Είναι ένας απ’ τους παλιούς τάφους σε κάποιο διάδρομο του κοιμητηρίου. Ξεχωρίζει απ’ τη ψηλή στήλη στην κορυφή κι ως φαίνεται, δεν έχει ανοιχτεί ακόμα.
Περνάμε από δίπλα αδιάφοροι, μα αν σταθείς από κάτω, θα δεις ότι εκεί μέσα βρίσκεται ολόκληρη οικογένεια!
Ο πατέρας και τα τέσσερα παιδιά…
Τα δυο ένστολα αγόρια, διαβάζοντας τις ημερομηνίες γέννησης και θανάτου τους, διαπιστώνεις πως έφυγαν νεότατα. Μάλλον πολεμώντας, κάπου στα βόρεια ή στη Μικρά Ασία, τα χρόνια εκείνα των θυσιών και των υψηλών ιδανικών.
Αλλά και τα κορίτσια, που έμειναν πίσω, δεν είχαν καλύτερη τύχη!
Είκοσι, το ένα και είκοσι πέντε το άλλο, αποχαιρέτησαν τη ζωή, πάνω στο άνθος της ηλικίας τους.
Μια θλίψη σε καταλαμβάνει, όταν κοιτάς τα τέσσερα πρόσωπα τους, τα γεμάτα νιάτα και προσδοκίες.
Θλίψη που γίνεται μεγαλύτερη κι αφόρητη, όταν τη προσοχή σου τραβήξει, ο πατέρας. Αγέρωχα σε κοιτά, απ’ την κορυφή της στήλης, από ψηλά κι απ’ το παρελθόν, ο επίσης ντυμένος στο χακί, άνδρας. Κατάματα και με θάρρος. Κι ας έφυγε δυο χρόνια μόνο… πριν το τελευταίο του παιδί!
Στέκεσαι εκεί και σκέφτεσαι.
Ούτως ή άλλως, ο χώρος, πάντα μας βάζει σε συλλογισμούς.
Και τούτη η τραγική περίπτωση, μιας οικογένειας που ξεκληρίστηκε μέσα σε δυο μόνο δεκαετίες, θα σε απασχολήσει πιο πολύ!
Για το πόσο σύντομη είναι η ζωή μας, για το πόσο ασήμαντη ήταν στους χρόνους εκείνους, τους δύσκολους…
Για τη μοναξιά και την απελπισία που ακολουθεί την απώλεια των αγαπημένων μας…
Για την αντοχή, τη δύναμη που βρίσκεις ή δεν καταφέρνεις να βρεις, και άλλα πολλά…
Μόνο που οι σκέψεις κι οι φιλοσοφίες δεν κρατούν πολύ!
Μόλις προσπεράσεις, φτάσεις στην έξοδο και μπεις βιαστικά στο αμάξι, μπρος στην καθημερινότητα -την παμφάγο καθημερινότητα- όλα θα ξεχαστούν!
Ακόμα και το πόσο τυχερός είσαι που είσαι… εδώ!
Που ζεις, αναπνέεις κι απολαμβάνεις τον όμορφο αυτό, κόσμο, ενώ τόσοι άλλοι, δεν τα κατάφεραν…