Κάθε μέρα όλο και περισσότερο διαισθάνομαι ότι ζω σε έναν κόσμο ανάποδα. Εκεί που περιμένεις να ξημερώσει έρχεται η νύχτα.
Και εκεί που έχεις ας πούμε την ελπίδα ότι κάτι θα αλλάξει, έρχεται η πραγματικότητα και σου λέει ότι λάθος κατάλαβες, ότι κανείς ποτέ δεν σου είπε ότι θα επικρατήσει η δικαιοσύνη και η λογική, ότι κανείς ποτέ δεν ισχυρίστηκε ότι θα σταματήσουν να πληρώνουν οι φτωχοί για την κρίση.
Και εκεί που βλέπεις τα πράγματα τόσο καθαρά ας πούμε για το ποιος φταίει για το προσφυγικό κύμα, δηλ. οι πόλεμοι που δημιουργούν οι δυτικές κυβερνήσεις, σου λένε λάθος κατάλαβες, φταίνε οι ίδιοι οι πρόσφυγες, που εγκαταλείπουν τις εστίες τους, πως θα πρέπει να κλείσουμε τα σύνορα, να εγκλωβιστούν, να γυρίσουν πίσω, να μην έρθουν, να πεθάνουν.
Και εκεί που σκέφτεσαι ότι είναι θέμα ανθρωπιάς και πολιτισμού ας πούμε η αντιμετώπιση των άστεγων της πόλης, ότι δεν μπορεί να πεθαίνουν οι άνθρωποι σαν τα σκυλιά στον δρόμο, σου λένε ότι λάθος κατάλαβες, πολιτισμός είναι οι ωραίες λεωφόροι με τα φαρδιά πεζοδρόμια και τα πολυτελή κτήρια που τις φωτίζουν.
Και εκεί που έχεις ας πούμε την ελπίδα να αντιμετωπιστεί η αυθαίρετη δόμηση, δηλ. να μην χτίζει ο καθένας ό,τι θέλει, σου λένε λάθος κατάλαβες, αφού με τον νόμο για τα αυθαίρετα μπορεί να «νομιμοποιηθεί» ό,τι φτιάχνεται, όσο μεγάλο και αν είναι, αρκεί να υπάρχουν λεφτά.
Σε έναν κόσμο που προσποιείται ότι είναι σωστός και δίκαιος, εγώ προσποιούμαι ότι είμαι μηχανικός και οι πελάτες μου προσποιούνται ότι είναι ευτυχείς μέσα στα μοντέρνα σπίτια τους.