Νέες εντυπωσιακές εισόδους, αλλά και πλήθος σημαντικότατων ευρημάτων, που υποδηλώνουν τη σπουδαιότητα του τεράστιου, λαβυρινθώδους μινωικού ανακτόρου της Ζωμίνθου στον Ψηλορείτη, αποκάλυψε η φετινή ανασκαφή, που διεξήχθη επί έξι εβδομάδες (Ιούλιο-Αύγουστο) από την επίτιμη διευθύντρια Αρχαιοτήτων Δρ Έφη Σαπουνά-Σακελλαράκη.
Όπως ενημερώνει με ανακοίνωσή του το υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού, «νέα στοιχεία προέκυψαν και για την εσωτερική διαρρύθμιση του συγκροτήματος και την αρχιτεκτονική του (κλίμακες, πλούσιος διάκοσμος), ενώ πλήθος ήταν και τα ευρήματα από την έρευνα στο εσωτερικό του και στα δωμάτιά του, όπου μεταξύ άλλων εντοπίσθηκε ένα ιδιαίτερα σπάνιο νόμισμα Μάρκου Αυρηλίου (161- 180 μ.Χ.). Όλα, στοιχεία που υποδηλώνουν τη σπουδαιότητα αυτού του τεράστιου, λαβυρινθώδους κτιρίου, εδραιώνοντας τις απόψεις για τον χαρακτήρα του σε υψόμετρο 1.200 μέτρων», συμπληρώνει το ΥΠΠΟΑ.
Υπενθυμίζεται ότι το ανάκτορο της Ζωμίνθου εντοπίσθηκε και ανασκάφηκε ένα τμήμα του από τον Γιάννη Σακελλαράκη στη δεκαετία του ’80. Η τελευταία περίοδος των συστηματικών ανασκαφών άρχισε το 2004 και συνεχίζεται.
Ως προς τα νέα στοιχεία που δίνει το ΥΠΠΟΑ, ξεχωρίζουν τα εξής:
-Δύο είναι οι νέες είσοδοι, εκ των οποίων η πρώτη στη βορειοανατολική γωνία του ανακτόρου είναι ιδιαίτερα προσεγμένη διαθέτοντας και προθάλαμο με θρανία στις δύο πλευρές του. H είσοδος αυτή οδηγεί μέσω ενός μεγάλου διαδρόμου στο σπουδαίο ιερό της ανατολικής πτέρυγας στο οποίο έχουν αποκαλυφθεί ήδη βαθμιδωτός βωμός και βόθρος.
-Εντοπίσθηκε επίσης η είσοδος της νοτιοανατολικής γωνίας, η οποία όμως δεν σώζεται σε καλή κατάσταση, καθώς υπέστη πολλές μετασκευές στα Μυκηναϊκά και Ρωμαϊκά χρόνια, αλλά και μεγάλη καταστροφή λόγω των αρχαιοκαπηλικών δράσεων της δεκαετίας του ’60. Φαίνεται ωστόσο πως ήταν μεγαλοπρεπέστατη, οδηγώντας με κλίμακες, που ξεκινούσαν από το κατώτερο επίπεδο του λόφου, όπου είναι κτισμένο το ανάκτορο, στην κεντρική αυλή του.
-Μία ακόμη εσωτερική σκάλα αποκαλύφθηκε κατά την ανασκαφή, ενώ οι τοίχοι, μερικοί από τους οποίους σώζονται σε ύψος έως και τριών μέτρων, αποδεικνύουν ότι το κτήριο ήταν πολυώροφο. Τα δάπεδα, που ήρθαν και φέτος στο φως, άλλα από λαμπερό ασβεστόλιθο κι άλλα βοτσαλωτά υποδηλώνουν την πολυτέλεια που επικρατούσε στο εσωτερικό του, το ίδιο και τα τοιχογραφημένα κονιάματα που κοσμούσαν τα δωμάτια, δείγμα εκλέπτυνσης της εποχής και των κατοίκων του.
-Σε πολυτελή χώρο, που βρίσκεται πάνω από το μεταλλουργικό εργαστήριο, ήρθαν στο φως σφραγίδες (η μία από τις οποίες με παράσταση ιερού κόμβου είχε πέσει από τον άνω όροφο), περίαπτα όπως αυτό σε σχήμα αχιβάδας, ρυτό (λατρευτικό αγγείο) με διακόσμηση σπειρών και τμήμα αγγείου με ανάγλυφη διακόσμηση μικρού χοίρου.
-Επίσης, βρέθηκαν λίθινες θήκες οι οποίες θα περιείχαν πολύτιμα αντικείμενα, τα οποία ασφαλώς πήραν μαζί τους οι ένοικοι αφήνοντας πίσω τους ελάχιστα λείψανα, όπως έναν μικρό χάλκινο σκαραβαίο, τοπική μίμηση των αιγυπτιακών, μία σφραγίδα και πολλά θαλάσσια όστρεα μη βρώσιμα, που δείχνουν ότι στην περιοχή λατρευόταν θεότητα στην θαλάσσια εκδοχή της, όπως γνωρίζουμε και από την Κνωσό.
-Αποκαλύφθηκαν επίσης χάλκινα αντικείμενα (π.χ. εγχειρίδια), λίθινα αγγεία, σφραγίδες, ένα οστέινο πλακίδιο το οποίο μοιάζει με αυτά που κοσμούν το περίφημο ζατρίκιο της Κνωσού, τμήματα μεγάλων πίθων και πήλινων αγγείων, κεραμεικοί τροχοί, καθώς και λείψανα κυψελών, ένδειξη της ενασχόλησης των κατοίκων και με τη μελισσοκομία, εκτός βέβαια από την εκμετάλλευση της πλούσιας πανίδας και χλωρίδας του Ψηλορείτη.
-Αποδεικνύεται έτσι το εύρος και ο χαρακτήρας των δραστηριοτήτων των ενοίκων του ανακτόρου πάνω στο βουνό, που ήταν βεβαίως οικονομικός, πολιτικός και θρησκευτικός. Η σύνδεσή του αφενός με την Κνωσό -η πρώτη εγκατάσταση στη Ζώμινθο στα 1900 π.Χ. σχεδόν ταυτίζεται χρονολογικά με αυτήν της Κνωσού- και αφετέρου με το Ιδαίο ‘Αντρο, που υπήρξε το σπουδαιότερο και ίσως παλαιότερο ιερό της Κρήτης δείχνει τη μεγάλη σημασία του. Ο κύριος λόγος ασφαλώς που και οι κατακτητές του νησιού, οι Μυκηναίοι καταρχάς και οι Ρωμαίοι αργότερα, θέλησαν να το εκμεταλλευτούν στο έπακρο.