Η εφημερίδα «Νέα Έρευνα» στις 14/8/1920, παραμονή Δεκαπενταυγούστου, στη στήλη «Αντί χρονογραφήματος» αναφέρει μια ιστορία πίστης και προσευχής. Ο δημοσιογράφος στην αρχή αναφέρει τη γεωγραφική θέση και το φυσικό κάλλος («εις την ποιητικήν ακτήν του Ιναχωρίου») του γνωστού μοναστηριού της Παναγίας της Χρυσοσκαλίτισσας, συνεχίζοντας με την διαπίστωση ότι στην Παναγία της Λούρδης στη Γαλλία, σύμφωνα με τον λογοτέχνη Εμίλ Ζολά, οι προσκυνητές φέρουν στο ναό το πονεμένο και ασθενές ανθρώπινο σώμα τους με την ελπίδα να γιατρευτούν, όπως στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ.
«[…]Εις την Χρυσοσκαλίτισσαν όμως οι προσκυνηταί δεν νοσούσι, δεν πάσχουν ψυχικώς, δεν σύρουσι ράκη αλγούντων σωμάτων. Η επίκλίσις των προς την Χρυσοσκαλίτισσαν, δια πόνο ψυχικόν ή σωματικόν, εις στιγμάς κινδύνων αγωνίας ή ύστατης απελπισίας, εγένετο εν πνεύματι και αλήθεια μακράν του Ναού και η επίκλησίς των εισακούσθη και το θαύμα συντελέσθη. Ήδη ούτοι ακμαίοι και υγιείς με πρόσωπα απαστράπτοντα από ανέκφραστον χαράν και ευτυχίαν, με πίστην άπειρον προς την θείαν δύναμιν της Παρθένου σπεύδουσιν καθώς οι μάγοι προς το ιερόν σπήλαιον ως εις παράδεισον ευδαιμονίας[…]».
Το άρθρο αναφέρει τη μαρτυρία του Ιωάννη Κονδυλάκη ότι την ημέρα της γιορτής της Παναγίας στην Τήνο γίνονται θαύματα και στη συνέχεια έκπληκτος περιγράφει στον αθηναϊκό Τύπο ένα θαύμα που είδε ο ίδιος. Η διαφορά ήταν ότι «[…]Εις την Χρυσοσκαλίτισσαν εγώ δεν είδον τοιαύτα θαύματα. Είδον όμως τας απεικονίσεις των θαυμάτων. Είδον πρόσωπα επί των οποίον εσημειώθησαν θαύματα[…]». Εδώ ο δημοσιογράφος αναφέρει ένα περιστατικό, το οποίο βίωσε την παραμονή της 15ης Αυγούστου στο ιερό μοναστήρι με πρωταγωνίστρια μια εικοσιδιάχρονη κοπέλα, αγρότισσα, η οποία ανέβηκε ξυπόλυτη τα σκαλοπάτια στο βράχο σπρώχνοντας ταυτόχρονα με τους αγκώνες της το πλήθος των προσκυνητών, για να δημιουργήσει χώρο και να περάσει στο εσωτερικό του Ναού. Είχε περπατήσει ξυπόλυτη δέκα ώρες για να φτάσει ως εδώ και μόλις έφτασε μπροστά στην ιερή εικόνα της Παναγίας της Χρυσοσκαλίτισσας «[…]ασθμαίνουσα εκ του κόπου και της συγκινήσεως ερρίφθη γονυπετής προ της εικόνος της Θεομήτορος[…]». Το πρόσωπό της έλαμψε από χαρά και δάκρυσε, ενώ ταυτόχρονα ευχαριστούσε την Παναγία, διότι όπως έγινε γνωστό ήταν παράλυτη και δεν περπατούσε από πενταετίας και τον τελευταίο χρόνο είχε και «[…]επάρατον στηθικόν νόσημα[…]». Οι επιστήμονες δεν της είχαν δώσει περιθώρια ζωής. Εντούτοις, η έμπονη και έντονη προσευχή της στην Παναγία Χρυσοσκαλίτισσα έκαναν το θαύμα και μέσα σε τρεις μήνες θεραπεύθηκε.
Ο δημοσιογράφος κλείνει την αφήγηση με τη ρήση του μακαριστού Γρηγόριου Πλοκαμάκη αρχιμανδρίτη της Ιεράς Μονής, ο οποίος είχε πει για την πανήγυρη της Παναγίας της Χρυσοσκαλίτισσας: «Η Χρυσοσκαλίτισσα είναι πλημμύρα ηδονής παρασύρουσα τον κόσμον μακράν εαυτού, μακράν της ζωής, εις το χάος της απολύτου υπάρξεως και αληθείας».