«Πότε σέρνοντας το ανάπηρο πόδι του. Σαν πληγωμένο στη φτερούγα πουλί/ κουβαλεί την τσάντα του σχολειού/ σαν γερασμένος αχθοφόρος/ και πότε κουλουριασμένο στη γωνιά του γυάλινου πύργου του/ που διυλίζει τις ακτίνες του ήλιου/ αγκαλιάζεται με τα δικά του χέρια», μάς λέει ο Χανιώτης – δάσκαλος – ποιητής Μανόλης Λεφάκης στο ποίημά του “Ραγισμένο φως”, για να αναρωτηθεί αμέσως μετά: Αραγε σε ποιές στενωπούς καλπάζει τ’ αλογάκι σου; Για το παιδί με αναπηρία, ο λόγος. Ημέρα των ΑμΕΑ, των Ατόμων με Αναπηρία, των Ατόμων με Ειδικές Ανάγκες, όπως ήταν παλιότερα η ονομασία τους, χθες 3 Δεκεμβρίου. Σ’ αυτά, και ειδικά στα Ειδικά Παιδιά, για μια μέρα οι προβολείς της δημοσιότητας. Μετά σιωπή, που τα είδαμε, πού τα ξέρουμε…
«Γυμνό δεντράκι, φοβάσαι;/ Σε νιώθω!/Λιγοστά τα φύλλα στο κορμί σου./ Σε καμαρώνω./ Τα άνθη σου μαραίνονται./ Περιμένω την άλλη χρονιά που θα ‘ρθει./ Γυμνό δεντράκι, γύρω σου πολλά λουλούδια./ Δεν τα ζηλεύω!/ Ενα πουλάκι κελαηδεί, στ’ αδύναμο κλαδί σου/ Ελπίζω». Από μια φίλη, μητέρα ειδικού (μη μας τρομάζουν οι λέξεις) παιδιού, το ποίημα. Μένω… ειδικά στον στίχο: «Περιμένω την άλλη χρονιά που θα ‘ρθει». Ολες οι ελπίδες της μάνας, σ’ αυτές τις λέξεις…
Δεν το συζητώ… Περισσότερο απ’ όλους τους μαθητές που είχα τα 39 χρόνια που ήμουν δάσκαλος, αγαπώ αυτούς που είχα για πέντε χρόνια στο 1ο Ειδικό Σχολείο Χανίων. Και δεν θέλω παρεξηγήσεις. Αν δηλώνω των άλλων μαθητών μου μαθητής μια φορά, των “ειδικών” παιδιών, δηλώνω δυο. Κι αν με δίδασκαν πόσο και πώς πρέπει να κονταίνω, αλλά και πόσο και πώς πρέπει να ψηλώνω. Αναζητώντας τις στενωπούς που κάλπαζαν τα αλογάκια τους… Κι ακούγοντας ένα πουλί να κελαηδεί στ’ αδύναμα κλαδιά τους…
Σε ρόλο Μακρυγιάννη μα και Θεόφιλου ταυτόχρονα
«Γεννήθηκα το 1926 και θυμάμαι καλά τον κόσμο όπως ήτανε και πριν από τον πόλεμο. Εζησα τον πόλεμο, την κατοχή, τον εμφύλιο πόλεμο, δύο δικτατορίες (αυτή του 1936 και αυτή του 1967). Εζησα την καλπάζουσα εξέλιξη του τεχνικού πολιτισμού, ειδικά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο που επέδρασε στο οικονομικό και στο πολιτιστικό επίπεδο και σε όλες τις φάσεις της ζωής. Εζησα τις μεγάλες αλλαγές στην πολιτιστική μας ζωή (στα ήθη, στα έθιμα, στην γλώσσα, στο ντύσιμο κ.λπ.). Μπορώ εξ’ ιδίας αντιλήψεως να κρίνω και να συγκρίνω το πρόσφατο παρελθόν με το παρόν (που τόσες μεγάλες διαφορετικότητες υπάρχουνε μεταξύ τους)». Ετσι αρχίζει τον πρόλογο του τελευταίου, ιδιαίτερα επιμελημένου, 250 σελίδων βιβλίου του, με τίτλο “Λαογραφική ξενάγηση στην Κρήτη (έμμετρη και σκιτσογραφημένη) μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα”, που κυκλοφορήθηκε πρόσφατα από τις εκδόσεις “Μύστις”, ο Σφακιανός λαογράφος Κανάκης Γερωνυμάκης. Κι αμέσως μετά: «Θεωρώ σκόπιμο ότι αυτά που ξέρομε από αυτές τις διαφορετικότητες δεν πρέπει να τα πάρομε να φύγομε, εμείς οι λίγοι υπέργηροι που είμαστε ακόμα, μα νομίζω ότι πρέπει να τα καταγράφομε για να τα παραδώσομε στις νεότερες γενιές». Σε ρόλο Μακρυγιάννη μα και Θεόφιλου ταυτόχρονα, λοιπόν και πάλι ο φίλος μου ο Κανάκης. Δική του στιχουργική, δικά του σκίτσα, δικές του μνήμες, δικές του εμπειρίες, δικά του βιώματα…
«Φτάσε όπου δεν μπορείς»! Η “κρητικιά προσταγή” του Γκρέκο, κατά τον Νίκο Καζαντζάκη, διαρκώς στο νου μου – ενώ με “ξεναγούσε” ο Κανάκης με τους στίχους και τα σκίτσα του στη Λαογραφία της Κρήτης, σ’ όλο το πλάτος και το βάθος της. Οπου δεν μπορούσε έφτασε και μ’ αυτό, προπάντων μ’ αυτό του, το βιβλίο ο φίλος μου. Θαυμασμός για το πρόσωπο και το έργο του. Απ’ όλους όσοι τον γνωρίζουμε.
Ενας απ’ τους πολλούς και ο γνωστός τοις πάσι αρχιμανδρίτης Ιγνάτιος Χατζηνικολάου που έγραψε πριν από λίγες μέρες. (βλ. “Χανιώτικα νέα”, 24.11.2018) γι’ αυτόν: “Καίτοι έχει φορτωθεί στους ώμους 92 χρόνια, ζει, αισθάνεται και γράφει σαν έφηβος. Ζωντανός και φωτόμορφο παράδειγμα για όλους μας. Οχι μόνο τα Σφακιά, μα ολόκληρη η Κρήτη του οφείλουμε πολλά”. Προσυπογράφω!