«Ήτανε το ψηλό κυπαρίσσι,/ ρετσίνι/ καµένο φτερό τ’ ανέµου/ µυγδαλιές µε τα τρυγόνια πέρα/ σε πύρινο βελόνι περιστρέφεται/ το υγρό σώµα του πρωινού.// Έφτιαξε την εξέδρα και το βήµα/ χωρίς ίχνος µετάλλου/ µόνο ξύλινες πρόκες και σανίδια./ Να µιλήσει για την ειρήνη». Το πρώτο απ’ τα 74 ποιήµατα “Οµιλία για την ειρήνη”, ο τίτλος του, που περιλαµβάνονται στην ποιητική συλλογή “Η εντροπία των ρολογιών”, του Χανιώτη γιατρού – ποιητή Γρηγόρη Γ. Γεωργουδάκη, που κυκλοφόρησε πρόσφατα (Σεπτέµβριο τ.ε.) απ’ τις εκδόσεις “ΕΡΕΙΣΜΑ”. Και σαν δείγµα της γραφής του, τούτες τις µέρες που ο πόλεµος µαίνεται στη Μέση Ανατολή, αντί προλόγου.
«Ποίηση είναι η συγκινησιακή χρήση της γλώσσας σε βαθµό υπέρτατο. Την κατέχει καλά αυτή την “τέχνη” ο Γρηγόρης Γεωργουδάκης. Γεωµετρικός τόπος συναισθηµάτων που έχουν κυοφορηθεί στο βάθος της ψυχής του ο λόγος του, που επιζητεί την επικοινωνία». Τα που είχα γράψει πριν από 8 χρόνια στη στήλη (16.10.2015), µεταξύ των άλλων, µε αφορµή την έκδοση της προηγούµενης (της 4ης) ποιητικής του συλλογής, τις “Αµµογραφίες” του. “Γρηγόρης Γ. Γεωργουδάκης: Ο ποιητής του εµείς”, ο τίτλος εκείνης της Στάσης, έχοντας υπόψη το σύνολο έργο του. Μια ζωή ο γιατρός – ποιητής ή αν προτιµάτε ο ποιητής – γιατρός Γρηγόρης Γ. Γεωργουδάκης επιµένει να µιλά, να µας µιλά, µε την ποίηση του… Σε όλους µαζί µα και σ’ έναν έναν χωριστά. Έχοντας κατά νου τους κάθε λογής κινδύνους που ελλοχεύουν για την “απανθρωποίηση του ανθρώπου”.
Πολλά, πάµπολλα, µπορώ να γράψω τόσο για το σύνολο ποιητικό έργο του σπουδαίου συµπολίτη µας και βέβαια για την “Εντροπία των ρολογιών”, έχοντας διαβάσει και ξαναδιαβάσει τα ποιήµατα της. Για το καθένα απ’ αυτά χωριστά µα και για όλα µαζί. Πολυπρισµατικός και πολυεπίπεδος, µε πάµπολλες αναγνώσεις πάντα, ο “εν γρηγόρσει” λόγος του. Ο τελευταίος στίχος, ωστόσο, απ’ το ποίηµα “Ο χρόνος που ραγίζει”, µου λέει να τελειώσω, και λόγω χώρου τη σηµερινή στάση µ’ αυτό. Το παραθέτω ολόκληρο, µε την εναγώνια ερώτηση, ως έχει, στο τέλος. Κι ας το προσεγγίσει ο καθείς µε τον τρόπο του… «∆ιάφανα δάκρυα της αυγής στα ροδοπέταλα/ Έχει ένα µαβή πόνο ν’ απλώνεται στη δύση/ Ανυποψίαστα τα σµήνη πετούν στον ουρανό/ Ανυποψίαστοι φεύγουν στην οµίχλη και τον ύπνο.// Τρίχρονη πλαταίνει κι αδυνατίζει η πανδηµία/ Γέµισε τον κάτω κόσµο κι ανατριχιάζει τη θάλασσα/ Γέµισε τους δρόµους αρµυρό δάκρυ κι αναφιλητά/ Παιδιά δεν παίζουν, δεν φωνάζουν, δεν τραγουδούν// Τώρα ακούµε τα λόγια του σίδερου, της έκρηξης/ Νιώθουµε τσεκουριά απρόσµενης ώρας στη ράχη./ Τώρα που οι µυγδαλιές καρπίζουν απελπιζόµαστε/ Πώς θα γεµίσουµε ένα ποτήρι νερό να πιει το αύριο;» Βγάζω το ερωτηµατικό από το τέλος του τελευταίου στίχου. «Ένα ποτήρι νερό να πιει το αύριο», το ζητούµενο ένας απ’ τους ορισµούς της ποίησης… Και ορισµό της “ειρήνης” τον λες…
Και στα πεταχτά
«Σου το λέω!/ Εσένα που σκεπάζεσαι µε το πέπλο της σιωπής./ ∆εν είναι δουλειά αυτή που κάνεις./ Να µπαλώνεις και να καρικώνεις/ φθαρµένα και τρυπηµένα αισθήµατα./ Να σιδερώνεις µ’ επιµέλεια/ τη ζαρωµένη σου ψυχή». Από το “Ψηφιδωτό” (τρίτη ποιητική σειρά) του Ιάσονα Ευαγγέλου.
Για την κρητική φιλοξενία ο λόγος και στις τρεις µαντινάδες από τη Νεκταρία Θεοδωρογλάκη σήµερα. «Η κάθε περιφέρεια της χώρας µας αξίζει/ για τη φιλοξενία της η Κρήτη ξεχωρίζει», µας λέει στην πρώτη. «Οι Κρητικοί φιλόξενοι στον κάθε µουσαφίρη/ προσφέρουν ξεροτήγανα, ρακή µες στο ποτήρι» συνεχίζει στη δεύτερη. Για να τελειώσει γενικά στην τρίτη: «Η Κρήτη µας πανέµορφη δεν µοιάζει µ’ άλλους τόπους/ γιατί έχει φιλόξενους, καλόκαρδους ανθρώπους». Γι’ άλλη µια φορά δείχνει την αγάπη της για την Κρήτη και τους Κρητικούς η µαντιναδολόγος µας…
Εύφηµη µνεία και φέτος απ’ τους Χανιώτες στην ειδική συνεργάτιδα των Γενικών Αρχείων του Κράτους και πρόεδρο της Ένωσης Πνευµατικών ∆ηµιουργών Χανίων Ζαχαρένια Σηµανδηράκη για την ξεχωριστή, γι’ άλλη µια φορά παρουσίαση της φετινής παρέλασης για την 28η Οκτωβρίου. Απού φελά, παντού φελά!