Ο συγγραφέας Αριστείδης Αντονάς (Αθήνα, 1963) σπούδασε αρχιτεκτονική και φιλοσοφία. Έχει δημοσιεύσει αφηγήματα, θεατρικά έργα και δοκίμια, μεταξύ άλλων: Αριθμοί (Στιγμή 2001, Άγρα 2008), Φλογοκρύπτης (Άγρα 2003), Ο χειριστής (Άγρα 2006), Η τραγουδίστρια και η πολυθρόνα (Άγρα 2006). Επ’ αφορμή της κυκλοφορίας του αφηγήματος Ο Πολτός των πραγμάτων (Αντίποδες 2020) του ζητήσαμε να μας απαντήσει σε κάποιες ερωτήσεις. Ιδού τι μας απάντησε!
Πείτε μας δυο λόγια για τον Πολτό των πραγμάτων, την αρχική έμπνευση και τη διαδικασία γραφής.
Είναι ένα μικρό βιβλίο αλλά το έγραφα επί πολύ καιρό. Πήρε δέκα χρόνια να το τελειώσω. Με εξάντλησε και με άλλαξε. Κι ακόμη ξεκίνησε διαφορετικά απ’ ό,τι τελείωσε. Στην περίπτωση αυτού του βιβλίου επίσης η πρώτη σκηνή είναι μια σκηνή πραγματικής αηδίας για τη δίκη μου τσάντα, όποτε η λέξη έμπνευση δεν λειτουργεί. Η αφετηρία έγινε με μια αξιοθρήνητη κατάσταση του εαυτού μου μπρος στην κακή κατάσταση της δικής μου τσάντας. Και η οργή εναντίον της τσάντας όρθωσε στη συνέχεια έναν ήρωα, τον Τάρκεν. Ο Τάρκεν είναι ο ήρωας της τσάντας διάλυσης των πραγμάτων σε μια τσάντα. Μια σκέψη για επανάσταση εναντίον της κανονικότητας που αποκρυσταλλώνεται σε κάθε ανθρώπινη τσάντα επακολούθησε την αφετηρία αυτή. Δεν υπήρξε ομοιογενης διαδικασία γραφής αλλά μονάχα ένα είδος επένδυσης σε αυτή την αηδία της τσάντας που έγινε για τον ήρωα αηδία των πραγμάτων εν γένει. Παθαίνω μια αγωνία με τη φόρμα όσο γράφω, θέλω να δώσω ένα σχήμα στο συνολο αλλά ποτέ δεν ξεκινάω με το σχήμα, αυτό προκύπτει στοματικώς. Η γραφή είναι σαν προσπάθεια σχηματοποίησης. Υπάρχει μια ορμή που με κάνει να γράφω αλλά δεν οδηγεί πουθενά, είναι σαν η ορμή αυτή να ζητάει να χτυπήσει κάθε τι δεν έχει πρόγραμμα, η ορμή είναι κάτι σαν ένα σύστημα αναπνοής με περιεχόμενο λόγου. Αυτή η ανάπνοη με λόγο είναι και η απόλαυση της γραφής αλλά δεν δίνει σχήμα και κρατάει λίγο. Μετά, το σχήμα και ο έλεγχος του είναι κάτι δύσκολο, μπαίνουν ερωτήσεις. Εκεί εγώ παύω να απολαμβάνω τη γραφή. Προτιμώ το πλαίσιο να είναι αυστηρό και να κρατήσω εντός του τα κομματια αυτά που παράγονται εκτός πλαισίου. Το υλικό μαζεύεται και μεγάλο μέρος του πετιέται, καθαρίζεται και γράφονται μετά οι αρθρώσεις ανάμεσα σε κομμάτια που μόνα τους δεν θα σχημάτιζαν καμία συνέχεια. Σε αυτή τη φάση ξοδεύω υπερβολικά πολύ χρόνο. Θυμάμαι το Γράμμα προς έναν νέο ποιητή του Ράινερ Μαρία Ρίλκε. Λειτουργώ ακριβώς αντίθετα απ’ ό,τι θα ήθελε ο Ρίλκε, καμία από τις προτροπές του του δεν λειτουργούν στη δική μου περίπτωση κι ας τον θαυμάζω τόσο πολύ ως συγγραφέα. Αν έμενα πιστος στις οδηγίες του θα είχα σταματήσει να γράφω από πολύ μικρός.
Ο Τάρκεν, αφηγητής και πρωταγωνιστής της ιστορίας αυτής, είναι ένας ιδιότυπος χαρακτήρας, καθόλου ηρωικός και κάπως προσχηματικός στα μάτια μου. Πώς είναι η διαχείριση ενός τέτοιου χαρακτήρα;
Δεν είναι ακριβώς διαχείριση, δεν διαθέτω τόση δύναμη μπρος στον Τάρκεν. Δεν θα τον έλεγα καθόλου προσχηματικό αν εννοείτε ότι τον σχημάτισα απλά για να κάνω ένα δικίμιο κι ότι απλά μου χρειαζόταν ένα πρόσωπο. Φτιάχτηκε από ενέργεια, από βίαιη ενέργεια εκδίκησης προς το τετριμμένο. Ο Τάρκεν έχει μια σταθερή θέση εναντίον της πραγματικότητας. Αυτό τον σχηματίζει σαν ήρωα. Συντάχθηκε ως ήρωας από την παρατήρηση μιας τσάντας αλλά δυνάμωσε ξαφνικά κι έγινε το πρόσωπο αυτής της αηδίας. Ο πολτός των πραγμάτων απέχει πολύ από το να είναι ένα δοκίμιο ή μια σοβαρή μπροσούρα επανάστασης εναντίον της πραγματικότητας. Είναι ο καρπός μιας διαταραχής. Νομίζω ο Τάρκεν είναι όχι μόνον ήρωας αλλά και ηρωικός στον άνισο αγώνα που δίνει με τα παντοδύναμα πράγματα. Ο αγώνας δινεται μέσα στο μυαλο του, αυτό τον κάνει ακόμη περισσότερο λογοτεχνικο. Τα πράγματα θα τον νικήσουν στο τέλος -αυτό δεν λέει η τελευταία σκηνή;- αλλά ο ίδιος προσπάθησε να τα αντιμετωπίσει. Υπάρχει κάτι από τον Δον Κιχώτη του Θερβάντες στον Τάρκεν αλλά εδώ παρακολουθούμε από πιο κοντά την διαταραχή του, μας είναι πιο οικεία και διαδραματίζεται σε άλλη κλίμακα. Τα πράγματα είναι στα μάτια του ο τετριμμένος τρόπος κατανόησης του κόσμου, τα πράγματα -όπως τα ποτήρια και τα τραπέζια- είναι πιο βίαια από ιδεολογίες. Είναι για τον Τάρκεν αηδιαστικοί φορείς του συνηθισμένου. Τα πράγματα, καθώς παίρνουν τη μορφή ενός πολτου της καθημερινότητας, ζητάνε μια πολιτική στάση ακριβώς απέναντί τους. Ίσως η αηδία για τα πράγματα δείχνει μια κατεύθυνση για μια πολιτική στάση. Αλλά αυτό δεν κάνει το βιβλίο πολιτικό θεωρητικό κείμενο. Πολλά απ’ όσα σκέφτεται ο ήρωας είναι τερατώδη, αναλογουν δηλαδή στη λογοτεχνική δυνατότητα ενός πρωταγωνιστή σε κακή κατάσταση. Δεν έχουμε στοιχεία για τον ψυχισμό του, κάτι τέτοιο δεν θα με ενδιέφερε, και πάλι μπορούμε να αναρωτηθούμε αν πρέπει να τον δικαιώσουμε μέχρις ενός σημείου ή όχι. Οι ενέργειες του δεν εξηγούνται από το θυμικό αλλα εν μέρει οι σκέψεις του ξεβράζονται από εκείνη την ανεξήγητη ορμή που του ανήκει. Οι σκέψεις δεν δικαιολογούνται δηλαδή μονάχα λογικά, παρεκκλίνουν σε μια ζώνη που περιγράφει ταυτόχρονα τη διαταραχή του προσώπου και του κόσμου τον οποίο παρατηρεί. Ο Τάρκεν νιώθει ανώτερος επειδή αισθάνεται την αηδία για την τσάντα του με την έννοια που συναντάμε την αηδια του Νίτσε στα πέντε μαθήματα για την παιδεία: Χρειάζεται καλλιέργεια για να αισθάνεται κανείς αηδία, γράφει εκεί ο Νίτσε. Ο Τάρκεν μοιάζει σε πρώτο χρόνο με έναν αριστοκράτη της αηδίας για τα πράγματα. Αυτό, όπως και η ύβρις που αναλογεί σε αυτό, φτιάχνουν μια ηρωική λογοτεχνική στάση. Ο Τάρκεν είναι κατά ανάγκην ένας λογοτεχνικός ήρωας αλλά ζητάει μια έξοδο από τον αποκλεισμό του στη λογοτεχνία.
Το φιλοσοφικό στοιχείο είναι έντονο στη νουβέλα αυτή, το όριο ανάμεσα στο δοκίμιο και τη μυθοπλασία λεπτό. Ποιες ήταν οι δυσκολίες κατά τη γραφή και την επιμέλεια;
Είμαι καλός σε αυτό, να σκέφτομαι και να γράφω ανάμεσα στο δοκίμιο και τη μυθοπλασία. Βλέπω εναν νεροχύτη ή ένα λεωφορείο και σκέφτομαι πάντα γι’ αυτά μεταξύ δοκιμίου και μυθοπλασίας. Το όριο για το οποίο με ρωτάτε δεν υπάρχει άλλωστε ξεκάθαρα. Οπότε δεν βρίσκεται εκεί, σε αυτό το όριο, καμία δυσκολία στη γραφή. Εκεί είναι η ευκολία και είδατε στις πρώτες κριτικές μερικοί με κατηγορούν για αυτή την ευκολία. Με κατηγορούν για το πέρασμα στον χώρο της φιλοσοφίας. Γράφτηκε ότι ας κάνω καθαρή φιλοσοφία καλύτερα μην τα μπερδεύω. Όμως, ένα παραλήρημα σκέψεων σαν αυτό του Τάρκεν δεν μπορεί να υποκατασταθεί από ένα αμιγές φιλοσοφικό δοκίμιο. Η κατάσταση του ήρωά μου περισσότερο από την σκέψη του είναι το διακύβευμα. Πώς έφτασε εκεί; Και είναι αυτό που θα ήθελα να τραυματίσει τον αναγνώστη. Ότι ο ίδιος ο αναγνώστης είναι κι αυτός θεατής-δράστης, ο ίδιος ο αναγνώστης έκανε ένα έγκλημα και ο ίδιος ο αναγνώστης νομίζει πως όχι, νομίζει πως είναι αθώος.
Όσο για την επιμέλεια είναι πάντα για μένα μια πιο ευχάριστη φάση της δουλειάς. Το συγκεκριμένο κείμενο αντιμετωπιστηκε με μεγάλο σεβασμό και κάναμε με τον Κώστα Σπαθαρακη πολλές καλές συζητήσεις σχετικές με λεπτομέρειες. Οι λεπτομέρειες έχουν μεγάλη σημασία και η δουλειά στην επιμέλεια ενίσχυσε το χαρακτήρα του αφηγήματος, το έκανε δηλαδή ακομη πιο ακριβές, όπως το ήθελα. Η ακρίβεια έχει μεγάλη σημασία. Θυμάμαι ένα απόσπασμα του Σαιρεν Κιρκεγκωρ που έλεγε περίπου το εξής: Κοιτάς τα αστέρια στον ουρανό και τα βλέπεις να στέκονται σταθερά στο στερέωμα, αναζητάς όμως έναν τρόπο να σκεφτείς για αυτά, να τα προσεγγίσεις με το μυαλό, να γίνεις πιο ακριβής για την θέση τους και για την παρουσία τους εκεί και τότε τα αστέρια εξαφανίζονται. Μια τέτοια διαδικασία είναι πάντα στο μυαλό μου όσο γράφω και ίσως το κρατάω αυτό ακόμη μαζί μου από την μαθητεία στο Παρίσι στον Ζακ Ντεριντά. Η υπερβολική ακρίβεια οδηγεί σε μια ιδιόμορφη έλλειψη ακρίβειας.
Η χρήση του χώρου είναι πάντοτε ιδιαίτερη στο έργο σας. Εδώ είναι η βιτρίνα στην οποία «εκτίθεται» το πτώμα ενός άντρα, σύλληψη ομολογουμένως ευφυής, στην οποία τοποθετείται ένα σημαντικό μέρος της πλοκής. Υποθέτω πως στη θέση της βιτρίνας θα μπορούσε να είναι μια οθόνη. Βιώνουμε πια ολοκληρωτικά την εποχή που τα πάντα ανάγονται σε θέαμα;
Όχι. Μια οθόνη δεν είναι ακριβώς μια βιτρίνα. Κι ακόμη ναι, τα πράγματα εξαντλούνται στην θέαση τους. αλλά ένα νεκρό σώμα και μια κατασπαραγμένη τσάντα δεν είναι μόνο ένα θέαμα. Στον Πολτό των πραγμάτων έχει σημασία μια εκτοπισμένη υλικότητα που συνιστά έναν νέο χώρο για την κοινωνικότητα. Με ενδιαφέρει, βέβαια, η οθόνη ως κάτι που εξημερώνει βίαια αυτόν ακριβώς τον ξεπεσμένο, υλικό, εξωτερικό κόσμο. Η οθόνη στην τελική σκηνή του βιβλίου κάνει ακριβώς αυτό ή έτσι τουλάχιστον θα ήθελα: νομιμοποιεί έναν φόνο που έγινε «πραγματικά» σαν να είναι ένα εντελώς μακρινό γεγονός. Η χρήση του χώρου στον Πολτό των Πραγμάτων είναι λίγο διαφορετική από ό,τι στα υπόλοιπα βιβλία μου ίσως επειδή το συμβάν της βιτρίνας εγκαθίσταται στο κέντρο του πολύ αποφασιστικά. Όλα στρέφονται γύρω από αυτό και όσα προηγούνται και όσα έπονται. Αλλά για μένα είναι σημαντικό ότι η βιτρίνα βρίσκεται κάτω από μια αποθήκη κι οτι η αποθήκη είναι διπλή μέσα στο βιβλίο. Το ερώτημα που μπαίνει σαν αίνιγμα στο βιβλίο είναι αν το πρόβλημα του εγκλήματος τίθεται και λύνεται στη βιτρίνα ή στην αποθήκη και σε τι αναλογούν αυτοί οι δύο χώροι.
Αυτός ο παραμορφωμένος -ή συγκαλυμμένος, αν προτιμάτε- ρεαλισμός, που χαρακτηρίζει τα έργα σας, σας προσφέρει άραγε την απαραίτητη απόσταση θέασης και στοχασμού της πραγματικότητας;
Κάθε ρεαλισμός είναι παραμορφωμενος. Ο Τάρκεν θα έλεγε ότι χειρότερα παραμορφωμένος είναι ο ρεαλισμός που εμφανίζεται ως ακραιφνής και ακέραιος ρεαλισμός ενώ κάτι τέτοιο βέβαια δεν υπάρχει. Πάντως Ο πολτός των πραγμάτων είναι ασφαλώς ένα κείμενο για τον ρεαλισμό, για τον πραγματισμό δηλαδη, ας μην ξεχνάμε ότι η Λατινική λέξη res ονομάζει το πράγμα από όπου φτιάχτηκε και η λέξη realismus… Η σημασία ενός ρεαλισμού σήμερα θα αναζητούσε να κατανοήσει τον άνθρωπο σε σχέση με τα πράγματα που τον περιτριγυρίζουν. Τα πράγματα χάθηκαν μέσα στα είδωλα τους αλλά σκεπτόμαστε πάλι γι’ αυτά, δεν νομίζετε; και συνεχίζουμε να μετράμε την απόσταση από την οποία ενατενίζουμε την πραγματικότητα.
Είναι πιστεύετε εφικτό ο συγγραφέας να αφήσει τον εαυτό του εντελώς έξω από το έργο του; Και το ρωτάω αυτό γιατί Ο πολτός των πραγμάτων μοιάζει να είναι η τέλεια κρυψώνα του προσωπικού.
Ποτέ κάτι τέτοιο δεν ειναι εφικτο. Ακόμη κι ο μαγαζατορας που σημειώνει πόσο βούτυρο πρέπει να παραγγείλει στο χαρτί του παράγει ένα προσωπικό διάβημα εντελώς πρότυπο και ενδιαφέρον για τον ψυχισμό του. Όσο για τον Πολτό ζητά να κλεψει από τον αναγνώστη το πρόσωπο του. Είναι ένα επιθετικό προς τον αναγνώστη κείμενο.
Όσο γράφετε, ζητάτε τη γνώμη κάποιου ή κάποιων; Έχετε βρει τον ιδανικό αναγνώστη;
Εν προκειμένω είχα ως αναγνώστη τον μεγάλο γιο μου Δημήτρη που είναι μουσικός. Ενηλικιώθηκε μαζί με το βιβλίο και η κρίση του άλλαξε από την αρχή μέχρι το τέλος της συγγραφής. Έτσι το βιβλίο διατηρεί για μένα και μια ανάμνηση μιας σχέσης με τον γιο μου. Να, αυτη είναι μια σπουδαία ανάμνηση από τη διαδικασία της συγγραφής. Είναι πολλές οι συζητήσεις που κάναμε με τον Δημήτρη για τον Τάρκεν. Οι περισσότερες στην κουζίνα του παλιού μου σπιτιού στην οδο Καλλιδρομίου στην Αθήνα αλλά και στο λιμάνι των Χανίων μια και κατάγομαι, όπως ξέρετε, απ’ τα Χανιά και επιστρέφω συχνά τα καλοκαίρια. Το πρωινό φως του λιμανιού έχει λοιπόν κι αυτό συνδεθεί με συζητήσεις μας για το βιβλίο.
Τον εκάστοτε επιμελητή τον θεωρείτε εν δυνάμει φίλο ή εχθρό;
Εκλαμβάνω διαφορετικά κάθε αναγνώστη και επίσης διαφορετικά κάθε επιμελητή. Ο επιμελητής είναι ασφαλώς ένας ιδιαίτερος απαιτητικός αναγνώστης και αναμεσα στους απαιτητικούς αναγνώστες βρίσκει κανεις τους καλύτερους. Κι ωστόσο ανάμεσα στους απαιτητικούς αναγνώστες προκύπτουν επίσης μεγάλες διαφορές στην πρόσληψη των κειμένων. Ο γενικός κανόνας μου για τον αναγνώστη πάντως είναι ότι τον υπολογίζω ως εχθρό. Ελπίζω ότι τα κείμενά μου είναι καταστροφικά σχέδια για ολόκληρη τη συγκροτηση της ζωής του, είμαι υπερβολικά φιλόδοξος ως προς αυτό το σημείο.