Κύριε διευθυντά,
η πρόσφατη λαϊκή κινητοποίηση απ’ άκρη σ’ άκρη της Ελλάδας αλλά και όπου στην υφήλιο υπάρχει Ελληνισµός, µε αφορµή την τραγωδία των Τεµπών, αποτελεί ένα γεγονός που θα γραφτεί στην ιστορία, γεγονός σταθµός στα µεταπολιτευτικά χρόνια.
Γεννήθηκε ξανά η ελπίδα για το αύριο του τόπου, γιατί ο λαός δήλωσε παρών, φώναξε φτάνει ως εδώ, φτάνει η αδικία, το ψέµα και η κοροϊδία, το ξεπούληµα του λαϊκού πολιτισµού στην οικονοµική ολιγαρχία ντόπια και ξένη, φτάνει τα κέρδη των ολίγων να είναι πάνω από τη ζωή του. Ο πολλές φορές απατηµένος λαός από τις κυβερνήσεις που κάθε φορά ορκίζονται πως θα τον υπηρετήσουν στο όνοµα της ∆ηµοκρατίας, απέδειξε πως δεν αποκοιµήθηκε ψεκασµένος, ούτε απογοητεύτηκε και έπιασε τους καναπέδες αλυσοδεµένος στα µνηµόνια στα οποία µας έριξαν τα κόµµατα της εξουσίας.
Τα κόµµατα της εξουσίας διαχρονικά, διαχειρίζονται το κράτος σαν λάφυρό τους, συντηρούν το πελατειακό σύστηµα για τους ηµέτερους και εξασφαλίζουν µπόλικο οξυγόνο στο καθεστώς της µίζας και της διαπλοκής.
Την πορεία τους στο αµαρτωλό αυτό σύστηµα οι κυβερνώντες την εξασφαλίζουν µε τις πλάτες της διορισµένης απ’ αυτούς ηγεσίας της ∆ικαιοσύνης. Ο λαός το ξέρει πολύ καλά πως το σάπιο πολιτικό σύστηµα είναι αυτό που διώχνει τα παιδιά του στην ξενιτιά, είναι αυτό που τα σκοτώνει στην πατρίδα τους. ∆υο χρόνια µετά το διπλό έγκληµα των Τεµπών και µε βέβαιη την ατιµωρησία των υπευθύνων, η κραυγή των θυµάτων «δεν έχω οξυγόνο» έγινε απαίτηση των εκατοµµυρίων διαδηλωτών «θέλουµε δικαιοσύνη» και «η ∆ηµοκρατία µας θέλει οξυγόνο». Το πρώτο έγκληµα στα Τέµπη ήταν η σύγκρουση των δύο τρένων που το παράλυτο και διεφθαρµένο κράτος έβαλε εν έτει 2023 να κινούνται αντίθετα στις ίδιες ράγες και µε µεγάλη ταχύτητα.
Το έγκληµα ήταν το αποτέλεσµα της χρονιάς απαξίωσης του µέσου της λαϊκής συγκοινωνίας γιατί στην προτεραιότητα ήταν τα οφέλη των κατασκευαστών των εθνικών οδών και εισπρακτόρων των διοδίων, όπως και των εφοπλιστών των αεροπορικών εταιρειών.
Χώρια που ο κρατικός ΟΣΕ µε την ιταλική Hellenic Train, όπως λέγεται τα είχαν βρει ώστε και οι δύο να κάνουν σκόντο στις υποχρεώσεις τους.
Στο κάτω – κάτω οι καλοπληρωµένοι διοικούντες και οι οικογένειες τους δεν είναι λαό για να χρησιµοποιούν αυτό το µέσο. Το δεύτερο έγκληµα που αµέσως ακολούθησε ήταν η καλά οργανωµένη προσπάθεια της συγκάλυψης των αιτιών της φονικής πύρινης έκρηξης. Έπρεπε πάση θυσία να σβήσουν τα ίχνη του υλικού που µετέφερε παράνοµα η εµπορική αµαξοστοιχία, µετέτρεψε σε κόλαση το πεδίο της σύγκρουσης και ανέβασε δραµατικά τον αριθµό των νεκρών.
Είναι γελοία και αισχρή η προσπάθεια των υπευθύνων του εγκλήµατος να πείσουν πως η αλλοίωση του τοπίου (ξεµπάζωµα- µπάζωµα) δεν είχε εντολέα.
Τόσο πολύ υποτιµούν τη νοηµοσύνη µας.
Ο ανυποχώρητος και µε δύναµη ψυχής αγώνας των χαροκαµένων γονιών και συγγενών των νεκρών και η απαίτηση τους για δικαιοσύνη και τιµωρία των ενόχων ήταν το κάλεσµα του ειρηνικού ξεσηκωµού.
Οι πολίτες που σαν ποτάµια ξεχείλισαν, µακριά από κοµµατικές τοποθετήσεις τις πλατείες και τους δρόµους των πόλεων και των κωµοπόλεων, έγιναν όλοι µε µιας οι γονείς, τα αδέλφια, οι συγγενείς των θυµάτων.
Παραµονές του µεγάλου λαϊκού ξεσηκωµού οι ακραίες φωνές της εξουσίας καλούσαν τους οπαδούς της να απέχουν από τις εκδηλώσεις, κραδαίνοντας τους τον κίνδυνο της αποσταθεροποίησης της χώρας και της πολιτικής ανωµαλίας.
Απέναντι στους γονείς των 57 νεκρών, άνθρωποι αισχροί δεν διστάζουν να εκτοξεύουν προσβλητικούς χαρακτηρισµούς, γιατί δεν κάθονται αθόρυβοι και µόνοι µε τον πόνο τους.
Η θέση και η επιχειρηµατολογία της κυβερνώσας παράταξης στη Βουλή την εβδοµάδα που πέρασε ήταν θλιβερή.
Η παράταξη αυτή, που κυρίως ανάθρεψε και συντηρεί το βαθύ κράτος, τις παθογένειες του συστήµατος και τη ρουσφετοκρατία, πιεσµένη, σε αυτά χωρίς ντροπή υποχρεώθηκε να αποδώσει το δυστύχηµα και υποσχέθηκε τον ξεριζωµό τους!
Βέβαια το επιτελικό κράτος, το κράτος των αρίστων, αρχικά το έγκληµα το χρέωσε στο ανθρώπινο λάθος και µόνο, πιστεύοντας πως έτσι θα καθαρίσει από τις βαριές ευθύνες του. Χωρίς κανένα σεβασµό στους νεκρούς και µε ψεύτικη συµπόνια προς τους οικείους τους, τα πρωτοκλασάτα κυβερνητικά στελέχη, επιχειρηµατολόγησαν µε ορατό τον πανικό τους για όσα έχουν αποκαλυφθεί ή περαιτέρω θα αποκαλυφθούν και οι κυβερνητικοί βουλευτές, σαν στρατιωτάκια σε διατεταγµένη υπηρεσία τοποθετήθηκαν και χειροκρότησαν.
Από κανέναν τους καµία διαφοροποίηση δεν εκφράστηκε, καµία κρίση συνείδησης, το µαντρί ήταν καλά φυλασσόµενο. Μπορεί το κύριο βάρος του λαϊκού µηνύµατος να απευθύνεται στην κυβέρνηση, συγχρόνως όµως το µήνυµα απευθύνεται σε όλα τα κόµµατα. Η λαϊκή οργή διαπερνά ολόκληρο το πολιτικό σύστηµα.
Μπορεί στα Τέµπη να έγινε το τέλειο έγκληµα, όµως και στο Μάτι και στη Μάνδρα και παλαιότερα στα Τέµπη και όχι µόνο, χάθηκαν ζωές εξαιτίας της εγκληµατικής κρατικής ανεπάρκειας (κράτος µπάχαλο) και των αντιλαϊκών πολιτικών και προτεραιοτήτων που εφαρµόζονταν.
Η κοινωνία οφείλει στα θύµατα αυτών των συµφορών αναδροµικά µία µεγάλη συγγνώµη για την αδράνεια που κάθε φορά επέδειξε. Η αληθινή απότιση φόρου τιµής στους νεκρούς των εγκληµάτων κατά του λαού θα είναι η κεφαλαιοποίηση της λαϊκής ορµής που αναδείχθηκε τις µέρες αυτές. Αυτό το κεφάλαιο να αποτελέσει µια φρέσκια στέρεη βάση για τους επόµενους αγώνες που θα απαιτηθούν απέναντι στις αντιλαϊκές πολιτικές που θα βρίσκουµε µπροστά µας. Το ξέρουµε καλά πως µόνο οι µαζικοί αγώνες στον δρόµο και στους χώρους δουλειάς δικαιώνουν τις λαϊκές απαιτήσεις.
Να αναλάβουµε ως άτοµα τις ευθύνες που µας αναλογούν για καλύτερες µέρες στον τόπο µας. Ας κρατήσουµε την αξιοπρέπεια µας και τη λεβεντιά µας γυρνώντας την πλάτη στην εξουσία της αναξιοκρατίας και στα εφήµερα οφέλη που εξασφαλίζει στους οπαδούς της.
Την ενδυνάµωση των διεκδικήσεων µας για τις ανθρώπινες αξίες, τα λαϊκά δικαιώµατα και το κράτος της δικαιοσύνης την οφείλουµε στους αδικοχαµένους συνανθρώπους µας, στις οικογένειες τους, σε µας και στις επόµενες γενιές.
Γιώργος Μυλωνάκης