Παρασκευή, 31 Ιανουαρίου, 2025

Eνα τραγούδι, μία ιστορία…

» Και τ’ όνομά τζη λέγεται λεβεντογέννα Κρήτη!

Για τη Λεβεντογέννα Κρήτη μας, το νησί των γενναίων που λένε, έχουν γραφτεί και ειπωθεί χίλια μύρια εγκώμια, ποιητικά και πεζά, που θα χρειαζόταν τόμους και τόμους πολλούς, αν κάποιος ήθελε και μπορούσε βέβαια να τα συγκεντρώσει όλα μαζί σ’ ένα corpus (σώμα) ως τιμητικό αφιέρωμα.

Δεν ξέρω, αλλά πολύ αμφιβάλλω αν υπάρχει, όπου γης, νησί άλλο τόσο πολύ τραγουδισμένο και μυριοπαινεμένο, όσο η Κρήτη. Κι’ αυτό βέβαια οφείλεται κατ’ αρχήν (όπως πρώτος επιστημονικά διαπίστωσε ο ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ στο εύκρατο και ζωογόνο κλίμα, αλλά και στο ποικιλόμορφο, πανέμορφο και προσιτό γεωλογικά νησιώτικο τοπίο, με την πλούσια, μοναδική και εν πολλοίς αρωματική και ιαματική χλωρίδα (σύνολο αυτοφυών φυτών) και ποικίλη, μα όχι ιοβόλο και θηριώδη πανίδα (σύνολο ενδημικών ζώων). Γι’ αυτό και στην πανέμορφη Κρήτη, λόγω κλίματος, φυσικού περιβάλλοντος, παράδοσης και Ιστορίας, κατοικεί ο αξιομίμητος Κρητικός λαός, μοναδικός σε φλογερή Μεσογειακή ιδιοσυγκρασία, που καμαροχαίρεται τις ομορφιές της αλλά και την τιμά με τα ήθη και έθιμά του, εδώ και χιλιάδες χρόνια το ίδιο και απαράλλακτα.
Γι’ αυτό και οι Κρήτες, καθώς βέβαια και οι Έλληνες, είναι απαράμιλλοι σε αντρειά, λεβεντιά, μπέσα, φιλοξενία, φιλοπατρία, φιλότιμο, χορό, τραγούδι και ποιητική προδιάθεση, έτσι ώστε ακόμη και προς το θάνατο να βαδίζουν στωικά και θαρραλέα. Και όλα τα παραπάνω, καθώς και χίλια μύρια άλλα ο Κρητικός τα εκφράζει με μαντινάδες ή με Ριζίτικα τραγούδια.
Έτσι λοιπόν, με όλα και για ολ’ αυτά, αλλά και για μύρια άλλα επιβεβαιώνεται η θαυμαστή μοναδικότητα, που έχει η Κρήτη, «Η γη των μακάρων», για να είναι αξιολάτρευτη και χιλιοτραγουδισμένη. Όμως για περισσότερη εμπέδωση των απόψεων μας, παραθέτουμε στη συνέχεια έναν αυτοσχέδιο έμμετρο Ύμνο της Κρήτης, που δημιουργήθηκε κάτω από τραγικές συνθήκες στα βουνά της Αλβανίας κατά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1939-1941. Το αυτοσχέδιο αυτό τραγούδι ή μάλλον ποίημα, που το εμπνεύστηκαν αγράμματοι, αλλά με ποιητικές ρίζες, Κρήτες φαντάροι και σε ώρες πολέμου (μετά το ποίημα ακολουθούν ενημερωτικές πληροφορίες) εντυπωσιάζει με τις απαράμιλλες οπτικοακουστικές εικόνες και πληροφορίες και έχει ως ακολούθως:

«Όντε στραφείς στον ουρανό τσι νύχτες του Αυγούστου,
θωρείς διαμάντια αμέτρητα κάθε λογής και γούστου,
άλλο λαμπρό, άλλο μικρό και άλλο πιο μεγάλο,
χιλιάδες είν’ οι διαφορές, που ‘χει το ‘να με τ’ άλλο,
αυτά ‘ναι κόσμοι απέραντοι πιτήδεια καμωμένοι,
άλλοι δικοί μας επαέ, κι άλλοι που είναι ξένοι.
Έν’ άστρο είναι και η γης, αυτή που κατοικούμε
και ταξιδεύει πάντα τζη, μα ‘μεις δεν τη θωρούμε.
Κι’ ο Πλάστης που την έπλασε, όπως και τ’ άλλα τ’ άστρα,
τσή ‘δωκε τόσες ομορφιές, σα λούλουδο στη γλάστρα,
έκαμε κάμπους και βουνά, θάλασσες κι ακρογιάλια
την πλούμισε, τη στόλισε με χίλια δυο κοράλια!
Κι ανάμεσα στα χίλια δυο στολίδια και πλουμιά τζη,
ένα ‘ναι το καμάρι τζη, που ‘ναι και καύχημα τζη,
καταμεσής τση κείτεται κι έχει τον Ψηλορείτη
και τ’ όνομα τζη λέγεται Λεβεντογέννα Κρήτη!
Σαν τα διαμάντια τ’ ακριβά που λίγοι τα φορούνε,
έτσα ‘ναι η Κρήτη όμορφη κί ούλοι τη λαχταρούνε,
κι όπως το πράμα τ’ ακριβό, τ’ ομορφοπλουμισμένο,
μπαίνει στα μάτια πολλωνώ, γιατί ‘ναι ξακουσμένο,
έτσα κί η Κρήτη η όμορφη κι η πολυξακουσμένη,
πολλές φορές απού τσ’ εχθρούς ευρέθη μπερδεμένη,
και μάχεται, όσο μπορεί κι ως κάνουν τα λιοντάρια,
γιατί ‘ναι τα κοπέλια τζη τα πρώτα παλικάρια!
Πολύπαθη, ακούραστη, περήφανη, γενναία,
είναι πάρα πολλώ χρονώ, μα πάντα είναι νέα!
Βγάνει λεβέντες ξακουστούς σ’ ούλη την οικουμένη
στην αρχοντιά και στην αντρειά κιανείς δεν τωνε βγαίνει!
Κι οι κοπελιές τση διαλεχτές, σωστές Αρχοντοπούλες,
πανέμορφες, πανέξυπνες, νοικοκυράδες ούλες!
Χαρά στονε απού μπορεί να κάθεται στην Κρήτη
γή μουσαφίρης πρόσκαιρα γή σε δικό ντου σπίτι,
να χαίρεται τσι ομορφιές, που η φύση τση χαρίζει,
και να ρουφά τ’ αγέρι τζη, απού μοσχομυρίζει».

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΑ:
Ο απαράμιλλος δοξαστικός αυτός ύμνος για την Κρήτη, στιχουργημένος σε 15σύλλαβο ιαμβικό στίχο και ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία, είναι πάρα πολύ εντυπωσιακός και για τα καλλιλογικά του στοιχεία και για το ύφος του λόγου, αλλά και για τις μεγαλειώδεις κοσμολογικές του εικόνες «…αυτά ‘ναι κόσμοι απέραντοι…» κ.λ.π.

Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΓΚΥΡΙΕΣ ΤΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ ΤΟΥ
Πριν από 20 πάνω – κάτω χρόνια καθόμουν σ’ ένα καφενείο του χωριού μου, εκεί, μεταξύ δύο – τριών άλλων, βρισκόταν και ο νεκρός πια (ΝΙΚΟΛΑΟΣ Ι. ΜΠΑΛΑΔΑΚΗΣ, του οποίου η σύζυγος Μαρία ήταν πρωτοξαδέλφη μου. Εκεί λοιπόν ξαφνικά κάποια στιγμή (ήταν πρωινές ώρες) αυτός σηκώθηκε από την καρέκλα του και μου είπε: «Δημήτρη, θέλεις να σου πω ένα τραγούδι;», «Ναι», απάντησα εγώ. Κι αμέσως εκείνος άρχισε και μου απάγγειλε από μνήμης το παραπάνω ποίημα. Αλλ’ όμως το ύφος και το ήθος της απαγγελίας και η ψυχολογική του υπερδιέγερση, καθώς όρθιος και περπατώντας ρυθμικά απάγγελνε το ποίημα, μ’ έκαμαν να πιστέψω πως αυτός, αν και αγράμματος, ήταν ο ποιητής. Τον ρώτησα σχετικά, μα εκείνος μειδιώντας αινιγματικά και λυπημένα αρνήθηκε να μου απαντήσει. Στη συνέχεια τον παρακάλεσα να μου το υπαγορεύσει, για να το γράψω, κάτι που έγινε. Αλλά και την επομένη μέρα μου το έφερε γραμμένο ιδιοχείρως και όπως μου το είχε απαγγείλει. Ύστερα όμως από μερικά χρόνια ο Ν.Ι.Μπαλαδάκης, πάσχοντας από την επάρατο νόσο, ψυχομαχούσε στο Νοσοκομείο Χανίων και ψυχανεμίζοντας το θάνατό του, είπε να καλέσουν το γνωστό μουσικοπαραγωγό και λαογράφο ΓΙΩΡΓΟ ΒΙΤΩΡΟ, για να του πει αυτό το ποίημα. Αλλά «τό μέν πνεῦμα πρόθυμον, ἡ δε σάρξ ἀσθενής». Γι’ αυτό και ο Νικολής δεν μπόρεσε να θυμηθεί παραπάνω από ένα στίχο. Κι έτσι πέθανε χωρίς ο Βιτώρος να πετύχει τίποτα. Όμως, εγώ είχα αποκτήσει το ποίημα, αλλά δε γνώριζα τις συνθήκες δημιουργίας του, ώσπου μια μέρα συνάντησα την κόρη του Γεωργία και τη ρώτησα σχετικά. Και η Γεωργία μου αποκάλυψε την αλήθεια, όπως της την είχε διηγηθεί ο πατέρας της, που έχει ως εξής:
Ιταλοελληνικός πόλεμος 1940-1941, πάνω στα βουνά της Αλβανίας, οι μάχες περίπου Ομηρικές και ως επί το πλείστον νικηφόρες για τους Έλληνες. Εκεί λοιπόν κάπου και σε κάποια μάχη, πολεμώντας γενναία, σκοτώθηκε ο, από τον Πλάτανο Κισάμου Χανίων (παλαιότερα αποτελούσε κοινότητα, στην οποίαν υπαγόταν και το χωριό μας), Γιάννης Κ. Γιαννενάκης. Ήταν φαίνεται βράδυ. Και γύρω από το σκοτωμένο Κρητικό ήρωα συγκεντρώθηκαν και οι πλησίον υπηρετούντες συμπατριώτες και κοντοχωριανοί του. Όμως αντί για μοιρολόγια και θλιβερά λόγια, τελούντες κάτω από μέγιστη ψυχολογική φόρτιση (η ψυχολογία την αποκαλεί «θετική εμψύχωση»), άρχισαν με πρώτο και καλύτερο το Νικόλα Ι. Μπαλαδάκη να συνθέτουν τον προαναφερθέντα δοξαστικό και επαινετικό Ύμνο της Κρήτης, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου εμπνεύστηκε κατά τα λεγόμενά του, ο Νικόλαος Ι. Μπαλαδάκης.
Αθάνατη Ελληνική ψυχή και Κρητική καρτερία!
Αν ειν’ η μέρα όμορφη, την κάνει το σκοτίδι,
κι’ αν έχει αξία η ζωή, ο θάνατος τη δίδει»
Αυτά και «ὁ νοῶν νοείτω».
Ἔρρωσθε


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα