με τούτες και τις άλλες σκέψεις έφτασαν στο πρώτο χωριό. Ο πατέρας διαλαλούσε, ήδη, την πραμάτεια τους. Το κρύο έξω ήταν πολύ τσουχτερό. Αυτό όμως, δεν εμπόδισε τις νοικοκυρές να αφήσουν για λίγο τις προετοιμασίες για την Πρωτοχρονιά και να προμηθευτούν, χρονιάρες μέρες, τα απαραίτητα για το σπιτικό τους.
Το σκηνικό ολόγυρα γιορτινό, με φόντο τα χιονισμένα Λευκά όρη. Τα χωριουδάκια των Κεραμειών κρυμμένα πίσω από τα βουνά ξεπρόβαλλαν, ανάμεσα στα πανύψηλα καταπράσινα κυπαρίσσια, τους χρυσοκίτρινους πλατάνους και τις τεράστιες βελανιδιές που θα μπορούσαν να υποδεχτούν στην αγκαλιά τους ολάκερο το σχολείο του, δασκάλους και μαθητές. Δεξιά και αριστερά του δρόμου στολισμένες με τις πολύχρωμες μπάλες τους οι κουμαριές, ήταν έτοιμες να υποδεχτούν τον καινούριο χρόνο.
Άλλοτε πάλι, το τοπίο άλλαζε και γινόταν γκρι και ασπριδερό με τις πέτρες και τα μεγάλα βράχια με τα παράξενα σχήματα, σαν αληθινά στολίδια. Και τι δεν έφερναν στο νου του, ετούτα τα σχήματα! Καθώς πλησίαζαν στα χωριά, διέκρινε από μακριά τους καπνούς που διέσχιζαν την ατμόσφαιρα από τις σόμπες και τα τζάκια, που έκαιγαν ξύλα, ακατάπαυστα από το πρωί, από αυτά που είχαν «ντανιάσει» με τάξη στις αυλές τους οι νοικοκυραίοι.
Ακολούθησαν στάσεις πολλές, με πολλούς διαφορετικούς ανθρώπους να ψωνίζουν από το φορτηγάκι τους. Πιότερο όμως του άρεσε, όταν σταμάτησαν, στο καφενείο. Ζέστανε τα χεράκια του στη σόμπα και γεύτηκε τα χορτοκαλίτσουνα, που τους τράταραν, με φοβερή βουλιμία.

ΤΟ ΚΑΤΟΡΘΩΜΑ
Σε λίγο η νύχτα άρχισε να ρίχνει το πέπλο της ολόγυρα. Μέσα σε λίγα λεπτά, ομίχλη είχε σκεπάσει τα πάντα. Λίγα μέτρα πιο κάτω το φορτηγάκι σταμάτησε πάνω σε ένα σταυροδρόμι. Ψυχή δεν κυκλοφορούσε. Ο πατέρας βγήκε έξω. Από κοντά και ο Βασιλάκης, βγήκε και εκείνος έξω. Είχαν χάσει τον προσανατολισμό τους. Πάνω στην απελπισία τους ο Βασιλάκης αντιλήφθηκε δίπλα του μια οδική σήμανση. Με φοβερή δυσκολία διέκρινε τα γράμματα.
Πλατυβόλα, πατέρα, γράφει Πλατυβόλα! Λίγα βήματα παρακάτω διάβασε μια άλλη οδική σήμανση που έγραφε, προς Χανιά!
Μπράβο Βασίλη, μπράβο τζιέρι μου, αναφώνησε ο πατέρας του με τρεμάμενη από χαρά και συγκίνηση φωνή.
Ο γιος του μέσα σε τρεις μήνες, από τότε που πήγε σχολείο, μπορούσε να καταλάβει αυτά τα μικρά μαγικά σχήματα που εκείνος ποτέ δεν κατάλαβε. Ο γιος του έμαθε να διαβάζει! Πόσο δυσκολευόταν ο ίδιος στο σούπερ μάρκετ, στις υπηρεσίες, στην οδήγηση, όπου και αν πήγαινε. Μικρό το λες αυτό; Ο γιος του θα ζούσε καλύτερα από τον ίδιο! Του φαινόταν ότι έγινε θαύμα, ένα θαύμα που έκανε γίγαντα το παιδί του μπροστά στα μάτια του.
Πόσο δίκιο είχε ο δάσκαλος που επέμενε να πάει ο Βασίλης στο σχολείο! Πόσο δίκιο είχε που επέμενε να μην τον παίρνει μαζί του στη δουλειά, όταν είχε σχολείο! Πόσο άλλαξαν όλα στη ζωή του Βασίλη, από τότε που πήγε σχολείο!

ΜΙΑ ΑΠΡΟΣΜΕΝΗ ΑΝΤΑΠΟΔΟΣΗ
Έχουν περάσει δεκαπέντε χρόνια από τότε και όμως ο δάσκαλος θυμάται τόσο έντονα, λες και ήταν χθες, την έκπληξη του εκείνο το πρωί, όταν άνοιξε το σχολείο μετά τις διακοπές των Χριστουγέννων, καθώς αντίκρισε ένα μεγάλο κιβώτιο με λογής – λογής ζαρζαβατικά στην κεντρική είσοδο του, την ώρα που πήγε να την ανοίξει! Και από κοντά ο Βασιλάκης να του εξηγεί, χαρτί και καλαμάρι, το λόγο της παρουσίας αυτού του πρωτοχρονιάτικου δώρου στην είσοδο του σχολείου. Το έστελνε ο πατέρας του, σε ένδειξη ευγνωμοσύνης για τα αναγνωστικά κατορθώματα του μαθητή του.
Πιότερο, όμως από όλα, θυμάται το ολόλευκο φωτεινό χαμόγελο αυτοπεποίθησης που στόλιζε το μελαμψό προσωπάκι του Βασιλάκη. Αυτό ήταν για εκείνον το πολύτιμο πρωτοχρονιάτικο δώρο, που φυλαγμένο βαθιά στο δισάκι της καρδιάς του, του έδινε κουράγιο και δύναμη στις δύσκολες μάχες που έδωσε στο Ελληνικό σχολείο για τις ίσες ευκαιρίες στη μάθηση για όλα τα παιδιά του κόσμου.
Και αν κάποιοι από εσάς αναρωτιέστε, αν η ιστορία είναι αληθινή, σας διαβεβαιώνω, πως έτσι μου τη διηγήθηκε ο δάσκαλος του Βασίλη.
Καλή χρονιά Δάσκαλε! Καλή χρονιά σε όλους!

* Η Μαρία Μαράκη είναι φιλόλογος


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα