Στείλε με την Ανάσταση πλάστη μου την αυγή
Πότε θα έρθει εκείνη η αυγή που θα γενεί το φως της
βάλσαμο σ’ όλες τις πληγές που αιμορραγούν στη γη
να βρει η ζωή το γέλιο της και το γλυκό ρυθμό της
στα τάρταρα να βυθιστεί το μίσος κι η οργή.
Να στήσει πάλι η προκοπή τον ώριον αργαλειό της
και της ειρήνης τ’ απαλό να πλέξει το χαλί
κι η αγάπη το τραγούδι της ν’ αρχίσει το γλυκό της
χορό να στήσουν ξέφρενο της γης όλοι οι λαοί.
Να κατακάτσει ο κουρνιαχτός να λάμψει πάλι η πλάση
που του πολέμου φονικά σύνεργα τον σκορπούν
και της ειρήνης τ’ άγιο φως στης προσφυγιάς να φθάσει
τις κατοικιές κι όσες ψυχές τρέμουν να ζεσταθούν.
Πλάστη μου στείλε την αυγή με δέος στο ζητάει
η αμαρτωλή στα στήθια μου κι η ανάξια μου ψυχή
γιόμισε η θάλασσα νεκρούς κι ο κόσμος μας βογκάει
κι η γη μας μοιάζει μ’ έρημο δίχως σταλιά βροχή.
Στείλ’ την με την Ανάσταση που ο κόσμος περιμένει
κι όλες της οι δροσοσταλιές ελπίδες να γενούν
στις πονεμένες τις ψυχές κι η ειρήνη η ξορισμένη
με την αγάπη αγκαλιά στα αιθέρια να φανούν.
Δημήτρης Κ. Τυραϊδής
συγγραφέας – ποιητής
Μέλος της Παγκοσμίου Ενώσεως Ελλήνων Λογοτεχνών, μέλος των Πνευματικών Δημιουργών νομού Χανίων και άλλων πολλών πολιτιστικών συλλόγων
Πρόοδος με αγάπη
Στη γη εγεννηθήκαμε, απάνω τζη πατούμε
κ άμα το πει ο ΥΨΙΣΤΟΣ μέσα τζη θε να μπούμε.
Τα πρώτα βήματα στη γη ο άνθρωπος τα κάνει
απάνω τζη θα πορπατεί ως ότου ν’ αποθάνει.
Υπάρχουνε πολλοί δεσμοί που στη ζωή μας δένουν
πολλή δουλειά και πρόοδος, μόνο αγάπη θέλουν.
Οσοι πολλοί δουλεύουνε καθημερνά και ζιούνε
γνωρίζουνε πως τ’ αγαθά μ’ αγάπη αποχτιούνται.
Στον ψεύτη κόσμο κάθα εις, αγάπη πρέπει να ‘χει
όμως δεν την αφήνουνε να ξαπλωθεί στα κράτη.
Πόλεμοι, μίση, συμφορές, λαούς φέρνουν οδύνη
ξενόφερτη εξέλιξη, χαρά δε μας αφήνει.
Θαρρώ εζούσανε καλιά γενιές οι περασμένες
στσοι γειτονιές και στα χωριά ήταν αγαπημένες.
Ν’ απολαμβάνει ο κάθα εις, αγάπη και γαλήνη
αυτό μονάχα στη ζωή απόλαυση μας δίνει.
Ενας ΧΡΙΣΤΟΣ ήρθε στη γη αγάπη να διδάξει
όμως τονε σταυρώσαμε πριν τη ζωή αλλάξει.
ΕΚΕΙΝΟΣ ανασταίνεται να φέρει πάλ’ αγάπη
για να γλιτώσει τσοι λαούς απ’ τση ζωής τα πάθη.
Μαδαρίτης
“Κασσιανή”
-Αξιωθηκαμε τη Μ. Τρίτη, να ακούσουμε όπως ψάλλεται κάθε χρόνο σε όλες τις ορθόδοξες εκκλησίες το τροπάριον της Κασσιανής.
Της αμαρτωλής του Ευαγγελίου όπως ειναι περισσότερο γνωστή…
-Για τις αμαρτίες αυτές, ένα ανθρώπινο πλήθος λυσσομανούσε γύρω της κρατώντας πέτρες και προσπαθούσε να την θανατώσει!
Διότι τάχα πρόσβαλε την κοινωνία και το ήθος, ο τρόπος της ζωής της…
-Μα κάποια στιγμή, τα πλημμυρισμένα από δάκρυα μάτια της αντάμωσαν με τα μάτια του Κυρίου που σαν φωτεινά αστέρια της έριξαν πάνω της το φως της πίστης, της αγάπης και της μετάνοιας που έμπρακτα έδειξε προς τον Κύριο,
κι Εκείνος της έδωσε άφεση αμαρτιών ψυχής και σώματος…
Ένα πλήθος οργισμένο,
με λίθους οπλισμένο
μπροστά στα μάτια της αμαρτωλής,
ζητούν με λίθους να της πάρουν τη ζωή!
Κι ‘αυτή, με χέρια πού ‘τρεμαν
από ντροπή και την καρδιά να αιμορραγεί,
σπάζει του κανατιού
κρινένιο του λαιμό.
Κι ‘ευθύς μια ευωδιά γλυκιά
απλώθηκε τριγύρω,
απ’ τ’ακριβό, αιθέριο,
θείο μύρο!
Κι ‘ενώ τα μάτια της
πλημμύρα θόλωνε
από δάκρυα καυτά
ξέπλεκα στους ώμους πέφτουν
τα πλούσια της μαλλιά.
Μπροστά στον Ιησού σκύβει και γονατίζει
τ’ άγια Του πόδια
φιλεί και τα σκουπίζει
και στην μεγαλοσύνη Του
η δύστυχη ελπίζει!..
Κι’ εκεί, που η αμαρτωλή της η ψυχή
σε βάθη ωκεανού ήταν βυθισμένη
τα μάτια της δέχθηκαν
το φως μιας αστραπής!
Φωτίστηκε η σκέψη της
που απο καιρό ήταν χαμένη…
Κι’άκουσε λόγια θεϊκά:
«Η πίστη κι η μετάνοια
σώματος και ψυχής, άφεση αμαρτιών σου χάρισαν
και πια, δεν είσαι αμαρτωλή!..».
Μάνια Μπριντάκη Χατζησταυράκη,
νηπιαγωγός
Mαντινάδες
Καθώς κοιτώ το άπειρο
και όπως μετρώ τα αστέρια,
νιώθω Θεέ πως βρίσκομαι
μέσα στα δυο σου χέρια
Δακρύζω απ’ την συγκίνηση
βαδίζω σε νεφέλη,
όταν σκεφτώ Τον Πλαστή μου
που ανυμνούν άγγελοι
Συγχώρεσέ με Δέσποτα
Πλάστη μου και Θεέ μου,
για τα μεγάλα λάθη μου
και Ειρήνη χάριζε μου
Χριστέ μου είσαι η χαρά
είσαι το στήριγμά μου,
το πιο γλυκό μου όνειρο
και η παρηγοριά μου
Ενώ σε μαστιγώσαμε
μας έδωσες αξία,
σε μας Χριστέ μου πρόσφερες
τη Σταυρική θυσία
Ποτέ δεν απελπίζομαι
δεν θέλω να γκρινιάζω,
έχω Χριστό για βοηθό
και Εσένα θα φωνάζω!
Ελέησον με κύριε
είμαι ένα σκουληκάκι
μα δεν ξεχνώ τα Πάθη σου
σκέψου και με λιγάκι
Με αγάπη Σε παρακαλώ
Δοξά Στον Ναζωραίο!
Ελέησον με Κύριε
και εμέ των τελευταίο
Αλεξία Δεικτάκη-Λαγουβάρδου
Η μόνη ελπίδα
Θέλω κάπου ν’ ακουμπήσω, σταθερά να κρατηθώ
γιατί μ’ έχουνε ζαλίσει και θαρρώ πως θα χαθώ.
Μα οπουδήποτ’ ακουμπήσω είν’ αντικατοπτρισμός
και έτσι χάνεται μαζί του κι ο δικός μου ο σωσμός.
Ακουμπάω στα παιδιά μου, έχουν εξαφανιστεί,
ακουμπάω στην κυρά μου, μα δεν μου ’μεινε πιστή.
Ακουμπώ στους συγγενείς μου, έχουμ’ αποξενωθεί
ακουμπώ στους γείτονές μου, μ’ έχουν όλοι σιχαθεί.
Ακουμπώ στους φίλους όλους μα με λεν ρομαντικό
γιατί φίλοι δεν υπάρχουν ούτε μεσ’ το λεξικό.
Ακουμπώ στην Εκκλησία, μα ’χει η δόλια κορεσθεί
από δύστυχους μιλιούνια που της έχουν φορτωθεί.
Ακουμπάω στην Ελλάδα, μα μου λέει «Εαυτό(ν)
πως δεν δύναται στηρίξει…» και αλλού να στηριχτώ.
—————————————————————
Κι ειν’ η μόνη μου ελπίδα Κάποιος που ’χει σταυρωθεί
από μένα… ο Χριστός μας, τώρα που θα αναστηθεί!
Παύλος Πολυχρονάκης
Για τον Απρίλιο
Απρίλης μήνας έφτασε
Όμως ακόμα βρέχει.
Πότε θα σιαξει ο καιρός
άνθρωπος δεν κατέχει.
Μες την καρδιά της Άνοιξης
Φυσά και ψιχαλιζει.
Τούτο το κλίμα φίλοι μου
Λονδίνο μου θυμίζει.
Αυτόν τον άστατο καιρό,
Πως θα ξεφορτωθούμε.
Νομίζω ότι την Λαμπρή
Πουλόβερ θα φορούμε.
Ήλιε ακριβοθωρητε,
Προβάλλε να λιαστουμε.
Γιαντα εβαρεθηκαμε
Ομπρέλα να βαστουμε.
Νεκταρία Θεοδωρογλάκη