Με ανακοίνωσή τους «οι αγωνιζόμενοι στις περιφερειακές ΕΡΑ υποδέχονται με ικανοποίηση την επαναλειτουργία της ΕΡΤ». Ταυτόχρονα όμως, όπως επισημαίνουν «μετά από αγώνα 21 μηνών για ελευθερία, Δημοκρατία, αξιοπρέπεια, μετά από αγώνα για να γίνει ένα κρατικό μέσο δημόσιο δεν είναι δυνατό να δεχθούμε αμφίβολες διατυπώσεις και προθέσεις επί της επαναλειτουργίας των περιφερειακών σταθμών της ΕΡΑ». Στη συνέχεια αναφέρουν ότι «η ερμηνεία της διατύπωσης του άρθρου 4, το οποίο αναφέρεται στις δομές της ΕΡΤ και στη λειτουργία τους είναι διασταλτική και δεν μπορεί να γίνει δεκτή. Οι δημοσιογράφοι, οι τεχνικοί, οι μουσικοί παραγωγοί, οι διοικητικοί υπάλληλοι, όσοι έμειναν στον αγώνα για μία ελεύθερη ΕΡΤ “μάτωσαν” όλους τους προηγούμενους μήνες και κατάφεραν οι περιφερειακοί σταθμοί να αποκτήσουν ρίζες στις τοπικές κοινωνίες. Να αποκτήσουν μία οργανική σχέση με τους κατοίκους αυτών των περιοχών και είναι έλλειψη σεβασμού στην περιφέρεια να μην αναλαμβάνεται σαφώς και ρητώς η δέσμευση για την συνέχιση της λειτουργίας όλων των περιφερειακών σταθμών της ΕΡΑ». Υποστηρίζουν ακόμα ότι «οι αλληλέγγυοι είναι σημαντικό κομμάτι των περιφερειακών ΕΡΑ και ο ρόλος τους πρέπει να είναι λειτουργικός. Είναι οι αφανείς ήρωες, αυτοί που εγγυώνται την μετάβαση από ένα κρατικό ραδιόφωνο σε ένα δημόσιο. Η εγγύηση των εργασιακών δικαιωμάτων των εργαζομένων των περιφερειακών ΕΡΑ είναι σημαντικό σημείο του νέου νομοσχεδίου. Οι επιχειρησιακές συμβάσεις δεν είναι δυνατό να γίνουν δεκτές, ούτε μπορεί να γίνει δεκτή η εξάρτηση από τους όποιους ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς. Η υπογραφή συλλογικών συμβάσεων εργασίας, με την πλήρη αναγνώριση ασφαλιστικών και εργασιακών δικαιωμάτων είναι το ζητούμενο για τους εργαζόμενους των πραγματικά δημόσιων περιφερειακών σταθμών της ΕΡΑ». Τέλος, αναφέρουν ανάμεσα σε άλλα ότι διεκδικούν ακόμη «τη διοικητική αυτοτέλεια των περιφερειακών σταθμών, με συντονιστές και επικεφαλής που θα ορίζονται από τους ίδιους τους εργαζόμενους των περιφερειακών ΕΡΑ και όχι από Διοικητικά Συμβούλια που βρίσκονται χιλιόμετρα μακριά από τους σταθμούς και τις ανάγκες των τοπικών κοινωνιών».