» Τρία κάστρα στη σειρά
Τρία κάστρα στη σειρά, σχεδόν σε ευθεία γραμμή, συνυφασμένα με την τοπική μας ιστορία και αλληλοσυνδεόμενα ιστορικά μεταξύ τους, με σημαντικά στοιχεία αντιπροσωπευτικής οχυρωματικής αρχιτεκτονικής της περιόδου της Βενετοκρατίας και της Τουρκοκρατίας στην Κρήτη αγναντεύουν τον κόλπο της Σούδας.
Πρόκειται για το βενετσιάνικο φρούριο της νησίδας της Σούδας, που καλωσορίζει πρώτο τους επισκέπτες του λιμανιού, το φρούριο Ιτζεδίν, δυτικά της νησίδας, στο χωριό Καλάμι και ακόμα δυτικότερα το Φρούριο “Κούλες του Σούμπαση” στο λόφο Παλαιοκάστρου, εντός του αρχαιολογικού χώρου της Αρχαίας Απτέρας.
Χρόνια τώρα συνυπάρχουν αρμονικά με το πανέμορφο φυσικό τοπίο, σε τούτο το γεωστρατηγικό σημείο της Μεσογείου θαλάσσης, εκεί που ζευγαρώνεται αρμονικά και μοναδικά το βουνό με τη θάλασσα χαρίζοντας μας απλόχερα μαγικά πρωινά και ονειρικά ηλιοβασιλέματα.
Άγρυπνοι βιγλάτορες, από διαφορετικά μετερίζια, της θαλάσσιας πύλης εισόδου του Δήμου μας, αφημένα στη φθορά του πανδαμάτορα χρόνου και στην εγκατάλειψη, περιμένουν μάταια το ενδιαφέρον των ανθρώπων δοκιμάζοντας τα αντανακλαστικά του πολιτισμού μας.
Το φρούριο της νησίδας της Σούδας, που διατρέχει περιμετρικά ολόκληρη την έκτασή της, άρχισε να οικοδομείται από τους Βενετούς το 1570 πάνω σε αρχικά σχέδια των γνωστών μηχανικών Latino Orsini και Μοretto Κalabrese με βάση τις αρχές του περίφημου προμαχωνικού συστήματος Fronte bastionato. Παρέμεινε στα χέρια των Βενετών μέχρι το 1715, οπότε παραδόθηκε στους Τούρκους, που συνέχισαν να το χρησιμοποιούν για τους ίδιους σκοπούς.
Η στρατηγική σημασία του για τον έλεγχο της εισόδου του κόλπου της Σούδας ήταν μεγάλη και για αυτό το λόγο ονομάστηκε από τους Βενετούς “Οφθαλμός του Βασιλείου”.
Και όμως, αυτό το εμβληματικό νησί – κάστρο, βυθίζεται σήμερα στη μοναξιά του, παρά το σημαντικό αρχαιολογικό έργο που επιτελέστηκε εκεί κατά την περίοδο 1996-1999 , στο πλαίσιο του προγράμματος του Υπουργείου Πολιτισμού “Κάστρων περίπλους” Το έργο αυτό συμπληρώθηκε μάλιστα με παρεμβάσεις της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, αρχικά το 2005 με έργα ελλιμενισμού για την ευκολότερη προσάραξη των πλοιαρίων στο νησί και στη συνέχεια το 2017 με έργα συντήρησης της πύλης εισόδου του κάστρου.
Το δεύτερο φρούριο, o “Κούλες του Σούμπαση” χτίστηκε το 1867 στο πλαίσιο ενός σχεδίου ελέγχου της Κρήτης από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, που υπαγόρευε την κατασκευή ενός πυκνού δικτύου μικρών φρουρίων με οπτική επαφή μεταξύ τους σε καίρια γεωγραφικά και στρατηγικά σημεία για την πληρέστερη επιτήρηση αυτής. Το φρούριο αυτό, που αποκαταστάθηκε και συντηρήθηκε πλήρως από την Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων στο πλαίσιο του ΠΕΠ Κρήτης, εδώ και μια δεκαετία, καρτερεί την αξιοποίηση του με τον προσδιορισμό της χρήσης του και συνακόλουθα με το άνοιγμα του στην τοπική κοινωνία.
Περισσότερο, όμως, από τα δύο άλλα, το φρούριο Ιτζεδίν, το σπουδαιότερο αμυντικό έργο του λιμανιού, βγάζει σε ώρα μηδέν την ύστατη κραυγή του για τη σωτηρία του από την ολοκληρωτική κατάρρευση με τις επικίνδυνες από την πολυκαιρία ρωγμές του να χάσκουν προκλητικά στο πληγωμένο σώμα του. Το πολυσυζητημένο αυτό φρούριο, κτισμένο από τους Τούρκους το 1872, εκτός από τη μνημειακή και ιστορική του σημασία, έχει διαδραματίσει και ένα ιδιαίτερο πολιτικό ρόλο στο νεότερα χρόνια της Ιστορίας της πατρίδας μας που πηγάζει από τη χρήση του, ως χώρος φυλάκισης πολιτικών κρατουμένων που με την αντίσταση τους πάλεψαν για τις δημοκρατικές τους ιδέες.
ΜΙΑ ΣΠΑΝΙΑ ΣΥΝΥΠΑΡΞΗ
Η συνύπαρξη των τριών αυτών κάστρων, ως οχυρωματικό σύμπλεγμα, προσδίδει σε καθένα από αυτά προστιθέμενη αξία λόγω του ιδιαίτερου ιστορικού, αρχιτεκτονικού και αρχαιολογικού ενδιαφέροντος που παρουσιάζουν ως σύνολο αλλά και ως εξαιρετικά μεμονωμένα δείγματα φρουριακής αρχιτεκτονικής. Ιδωμένα λοιπόν, υπό το πρίσμα αυτό, τα τρία αυτά κάστρα, σε συνδυασμό με τις παρακείμενες αρχαιότητες της Αρχαίας Απτέρας συγκροτούν ένα μοναδικό ιστορικό μονοπάτι, στο πλαίσιο μιας διαχρονικής ενατένισης του Πολιτισμού της Δυτικής Κρήτης. Συνακόλουθα η ιστορική και πολιτιστική σημασία της σπάνιας συνύπαρξης αυτών των μνημείων σηματοδοτεί και την αναπτυξιακή τους διάσταση για μια βιώσιμη αειφόρο ανάπτυξη της περιοχής που θα σέβεται το περιβάλλον και τον άνθρωπο. Ακόμα η αναξιοποίητη αυτή πολιτιστική κληρονομιά οριοθετεί την ευθύνη των πολιτικών ταγών αλλά και των πνευματικών ανθρώπων και των ενεργών πολιτών της πόλης μας, που οφείλουν να ενεργοποιηθούν για τη διάσωση και ανάδειξη των μνημείων αυτών.
Αρκεί να σκεφτούμε ότι η πολιτιστική κληρονομιά αυτής της πόλης είναι συλλογική ιδιοκτησία και δημόσιο αγαθό που απαιτεί προστασία και ανάδειξη προς όφελος όλων μας.
Ας μη ξεχνάμε επίσης, ότι ο τρόπος που αντιμετωπίζομε τα μνημεία μας, δηλαδή τη μνήμη της πόλης μας, είναι το βαρόμετρο του πολιτισμού που μας διακρίνει.
*Η Μαρία Μαράκη είναι φιλόλογος
Τρία φρούρια στη σειρά από διαφορετικούς κατακτητές που πίστεψαν πως θα γίνουν κυρίαρχοι μέσα στον χρόνο. Από μόνο του το γεγονός αυτό δείχνει τη σπουδαιότητα του τόπου διαχρονικά.
Πρώτα η ακρόπολη της Απτέρας, μετά ο Κουλές, αργότερα το Ιτζεδίν. Και πολύ πιο πριν η Βενετσιάνικη κατάκτηση με την οχυρωμένη νησίδα. Ένας τόπος που τα χρόνια του προσθέτουν γοητεία και αξία. Δυστυχώς όμως απαξιωμένος από του άρχοντες.