Οι διαφορές ανάμεσα στους κατοίκους των χωριών δεν πρέπει να έλειψαν ποτέ. Τη μια τα σύνορα στα κτήματα, την άλλη οι δρόμοι πρόσβασης, την άλλη τα οικογενειακά, την άλλη τα κομματικά, την άλλη οι ερωτοδουλειές αλλά και διάφορες άλλες μικρές ή μεγάλες διαφορές, γινόταν αφορμή για καβγάδες και χωρισμούς και μίση, που χώριζαν τους ανθρώπους για μικρά ή και μεγάλα χρονικά διαστήματα. Και δεν έλειψαν βέβαια ποτέ οι ψύχραιμοι και λογικοί μεσολαβητές, που προσπαθούσαν να συμβουλέψουν και να βοηθήσουν τις δυο πλευρές να τα βρουν και να τα σιάξουν. Δεν ήταν, όμως, πάντοτε κατορθωτό το «σιάξιμο», ο συμβιβασμός, με αποτέλεσμα να περνούν οι διαφορές και στις επόμενες γενιές με όλες τις αρνητικές τους συνέπειες.
Δεν θυμάμαι να έχω ακούσει ή διαβάσει τη λέξη «Σασμός» μέχρι πρόσφατα, που διάβασα το ομώνυμο βιβλίο του Σπύρου Πετρουλάκη Εκεί την κατάλαβα ως «σιάξιμο», ως συμφιλίωση οικογενειών και ατόμων, που είχαν έχθρες και διαφορές, με τις προσπάθειες και τη βοήθεια κοινωνικά και θεσμικά σοβαρών και αξιόπιστων προσώπων.
Έτσι θυμήθηκα το τελετουργικό μιας συμφιλίωσης δύο «ΣΠΙΤΙΩΝ», ένα «σιάξιμο», που έγινε στο χωριό μου στα παιδικά μου χρόνια μεταξύ δύο ανδρών και έτυχε να τη ζήσω με τρεις ακόμη συνηλικιώτες μου από απόσταση 70 περίπου μέτρων και αποφάσισα να τη δημοσιεύσω. Δε γνωρίζω, αν και πώς έγινε γνωστή στο χωριό και αν υπάρχουν άλλοι χωριανοί ή σε άλλα γειτονικά χωριά που έζησαν κάτι παρόμοιο.
Αν, δηλαδή, ήταν έθιμο ή την επινόησαν κάποιοι από τους πρωταγωνιστές της, κάποιων από τους οποίους τα ονόματα θα σημειώσω παρακάτω.
Εκεί που παίζαμε, λοιπόν, τα τέσσερα παιδιά είδαμε να φέρνουν ξαφνικά ένα μικρό τραπέζι με τραπεζομάντηλο, να το στήνουν περίπου στο μέσον της απόστασης που χώριζε τα δυο σπίτια που βλέπαμε και να έρχονται ο Ιερέας του χωριού Παπα Μανόλης Τζανουδάκης με ένα σταυρό ευλογίας στο χέρι, που στάθηκε στη βορινή πλευρά του τραπεζιού, ο πρόεδρος της Κοινότητας και ο διοικητής του Σταθμού Χωροφυλακής, που στάθηκαν στη νότια, ο δάσκαλος του χωριού Παπαδογιάννης Στυλιανός, που στάθηκε στην ανατολική και ο γιατρός του χωριού Παπατζανάκης Εμμανουήλ, που στάθηκε στη δυτική και οι δυο «αντίδικοι», που στάθηκαν ο ένας μπροστά στον δάσκαλο και ο άλλος μπροστά στον γιατρό.
Ο Ιερέας σήκωσε τον σταυρό, ευλόγησε όλους και έδωσε απλώνοντας το χέρι του να τον ασπαστούν. Ο γιατρός και ο δάσκαλος, που βρισκόταν πίσω από τους «αντιδίκους», τους αγκάλιασαν από τη μέση και εκείνοι έδωσαν τα χέρια και τα κράτησαν μέχρι που τους τράβηξαν προς τα πίσω για να τα αφήσουν.
Ακολούθως τους χαιρέτησαν όλοι χαρούμενοι, ασφαλώς με ευχές για καλή συνέχεια με αγάπη και ειρήνη. Αμέσως ξετρύπωσαν και οι γυναίκες των «αντιδίκων» από δυο σημεία, όπου περίμεναν κρυμμένες, με τσικουδιές, ποτήρια και καλοχερίδια. Σκούντησαν τα ποτήρια, ήπιαν όλοι, τίμησαν χαρούμενοι τα κεράσματα και ο «ΣΑΣΜΟΣ» τελείωσε.
Μέχρι το 1972 που έφυγα από το χωριό μου και μέχρι που πέθαναν οι δυο πρωταγωνιστές έζησαν φιλικά και ειρηνικά.
Μακάρι να γίνονται τέτοιοι ΣΑΣΜΟΙ παντού και πάντοτε.